Αρχαιοελληνική αγγειογραφία
Γαμικός λέβης | Λουτροφόρος | Επίνητρον | Αλάβαστρο | Αρύβαλλος | Λήκυθος | Πυξίδα
Το αλάβαστρο ήταν ένα επίμηκες αγγείο με κυλινδρική βάση, στενό λαιμό που κατέληγε σε μικρό άνοιγμα, καθιστώντας το κατάλληλο για τη μεταφορά αρωμάτων. Δεν είχε λαβές, αλλά μερικές φορές φέρει τοξωτές οπές στις οποίες περνούσε λουρί ή «ώτα» (αυτιά).
Κατασκευαζόταν από διάφορα υλικά, όπως πηλό, γυαλί, αλάβαστρο κ.ά.
Τα κορινθιακά κεραμικά αλάβαστρα διέθεταν παχύ χείλος και στενό λαιμό. Τα αττικά διέθεταν ευρύ χείλος με υψηλό λαιμό.
Το όνομα αλάβαστρον προέρχεται πιθανώς από την αιγυπτιακή λέξη α λα Μπαστ, που σημαίνει «δοχείο της Εμπάστ» (θεά). Το αλάβαστρον χρησιμοποιείτο από γυναίκες, κυρίως για την αποθήκευση αρωματικών ελαίων, όπως τουλάχιστον μαρτυρείται στις αγγειογραφικές σκηνές. Εισήχθη κατά τα τέλη του 6ου π.Χ. αιώνα και εξαφανίστηκε από το προσκήνιο κατά τα τέλη του 5ου π.Χ. αι. Η σκηνή που διακοσμεί το αγγείο καλύπτει περιμετρικά το σώμα, ενώ μερικές φορές είναι κοσμημένο μόνο με ανθέμιο. Το ύψος του ποικίλλει από 15-20 εκ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου