Ο Πλάτων, υπήρξε ο δεύτερος της μεγάλης τριάδας των αρχαίων Ελλήνων φιλοσόφων -Σωκράτης, Πλάτων και Αριστοτέλης- που έθεσαν σε συνάφεια ο ένας προς τον άλλον τα φιλοσοφικά θεμέλια του Δυτικού πολιτισμού. Ήταν φιλόσοφος και συγγραφέας. Γεννήθηκε στην Κολλυτό της Αττικής το 427 π.Χ. ήταν γιος των αριστοκρατικών Αρίστωνα και Περικτιόνης. Ο πατέρας του καταγόταν από τη γενιά του Κόδρου και η μητέρα του απ’ τη γενιά του Σόλωνα. Είχε δύο αδερφούς, τον Αδείμαντο και το Γλαύκωνα. Το πρώτο του όνομα ήταν Αριστοκλής, στην εφηβεία του όμως ονομάστηκε Πλάτωνας λόγω του ότι είχε πλατύ στέρνο και μέτωπο.
Ως Αθηναίος ευπατρίδης ο Πλάτων έλαβε στην παιδική και στην εφηβική του ηλικία επιμελημένη γνώση και παιδεία με τους καλύτερους δασκάλους της εποχής, για τα γράμματα, τη μουσική, τη γυμναστική. Αρχικά, ασχολήθηκε με τη μελέτη της ποίησης -αφού υπήρξε και ποιητής- όπως επίσης υπήρξε και αθλητής. Συγκεκριμένα, αναφέρεται πως ανάγνωση και γραφή του δίδαξε κάποιος Διονύσιος, γυμναστική ο Αρίστων ο Αργείος, και μουσική ο Ακραγαντίνος Μέτελλος. Παραδίδονται επίσης, η μαθητεία του κοντά στον Κράτυλο, οπαδό της σκέψης του Ηρακλείτου, και η ενασχόληση του με τον τραγικό λόγο. Ό,τι όμως υπήρξε αποφασιστικό για τον ηθικοπνευματικό του προσανατολισμό, ήταν η γνωριμία του με τον δαιμόνιο άνδρα των Αθηνών, τον Σωκράτη, σε ηλικία είκοσι χρονών. Θα πρέπει ακόμα να σημειωθεί, πως οι πρώιμες προσωπικές του φιλοδοξίες, ήταν πιθανώς πολιτικές, όμως η σχέση του με τη Σωκρατική διδασκαλία και το Σωκρατικό ήθος, μετέβαλαν οριστικά τον πνευματικό προσανατολισμό του, τον έκαναν να καταστρέψει τα νεανικά του ποιητικά έργα και τον μετέστρεψαν οριστικά στη φιλοσοφία. Άλλωστε, γρήγορα αισθάνθηκε απέχθεια για τις βιαιότητες που διαδραματίζονταν στην πόλη του. Μετά την πτώση της ολιγαρχίας, ήλπιζε να βελτιωθεί η κατάσταση με την παλινόρθωση της δημοκρατίας. Τελικά όμως, διαπίστωσε πως δεν υπήρχε θέση για έναν ευσυνείδητο άνθρωπο στην αθηναϊκή πολιτική. Η θανάτωση λίγο αργότερα του δικαιότατου Σωκράτους και η επακόλουθή της ψυχολογική ατμόσφαιρα είχαν και τη συνέπεια να καταφύγει ο Πλάτων μαζί με άλλους σωκρατικούς στα Μέγαρα. Τότε έκλεινε τα τριάντα του χρόνια. Στα Μέγαρα έμεινε λίγο καιρό και από εκεί πήγε στην Κυρήνη όπου παρακολούθησε μαθήματα γεωμετρίας, έπειτα μετέβη στην Αίγυπτο. Ακόμα, ταξίδεψε στην Κάτω Ιταλία και από εκεί πήγε στη Σικελία όπου συνδέθηκε φιλικά με τον εικοσάχρονο τότε Δίωνα που με σύστασή του συναναστράφηκε με τον τύραννο Διονύσιο τον Πρεσβύτερο. Εκεί όμως, πουλήθηκε από τον τύραννο Διονύσιο ως δούλος σε κάποιον Αιγινήτη, επειδή επιχείρησε να πείσει τον ίδιο για τις αρχές της δικαιοσύνης που πρέπει να διέπουν την άσκηση της εξουσίας. Έπειτα ελευθερώθηκε με λίτρα από τον Κυρηναίο τον Ανίκκερη, ο οποίος ήταν πληροφορημένος για την προσωπικότητά του. Το 387 ο Πλάτων βρίσκεται και πάλι στην πατρίδα του όπου ιδρύει την Ακαδημία της φιλοσοφικής σχολής του, η οποία πήρε την ονομασία της από τον χώρο στον οποίο βρισκόταν το ιερό του ήρωα Ακάδημου. Το 347 επισφραγίζεται η ζωή του, με ήρεμο θάνατο και θάβεται στην Ακαδημία όπου δίδασκε.
To σύνολο του έργου του, συχνά τον κατατάσσει μεταξύ των κορυφαίων παγκοσμίων προσωπικοτήτων όλων των εποχών με τη μεγαλύτερη επιρροή, μαζί με τον δάσκαλο του, Σωκράτη, και τον μαθητή του, Αριστοτέλη.
Πληροφορίες για τη ζωή του Πλάτωνα αντλούμε κυρίως από αρχαίες βιογραφίες. Σημαντικότερες θεωρούνται εκείνες του Απουλήιου (De platone et eius dogmate, 2ος αι. μ.Χ.), του Διογένη Λαέρτιου (Βίοι καὶ γνῶμαι τῶν ἐν φιλοσοφίᾳ εὐδοκιμησάντων) και του Ολυμπιόδωρου (Βίος Πλάτωνος, 6ος αι. μ.Χ.). Όπως παραδίδεται από τη βιογραφική παράδοση, γεννήθηκε το 427 π.Χ. στην Αθήνα ή, κατά τον Διογένη, στην Αίγινα. Καταγόταν από εύπορη αριστοκρατική αθηναϊκή οικογένεια. Πατέρας του ήταν ο Αρίστων, από το γένος του βασιλιά Κόδρου, και μητέρα του η Περικτιόνη, η οποία ήταν αδερφή του Χαρμίδη, ενός από τους Τριάκοντα τυράννους, και ανιψιά του Κριτία, επίσης μέλος των Τριάκοντα, με καταγωγή από το γένος του νομοθέτη Σόλωνος. Αδέρφια του ήταν οι Αδείμαντος και Γλαύκων. Το πρώτο του όνομα ήταν Αριστοκλής, αλλά αργότερα ονομάστηκε Πλάτων επειδή είχε ευρύ στέρνο και πλατύ μέτωπο. Όταν ο πατέρας του πέθανε, η Περικτιόνη παντρεύτηκε το θείο της, Πυριλάμπη, ο οποίος συνδεόταν φιλικά με τον Περικλή. Ο Πλάτων γνώρισε τον Σωκράτη σε ηλικία 20 ετών και έμεινε κοντά του μέχρι τον θάνατό του το 399 π.Χ..
Μετά τη θανάτωση του Σωκράτη παρέμεινε στην Αθήνα για περίπου τρία χρόνια και κατόπιν κατέφυγε στα Μέγαρα, κοντά στον συμμαθητή του Ευκλείδη και άλλους σωκρατικούς. Ύστερα γύρισε στην Αθήνα, όπου για 10 χρόνια ασχολήθηκε με τη συγγραφή φιλοσοφικών έργων, τα οποία φέρουν τη σφραγίδα της σωκρατικής φιλοσοφίας. Στη συνέχεια εικάζεται πως ταξίδεψε στην Αίγυπτο και στην Κυρήνη, όπου σχετίστηκε με τον μαθηματικό Θεόδωρο, ωστόσο τα στοιχεία που διαθέτουμε για το ταξίδι αυτό θεωρούνται επισφαλή. Αντιθέτως, βεβαιότητα υπάρχει για τα ταξίδια του στη Σικελία και στην Κάτω Ιταλία. Στον Τάραντα 387 π.Χ.γνώρισε τους πυθαγόρειους, από τη φιλοσοφική σκέψη των οποίων επηρεάστηκε αποφασιστικά. Στην αυλή του βασιλιά των Συρακουσών Διονυσίου του πρεσβύτερου γνώρισε τον βασιλικό γυναικάδελφο Δίωνα, με τον οποίον συνδέθηκε φιλικά. Η φιλία όμως αυτή προκάλεσε τις υποψίες του Διονυσίου για συνωμοσία, γι' αυτό έδιωξε τον Πλάτωνα από τη Σικελία. Στην Αίγινα οδηγήθηκε προς πώληση σε σκλαβοπάζαρο όπου ο Κυρηναίος φίλος του Αννίκερις εξαγόρασε την ελευθερία του.
Επιστρέφοντας στην Αθήνα ίδρυσε τη φιλοσοφική σχολή του, την Ακαδημία (περ. 387 π.Χ.). Το 367 π.Χ ο Διονύσιος Β' ο νεότερος διαδέχτηκε τον Διονύσιο Α' στην εξουσία. Με προτροπή του Δίωνα, ο Διονύσιος προσκάλεσε τον Πλάτωνα ως σύμβουλό του και εκείνος αποδέχτηκε την πρόσκληση με την ελπίδα πως θα εφάρμοζε τα πολιτικά του ιδεώδη. Ταξίδεψε στις Συρακούσες το 366 π.Χ. ωστόσο σύντομα επήλθε ρήξη με τους άλλους συμβούλους του βασιλιά. Ο Δίων εξορίστηκε και ο Πλάτωνας παρέμεινε στην αυλή του Διονυσίου ως φιλοξενούμενος και αιχμάλωτος μέχρι το 365. Για τρίτη φορά ήρθε στην αυλή των Συρακουσών το 362 π.Χ., μετά τη συμφιλίωση του Δίωνα με τον Διονύσιο, ωστόσο νέες προστριβές μεταξύ τους οδήγησαν τον Πλάτωνα στην απόφαση να εγκαταλείψει τις Συρακούσες το 361. Επέστρεψε στην Αθήνα όπου μέχρι το θάνατό του ασχολήθηκε με τη διδασκαλία και με τη συγγραφή φιλοσοφικών έργων. Μέχρι τον 1ο αιώνα π.Χ, [Νεότερη περίοδος] υπό τη διεύθυνση του Αντίοχου του Ασκαλωνίτη η Ακαδημία αποτελούσε το κέντρο της πλατωνικής φιλοσοφίας. Στις αρχαίες βιογραφικές πηγές διακρίνονται ετερόκλητες κρίσεις για το χαρακτήρα του Πλάτωνα, καθώς σε ορισμένες παρουσιάζεται ως σοφός και θείος (θεϊκός) ενώ άλλες τον περιγράφουν ως υπερόπτη και ζηλόφθονο υπηρέτη των τυράννων, που σχεδίασε εσφαλμένα την εικόνα του Σωκράτη και των σοφιστών.
Έργο
Το συγγραφικό έργο του Πλάτωνα είναι αρχικά μνήμη και φήμη, εξιδανικευτική, του βίου και του θανάτου και του ήθους του Σωκράτη, αλλά και ανάπτυξη, ευμέθοδη και πολύπτυχη της διδασκαλίας του, πιστή ως κάποιο βαθμό στο πνεύμα του. Τα έργα του Πλάτωνα εκτός από την Απολογία και τις Επιστολές είναι γραμμένα σε μορφή διαλόγου. Ως κεντρικό πρόσωπο στους διαλόγους, εκτός από έναν, τους Νόμους, παρουσιάζεται ο Σωκράτης, ακόμη και όταν σε κάποιον διάλογο σαν να παραμερίζεται σε θέση ακροατή. Σε κανένα διάλογο δεν εμφανίζεται ο ίδιος ο Πλάτων. Οι συζητήσεις ονομάζονται με το όνομα ιστορικά υπαρκτών προσώπων και μόνο σε τρεις διαλόγους της τελευταίας περιόδου: στον Σοφιστή, στον Πολιτικό και στους Νόμους εμφανίζεται ως κύριος συζητητής δίχως μνεία ονόματος ο «Ελεάτης Ξένος» στον πρώτο, ο «Ξένος» στο δεύτερο, ο «Αθηναίος Ξένος» στον τρίτο. Στον Πλάτωνα αποδίδονται και 13 επιστολές, η γνησιότητα των οποίων γενικά αμφισβητείται, εκτός από την Ζ' Επιστολή όπου περιγράφει ο Πλάτωνας τη δραστηριότητά του στη Σικελία. Και στη συγγραφή ο φιλόσοφος μιμήθηκε τη διδασκαλία του Σωκράτη, ο οποίος δίδασκε διαλογικά. Οι διάλογοί του υπογράφονται συνήθως με το όνομα κάποιου από τα συνδιαλεγόμενα πρόσωπα, π.χ. Τίμαιος, Γοργίας, Πρωταγόρας κ.λπ. Έξι μόνο διάλογοι, το Συμπόσιον, η Πολιτεία, ο Σοφιστής, ο Πολιτικός, οι Νόμοι και η Επινομίς τιτλοφορούνται από το περιεχόμενό τους. Στους παλαιότερους διαλόγους διατηρεί την εικόνα του πραγματικού Σωκράτη, ενώ στους νεότερους, όπως εικάζουν οι φιλόλογοι, κάτω από το πρόσωπο του δάσκαλου κρύβεται ο ίδιος ο μαθητής.
Στον Πλάτωνα αποδίδονται περί τα τριάντα επιγράμματα της Παλατινής Ανθολογίας, πολλά από τα οποία αμφισβητούμενα.
Πληροφορίες για τη ζωή του Πλάτωνα αντλούμε κυρίως από αρχαίες βιογραφίες. Σημαντικότερες θεωρούνται εκείνες του Απουλήιου (De platone et eius dogmate, 2ος αι. μ.Χ.), του Διογένη Λαέρτιου (Βίοι καὶ γνῶμαι τῶν ἐν φιλοσοφίᾳ εὐδοκιμησάντων) και του Ολυμπιόδωρου (Βίος Πλάτωνος, 6ος αι. μ.Χ.). Όπως παραδίδεται από τη βιογραφική παράδοση, γεννήθηκε το 427 π.Χ. στην Αθήνα ή, κατά τον Διογένη, στην Αίγινα. Καταγόταν από εύπορη αριστοκρατική αθηναϊκή οικογένεια. Πατέρας του ήταν ο Αρίστων, από το γένος του βασιλιά Κόδρου, και μητέρα του η Περικτιόνη, η οποία ήταν αδερφή του Χαρμίδη, ενός από τους Τριάκοντα τυράννους, και ανιψιά του Κριτία, επίσης μέλος των Τριάκοντα, με καταγωγή από το γένος του νομοθέτη Σόλωνος. Αδέρφια του ήταν οι Αδείμαντος και Γλαύκων. Το πρώτο του όνομα ήταν Αριστοκλής, αλλά αργότερα ονομάστηκε Πλάτων επειδή είχε ευρύ στέρνο και πλατύ μέτωπο. Όταν ο πατέρας του πέθανε, η Περικτιόνη παντρεύτηκε το θείο της, Πυριλάμπη, ο οποίος συνδεόταν φιλικά με τον Περικλή. Ο Πλάτων γνώρισε τον Σωκράτη σε ηλικία 20 ετών και έμεινε κοντά του μέχρι τον θάνατό του το 399 π.Χ..
Μετά τη θανάτωση του Σωκράτη παρέμεινε στην Αθήνα για περίπου τρία χρόνια και κατόπιν κατέφυγε στα Μέγαρα, κοντά στον συμμαθητή του Ευκλείδη και άλλους σωκρατικούς. Ύστερα γύρισε στην Αθήνα, όπου για 10 χρόνια ασχολήθηκε με τη συγγραφή φιλοσοφικών έργων, τα οποία φέρουν τη σφραγίδα της σωκρατικής φιλοσοφίας. Στη συνέχεια εικάζεται πως ταξίδεψε στην Αίγυπτο και στην Κυρήνη, όπου σχετίστηκε με τον μαθηματικό Θεόδωρο, ωστόσο τα στοιχεία που διαθέτουμε για το ταξίδι αυτό θεωρούνται επισφαλή. Αντιθέτως, βεβαιότητα υπάρχει για τα ταξίδια του στη Σικελία και στην Κάτω Ιταλία. Στον Τάραντα 387 π.Χ.γνώρισε τους πυθαγόρειους, από τη φιλοσοφική σκέψη των οποίων επηρεάστηκε αποφασιστικά. Στην αυλή του βασιλιά των Συρακουσών Διονυσίου του πρεσβύτερου γνώρισε τον βασιλικό γυναικάδελφο Δίωνα, με τον οποίον συνδέθηκε φιλικά. Η φιλία όμως αυτή προκάλεσε τις υποψίες του Διονυσίου για συνωμοσία, γι' αυτό έδιωξε τον Πλάτωνα από τη Σικελία. Στην Αίγινα οδηγήθηκε προς πώληση σε σκλαβοπάζαρο όπου ο Κυρηναίος φίλος του Αννίκερις εξαγόρασε την ελευθερία του.
Επιστρέφοντας στην Αθήνα ίδρυσε τη φιλοσοφική σχολή του, την Ακαδημία (περ. 387 π.Χ.). Το 367 π.Χ ο Διονύσιος Β' ο νεότερος διαδέχτηκε τον Διονύσιο Α' στην εξουσία. Με προτροπή του Δίωνα, ο Διονύσιος προσκάλεσε τον Πλάτωνα ως σύμβουλό του και εκείνος αποδέχτηκε την πρόσκληση με την ελπίδα πως θα εφάρμοζε τα πολιτικά του ιδεώδη. Ταξίδεψε στις Συρακούσες το 366 π.Χ. ωστόσο σύντομα επήλθε ρήξη με τους άλλους συμβούλους του βασιλιά. Ο Δίων εξορίστηκε και ο Πλάτωνας παρέμεινε στην αυλή του Διονυσίου ως φιλοξενούμενος και αιχμάλωτος μέχρι το 365. Για τρίτη φορά ήρθε στην αυλή των Συρακουσών το 362 π.Χ., μετά τη συμφιλίωση του Δίωνα με τον Διονύσιο, ωστόσο νέες προστριβές μεταξύ τους οδήγησαν τον Πλάτωνα στην απόφαση να εγκαταλείψει τις Συρακούσες το 361. Επέστρεψε στην Αθήνα όπου μέχρι το θάνατό του ασχολήθηκε με τη διδασκαλία και με τη συγγραφή φιλοσοφικών έργων. Μέχρι τον 1ο αιώνα π.Χ, [Νεότερη περίοδος] υπό τη διεύθυνση του Αντίοχου του Ασκαλωνίτη η Ακαδημία αποτελούσε το κέντρο της πλατωνικής φιλοσοφίας. Στις αρχαίες βιογραφικές πηγές διακρίνονται ετερόκλητες κρίσεις για το χαρακτήρα του Πλάτωνα, καθώς σε ορισμένες παρουσιάζεται ως σοφός και θείος (θεϊκός) ενώ άλλες τον περιγράφουν ως υπερόπτη και ζηλόφθονο υπηρέτη των τυράννων, που σχεδίασε εσφαλμένα την εικόνα του Σωκράτη και των σοφιστών.
