Νοικοκυριά 8.000 ετών, εξοπλισμένα με θερμικές κατασκευές, πλήθος εργαλείων και αποθήκες, σε άριστα οργανωμένους νεολιθικούς οικισμούς έφερε στο φως η αρχαιολογική σκαπάνη στην περιοχή του Κλείτου Κοζάνης.
Ο αρχαιολογικός χώρος του Κλείτου βρίσκεται στη λεκάνη της Κίτρινης Λίμνης, σε μικρή απόσταση από την πόλη της Κοζάνης. Κατοικήθηκε από το δεύτερο μισό της 6ης ως τη 2η χιλιετία π.Χ. αλλά και στα ιστορικά χρόνια. Από το 2006 ως το 2010 διενεργήθηκε σωστική έρευνα στη θέση εν όψει της επέκτασης του λιγνιτωρυχείου της ΔΕΗ, η οποία κάλυψε 75 στρέμματα και αποκάλυψε δύο νεολιθικούς οικισμούς («Κλείτος 1», «Κλείτος 2»), κατάλοιπα της Εποχής του Χαλκού, υστερορωμαϊκούς τάφους, ένα λιθόκτιστο κτίριο ιστορικών χρόνων και πλήθος κινητών ευρημάτων, που χρονολογούνται από την Ελληνιστική ως την πρώιμη Βυζαντινή περίοδο.
Ο «Κλείτος 1» είναι επίπεδος αραιοκατοικημένος οικισμός που εκτείνεται σε περίπου 20 στρέμματα και ορίζεται από τάφρους και ξύλινους περιβόλους. Κατοικήθηκε στην πρώιμη Νεότερη Νεολιθική Εποχή (δεύτερο μισό 6ης και αρχές 5ης χιλιετίας π.Χ.) και ανασκάφηκε σε όλη του σχεδόν την έκταση. Αποκαλύφθηκαν δέκα μεγάλα, τετράπλευρα οικήματα, κατασκευασμένα με ξύλινο σκελετό επενδυμένο με πηλό. Οι τοίχοι θεμελιώνονταν σε τάφρους, ήταν επιχρισμένοι και έφεραν αυλακωτή και γραπτή διακόσμηση. Στο εσωτερικό τους βρέθηκαν πηλόκτιστες κατασκευές με τροφοπαρασκευαστικό και αποθηκευτικό προορισμό, πήλινα σκεύη, εργαλεία και αγγεία. Τα σπίτια καταστράφηκαν από φωτιά και σε κανένα δεν διατηρήθηκαν περισσότερες από τρεις οικοδομικές φάσεις.
Ανάμεσα στα οικήματα και γύρω από τον οικοδομημένο χώρο βρέθηκαν μεγάλα αποθηκευτικά αγγεία, απορριμματικοί λάκκοι και 30 τουλάχιστον κατασκευές, θερμικές και μη. Οι περισσότερες είναι κυκλικές και έχουν δάπεδο από πηλόχωμα και βότσαλα, με την τελική του επιφάνεια επιχρισμένη με πηλό και σε πολλά σημεία καμένη. Εντοπίστηκε επίσης ένας λάκκος-πηγάδι, με ακέραια αγγεία και κομμάτια ένυδρου ξύλου στον πυθμένα του, και ερευνήθηκαν 16 νεολιθικές ταφές. Πρόκειται για ενταφιασμούς και μια ταφή καμένων οστών μέσα σε αγγείο. Είναι ατομικές, εκτός από μια διπλή ταφή, ενήλικου και παιδιού.
Ο οικισμός «Κλείτος 2» απέχει λιγότερο από 100 μ. Εκτείνεται σε 2,5 στρέμματα, έχει μία έως τρεις οικιστικές φάσεις και κατοικήθηκε κυρίως στην ύστερη Νεότερη και στην Τελική Νεολιθική. Έχει πιο συμπαγή μορφή, περιορισμένους ελεύθερους χώρους και κατοικίες με πηλόκτιστες θερμικές κατασκευές και αποθηκευτικά αγγεία στο εσωτερικό τους. Ανασκάφηκαν τέσσερα πασσαλόπηκτα οικήματα με τοίχους θεμελιωμένους σε ορύγματα. Εντός και εκτός των ορίων του οικισμού εντοπίστηκαν 14 ταφές, οι περισσότερες από τις οποίες ήταν δευτερογενείς ταφές καμένων οστών σε αγγεία.