Έργο
Το συγγραφικό έργο του Πλάτωνα είναι αρχικά μνήμη και φήμη, εξιδανικευτική, του βίου και του θανάτου και του ήθους του Σωκράτη, αλλά και ανάπτυξη, ευμέθοδη και πολύπτυχη της διδασκαλίας του, πιστή ως κάποιο βαθμό στο πνεύμα του. Τα έργα του Πλάτωνα εκτός από την Απολογία και τις Επιστολές είναι γραμμένα σε μορφή διαλόγου. Ως κεντρικό πρόσωπο στους διαλόγους, εκτός από έναν, τους Νόμους, παρουσιάζεται ο Σωκράτης, ακόμη και όταν σε κάποιον διάλογο σαν να παραμερίζεται σε θέση ακροατή. Σε κανένα διάλογο δεν εμφανίζεται ο ίδιος ο Πλάτων. Οι συζητήσεις ονομάζονται με το όνομα ιστορικά υπαρκτών προσώπων και μόνο σε τρεις διαλόγους της τελευταίας περιόδου: στον Σοφιστή, στον Πολιτικό και στους Νόμους εμφανίζεται ως κύριος συζητητής δίχως μνεία ονόματος ο «Ελεάτης Ξένος» στον πρώτο, ο «Ξένος» στο δεύτερο, ο «Αθηναίος Ξένος» στον τρίτο. Στον Πλάτωνα αποδίδονται και 13 επιστολές, η γνησιότητα των οποίων γενικά αμφισβητείται, εκτός από την Ζ' Επιστολή όπου περιγράφει ο Πλάτωνας τη δραστηριότητά του στη Σικελία. Και στη συγγραφή ο φιλόσοφος μιμήθηκε τη διδασκαλία του Σωκράτη, ο οποίος δίδασκε διαλογικά. Οι διάλογοί του υπογράφονται συνήθως με το όνομα κάποιου από τα συνδιαλεγόμενα πρόσωπα, π.χ. Τίμαιος, Γοργίας, Πρωταγόρας κ.λπ. Έξι μόνο διάλογοι, το Συμπόσιον, η Πολιτεία, ο Σοφιστής, ο Πολιτικός, οι Νόμοι και η Επινομίς τιτλοφορούνται από το περιεχόμενό τους. Στους παλαιότερους διαλόγους διατηρεί την εικόνα του πραγματικού Σωκράτη, ενώ στους νεότερους, όπως εικάζουν οι φιλόλογοι, κάτω από το πρόσωπο του δάσκαλου κρύβεται ο ίδιος ο μαθητής.
Στον Πλάτωνα αποδίδονται περί τα τριάντα επιγράμματα της Παλατινής Ανθολογίας, πολλά από τα οποία αμφισβητούμενα.
Η χρονολόγηση των πλατωνικών διαλόγων
Αλεξανδρινοί λόγιοι και σχολιαστές έβαλαν πρώτοι το ζήτημα της χρονικής σειράς των πλατωνικών διαλόγων, όμως δίχως αντικειμενικά κριτήρια. Κατά την Αναγέννηση ήταν η δεύτερη φορά που ετέθη πάλιν το πρόβλημα της χρονικής σειράς των διαλόγων, και τότε όμως, δίχως αποτέλεσμα, γιατί ούτε με κριτήρια ούτε με μέθοδο έγινε.
Υπάρχει η δυνατότητα, μερικοί διάλογοι να χρονολογηθούν απόλυτα, δηλαδή ή να τοποθετηθούν σε ορισμένο χρονικό σημείο ή με βάση έναν terminum post quem να περιορισθούν μέσα σε διάστημα αρκετά στενό για το χρόνο της συγγραφής τους.
Έτσι, όλα τα έργα που προϋποθέτουν το θάνατο του διδασκάλου έχουν γραφεί ύστερα από το έτος 399 π.Χ. Είναι πιθανόν, ότι πρώτη κατά σειράν σ΄ αυτά τα έργα έρχεται η «Απολογία» και ύστερα ακολουθούν τα άλλα «Κρίτων» και «Ευθύφρων» για την ευσέβεια. Επίσης είναι βέβαιο ότι ο «Φαίδων» είναι το τελευταίο έργο της σειράς αυτής, γιατί εδώ πια έχουμε καθαρή τη θεωρία της ιδέας.
Άλλη μεγάλη ιστορική τομή μέσα στη ζωή και το έργο του Πλάτωνα είναι το άνοιγμα της Ακαδημίας, δηλαδή το έτος 387 π.Χ. Όλοι λοιπόν οι διάλογοι, όσοι υποδηλώνουν το διδακτικό έργο της Ακαδημίας, καθώς επίσης και όσοι μαρτυρούν σπουδές μαθηματικές και ιατρικές, έχουν γραφεί ύστερα από το άνοιγμα της Ακαδημίας. Την απαρχή αυτής της σειράς αποτελεί ο «Γοργίας»,προγραμματικό έργο του ανοίγματος της Ακαδημίας, όπως και ο Μένων που έχει σαφέστατη σχέση με τα μαθηματικά και με τις έννοιες της ιατρικής επιστήμης.
Ο «Μενέξενος» πρέπει να τοποθετηθεί μετά το έτος 386 π.Χ., διότι, όπως φαίνεται από τον οικείο διάλογο, προϋποθέτει την «βασιλέως ειρήνη», την Ανταλκίδεια ειρήνη..
Το «Συμπόσιον» τοποθετείται αμέσως μετά το έτος 385 π.Χ. από όλους εκείνους οι οποίοι σχετίζουν όσα λέγονται για το σκόρπισμα των Μαντινιέων σε χωριά, πράγμα που έγινε το 386 π.Χ. .
Αμέσως μετά το έτος 369 π.Χ. πρέπει να είναι γραμμένος ο «Θεαίτητος», διότι ο μαθηματικός Θεαίτητος τραυματίστηκε το έτος αυτό στη μάχη των Αθηναίων με τους Θηβαίους που έγινε το έτος αυτό και πέθανε εξαιτίας αυτού. Ο διάλογος είναι λοιπόν μνημόσυνο εις Θεαίτητον.
Ο Ούλριχ Βιλαμόβιτς είναι εκείνος που μελέτησε και τα έργα του Tenneman, Schlermacher, Zeller και έφερε εις πέρας το έργο τούτο: Δύο πράγματα είναι σήμερα πια βέβαια ότι πρώτον το ύφος του Πλάτωνος, όσο προχωρεί ο ίδιος σε ηλικία γίνεται δύσκαμπτο, χάνει την πλαστικότητα που έχουν διάλογοι της ακμής καθώς και την ευχέρεια της αισθητικής σκηνοθεσίας που έχουν τα πρώτα δοκίμια της δημιουργίας του. Και δεύτερον, ότι ύστερα από τη μυθοποιία της ιδέας, όπως παρουσιάζεται στα στα τρία έργα «Συμπόσιο» «Φαίδωνα» ή περί ψυχής, όπου περιγράφονται οι τελευταίες στιγμές του Σωκράτη και «Φαίδρο», στα πολύ πιό ώριμα χρόνια της ζωής του ο Πλάτων έγραψε τα καθαρώς λογικά έργα «Παρμενίδης» ή περί ιδεών, «Θεαίτητο» ή περί επιστήμης, «Σοφιστής» ή περί του μη όντος, «Πολιτικός» και «Φίληβος» ή περί ηδονής ηθικός, όπου ο λόγος άσκεπος πια από μύθο, όλος ρώμη και κάματο πορεύεται μόνος προς το ιδανικό τέρμα της ζωής του, την ιδέα.
Πλαστοί διάλογοι
Η στατιστική όμως της γλώσσας η μαζί με την κριτική του περιεχομένου των διαλόγων δεν έλυσαν μόνον το ζήτημα της χρονολογικής τους σειράς, αλλά τερμάτισαν και το ζήτημα της γνησιότητας. Ότι οι διάλογοι αυτοί είναι υποβολιμαίοι, προκύπτει όχι μόνον από τη γλωσσική κριτική, αλλά και από εσωτερικούς λόγους, δηλαδή το περιεχόμενό τους δεν είναι καθ΄ όλα σύμφωνα με την πλατωνική φιλοσοφία.
Έτσι κατά τη σημερινή κρίση της φιλολογίας, πρέπει από τους διαλόγους, που ο παλιός γραμματικός Θράσυλλος έχει κατατάξει σε τετραλογίες, να θεωρηθούν πλαστοί οι ακόλουθοι διάλογοι: ο «Αλκιβιάδης ΙΙ», ο «Ίππαρχος», οι «Αντερασταί», ο «Θεάγης», ο «Κλειτοφών», ο «Μίνως», η «Επινομίς». Ο «Αλκιβιάδης ο Ι» ή ο μείζων είναι φανερόν, ότι προϋποθέτει τον «Αλκιβιάδη το ΙΙ» ή ελάσσονα, ώστε είναι γραμμένος ύστερα απ΄ αυτόν. Πλαστά είναι επίσης και τα δοκίμια που ο Θράσυλλος άφησε έξω από τις τετραλογίες του, δηλαδή οι «Όροι», «Περί δικαίου», «Περί αρετής», ο «Δημόδοκος», ο «Σίσυφος», η «Αλκυών», ο «Ερυξίας», ο «Αξίοχος».
Φιλοσοφία
Η έννοια του δικαίου κατέχει εξέχουσα θέση στο πλατωνικό έργο και ειδικότερα στη μεγαλειώδη σύνθεση του Πλάτωνα, την Πολιτεία, αποτελεί κεντρικό θέμα.
Στον Πρωταγόρα :
Πλατωνικός διάλογος
Κάθε διάλογος είναι δοκίμιο της πλατωνικής τέχνης και της πλατωνικής διαλεκτικής, το ιδιαίτερο κλίμα της πλατωνικής ψυχής και φιλοσοφίας. Ο Σωκράτης που απουσιάζει από το τελευταίο έργο της πλατωνικής δημιουργίας, τους Νόμους, χειρίζεται μέσα στο διάλογο κυρίαρχα όλα τα είδη του λόγου γιατί στην πλατωνική φιλοσοφία προπορεύεται η θέαση και ακολουθεί η αφαίρεση. Ο έρως, η ελευθερία, η ανάγκη, ο θάνατος, η ψυχή και κρίση της, η δημιουργία του κόσμου και η ιδέα είναι τα θέματα του φιλοσοφικού πλατωνικού μύθου.
Η πλατωνική φιλοσοφία είναι δυϊστική, χωρίζοντας τον κόσμο σε μία υλική και μία ιδεατή σφαίρα ύπαρξης. Αυτό γίνεται με την εισαγωγή της θεωρίας των ιδεών, οι οποίες κατά τον Πλάτωνα είναι τα αιώνια αρχέτυπα των αισθητών, υλικών πραγμάτων, υπερβατικές φόρμες που γίνονται αντιληπτές μόνο με τη λογική και όχι με τις αισθήσεις. Τα αισθητά αντικείμενα τα θεωρεί κατώτερα, υλικά και φθαρτά είδωλα των ιδεών, οι οποίες τα μορφοποιούν. Έτσι π.χ. κάθε άλογο είναι υλικό στιγμιότυπο, ή αντανάκλαση, της άυλης ιδέας "άλογο", η οποία συγκεντρώνει τα αναλλοίωτα και κοινά χαρακτηριστικά όλων των αλόγων (αφηρημένες έννοιες όπως η δικαιοσύνη ή η ομορφιά έχουν επίσης τις δικές τους αρχετυπικές ιδέες). Ο Πλάτων λοιπόν αναγνωρίζει δύο διαφορετικούς κόσμους, τον αισθητό, ο οποίος διαρκώς μεταβάλλεται και βρίσκεται σε ασταμάτητη ροή, κατά τον Ηράκλειτο, και τον νοητό κόσμο, τον αναλλοίωτο, δηλαδή τις ιδέες, οι οποίες υπάρχουν σε τόπο επουράνιο. Αυτές είναι τα αρχέτυπα του ορατού κόσμου, τα αιώνια πρότυπα και υποδείγματα τα οποία συντηρούν τη μορφή των υποκείμενων υλικών σωμάτων. Πρόκειται δηλαδή για ένα δυϊστικό, ιεραρχικό μεταφυσικό σύστημα.
Ο Πλάτωνας ανέπτυξε συστηματικά τις διδασκαλίες του πυθαγορισμού, ευνοώντας όπως και ο Πυθαγόρας τα μαθηματικά, τα οποία έβλεπε ως "παράθυρο" στον κόσμο των ιδεών αφού ασχολούνται με άυλες και αναλλοίωτες έννοιες οι οποίες διαμορφώνουν τον κόσμο και ως μέσο προετοιμασίας για τη σωκρατική διαλεκτική. Κατηγορήθηκε ότι με τη θεωρία των ιδεών αποκάλυπτε "τα μυστικά των Μυστηρίων" στα οποία προφανώς ήταν μυημένος. Η γνωσιολογία του ήταν καθαρά ορθολογική, καθώς πίστευε ότι μόνο με τον νου μπορούν να προσεγγιστούν οι ιδέες και άρα η πραγματική, βαθύτερη φύση του κόσμου. Η εμπειρία των αισθήσεων για τον Πλάτωνα ήταν από αβέβαιη έως ψευδής, ενώ αντιθέτως η λογική διερεύνηση αποκάλυπτε έμφυτη γνώση, ενόραση των ανάλογων υπερβατικών ιδεών, η οποία προϋπήρχε με λανθάνουσα μορφή στον νου λόγω της θείας καταγωγής της ψυχής πριν την ενσάρκωση της. Αυτή η νοητική σύλληψη του λογικά αναγκαίου εκλαμβάνεται ως «ανάμνηση».Υψηλότερη ιδέα θεωρούσε την ιδέα του Αγαθού (Ο,τι είναι ο ήλιος για τον αισθητό κόσμο τούτο είναι η ιδέα του αγαθού για το νοητό) από την οποία απέρρεαν όλες οι άλλες.
Στην ψυχή ο Πλάτωνας απέδειξε ότι δεν μπορεί να να παρομοιαστεί με την αρμονία απαντώντας στον συνδιαλεγόμενο Σιμμία [οὐ συγχωρῶ τῇ Σιμμίου ἀντιλήψει· δοκεῖ γάρ μοι πᾶσι τούτοις πάνυ πολὺ διαφέρειν], αφού εναντιώνεται συχνά στα πάθη του σώματος και επίσης πως η ψυχή ως έννοια είναι ασυμβίβαστη με την έννοια του θανάτου και συνεπώς δεν εξαρτάται από το σώμα στο οποίο ενσαρκώνεται και υποστηρίζει, ότι τα σύνθετα μεταβάλλονται και διαλύονται, ενώ τα μη σύνθετα,[μονοειδὲς ὂν αὐτὸ καθ᾽ αὑτό, ὡσαύτως κατὰ ταὐτὰ ἔχει καὶ οὐδέποτε οὐδαμῇ οὐδαμῶς ἀλλοίωσιν οὐδεμίαν ἐνδέχεται] όπως η ψυχή, μένουν αναλλοίωτα και άφθαρτα. Με τη φράση που απευθύνει στο τέλος στον Κρίτωνα: «Μην αμελήσετε να εξοφλήσετε αυτό το χρέος», να θυσιάσουν ένα κόκορα. Την υποχρέωση να θυσιάζουν κόκορα στον Ασκληπιό είχαν όσοι σώζονταν από μια αρρώστια και βρίσκονταν σε ανάρρωση. Για τον Σωκράτη, αρρώστια ήταν η επίγεια, γιατί η ψυχή του ήταν έγκλειστη στο σώμα. Ο θάνατος ήταν η ώρα της ανάρρωσης, επειδή απέδιδε στη ψυχή την ελευθερία και την αθανασία της [μετοίκηση ψυχής].
Η θεωρία του Πλάτωνος για τις ιδέες στην Πολιτεία: Ο Πλάτων μίλησε στην Πολιτεία για τον νοητό τόπο όπου υπάρχουν οι ιδέες (τα νοούμενα) και τον ορατό τόπο όπου υπάρχουν τα ορώμενα. Θεωρεί τον ήλιο έκγονον του αγαθού. Στη συνέχεια ορίζει την ιδέα του αγαθού ως υπερέχουσα όλων των ιδεών, δίνοντας έτσι μια ιεράρχηση των ιδεών, με ανώτερη όλων αυτήν του αγαθού: Η ιδέα του αγαθού είναι η αιτία της γνώσης και της αλήθειας. Όπως το φως και η όψη είναι ηλιοειδή αλλά όχι ο ήλιος, έτσι και η γνώση και η επιστήμη είναι αγαθοειδή αλλά όχι το ίδιο το αγαθό . Ακόμη αναφέρει ότι το αγαθό παρέχει σε όλα τα γιγνωσκόμενα (δηλαδή τις ιδέες) όχι μόνο τη δυνατότητα να γίνονται γνωστά, αλλά και την ίδια την ουσία και το είναι τους, καθώς το αγαθό είναι επέκεινα της ουσίας, υπερέχοντας αυτής κατά τη δύναμη. Τέλος μιλά για την προσέγγιση των ιδεών μέσω της διαλεκτικής, αναφερόμενος σε δύο τμήματα του νοητού. Στο πρώτο τμήμα η ψυχή χρησιμοποιεί εικόνες και προχωρά στην αναζήτηση μέσω υποθέσεων, κατευθυνόμενη στο τέλος και όχι στην αρχή (στο αποτέλεσμα και όχι την αιτία). Στο δεύτερο τμήμα η ψυχή χωρίς εικόνες αλλά με τα είδη καθεαυτά οδηγείται στην ανυπόθετη αρχή. Στο πρώτο τμήμα αντιστοιχεί η νόησις, η επιστήμη του διαλέγεσθαι σχετικά με το ον και το νοητό, ενώ στο δεύτερο η διάνοια (η τέχνη των γεωμετρικών), κατώτερη από τη νόηση. Υπάρχουν ακόμη δύο τμήματα του νοητού, κατώτερα από τα προηγούμενα με αντίστοιχα παθήματα στην ψυχή, η πίστις και η εικασία
Θεολογική σκέψη
Η άποψη αυτή του Πλάτωνα που προϋποθέτει «κάθαρση» παραδοσιακών μύθων που περιείχαν απάνθρωπες συμπεριφορές θεών και αναίρεση της αντίληψης για το φθόνο των θεών (η οποία κυριαρχεί στον Όμηρο και τον Ηρόδοτο) δείχνει τη σημαντική πρόοδο που σημείωσε η θεολογική σκέψη των Ελλήνων και που επιγραμματικά διατυπώνεται για πρώτη φορά από τον Ευριπίδη στην Ιφιγένεια εν Ταύροις «οὐδένα γὰρ οἶμαι (νομίζω) δαιμόνων (Θεών) εἶναι κακόν.
Ο δε Σωκράτης στην Απολογία του διακηρύττει: «δεν δημιουργείται από τα χρήματα η αρετή αλλά από την αρετή τα χρήματα και όλα τα άλλα αγαθά των ανθρώπων, και στην ιδιωτική και στη δημόσια ζωή» (οὐκ ἐκ χρημάτων ἀρετὴ γίγνεται, ἀλλ᾽ ἐξ ἀρετῆς χρήματα καὶ τὰ ἄλλα ἀγαθὰ τοῖς ἀνθρώποις).
Στον Πρωταγόρα :
«ὁ δέ νόμος τύραννος ὢν τῶν ἀνθρώπων πολλά