Από τη Μέση Εποχή του Χαλκού διατηρήθηκε μια καμπυλόγραμμη τάφρος, που περιείχε τεράστιες ποσότητες κεραμικής κι ένας αποθέτης με παρόμοιο περιεχόμενο. Επίσης, ένας λάκκος με κατάλοιπα τελετουργικής δραστηριότητας. Δεν εντοπίστηκε ο οικισμός της μέσης Εποχής του Χαλκού, αλλά είναι πιθανό να καταστράφηκε από μεταγενέστερες επεμβάσεις στο χώρο.
Πάνω από 120.000 (!) οστά ζώων, κυρίως οικόσιτων, το μεγαλύτερο ζωοαρχαιολογικό υλικό που έχει ανασκαφεί μέχρι σήμερα στον ελληνικό χώρο, έχει συλλεχθεί από τον νεολιθικό οικισμό του Κλείτους.
Το 95% του υλικού αφορά σε οικόσιτα ζώα όπως
πρόβατα, χοίροι, βοοειδή και αίγες, ενώ μόλις ένα 4-5% είναι από θηράματα, ελαφοειδή, αγριόχοιρους, λαγούς, αλεπούδες, άγρια βοοειδή.Πάνω από 500? τελάρα έχουν συλλέξει οι αρχαιολόγοι και το τεράστιο αυτό υλικό μελετά η ζωοαρχαιολόγος Βάσω Τζεβελεκίδη, η οποία δήλωσε στο «Εθνος» ότι «ο αριθμός αυτός είναι ικανός για να βγάλουμε χρήσιμα συμπεράσματα για την κατανάλωση των ζώων στον νεολιθικό οικισμό, τη στρατηγική διαχείριση των κοπαδιών, καθώς όπως διαφαίνεται ο νεολιθικός άνθρωπος εξέτρεφε τα κοπάδια πρωτίστως για το κρέας και ακολούθως για το γάλα και το μαλλί».
Η εκτροφή των ζώων ξεκίνησε στη νεολιθική εποχή την 5η χιλιετία π.χ. και σηματοδοτεί το πέρασμα από την τροφοσυλλογή στην τροφοπαραγωγή, συνοδεύεται δε από την καλλιέργεια των σιτηρών και των οσπρίων.
Η απουσία θηραμάτων δεν σημαίνει ότι οι νεολιθικοί άνθρωποι δεν κυνηγούσαν, αλλά η διατροφή τους δεν στηριζόταν στο κυνήγι καθώς είχε ήδη ξεκινήσει η εξημέρωση των ζώων και η καλλιέργεια της γης.
Μέχρι στιγμής έχει καταγραφεί ένα μικρό ποσοστό, περίπου 15.000 οστά, που αντιστοιχούν στο 12% του συνολικού υλικού.
Σύμφωνα με τη ζωοαρχαιολόγο, δεν υπήρξαν μεγάλα κοπάδια με εκατοντάδες ζώα το καθένα, αλλά το ζωικό κεφάλαιο αφορά τις οικογένειες του οικισμού και τις ανάγκες τους.
Σε ό,τι αφορά τα οικόσιτα ζώα, κυρίως έχουμε να κάνουμε με αιγοπρόβατα στην συντριπτική πλειοψηφία, πρόβατα και πολύ μικρότερο ποσοστό οι αίγες. Ακολουθούν οι χοίροι και τα βοοειδή . Η κτηνοτροφία στοχεύει στην παραγωγή του κρέατος, αλλά και δευτερογενή προϊόντα όπως το κρέας, το μαλλί και το γάλα είναι επίσης λιγότερο σε χρήση. Επίσης, όπως σημειώνει, δεν υπήρξαν τεράστια κοπάδια και χιλιάδες ζώα, αλλά υπάρχει ένα ζωικό κεφάλαιο, το μέγεθος του οποίου πρέπει να συνεκτιμηθεί.
Ένα άλλο πολύ σημαντικό στοιχείο, επειδή έχει ανασκαφεί το σύνολο του οικισμού και υπάρχουν συγκεκριμένα στρωματογραφικά στοιχεία και επί μέρους κτίσματα για τις επί μέρους φάσεις, είναι μια από τις ελάχιστες ευκαιρίες για να διαπιστωθούν οι ιδιαίτερες πρακτικές κατανάλωσης, ανέφερε. Μάλιστα, η έλλειψη ψυγείων την εποχή εκείνη σημαίνει ότι οι κάτοικοι μοιράζονταν τα σφάγια , στοιχείο που ενδυναμώνει τις κοινωνικές σχέσεις των κοινωνιών την εποχή εκείνη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου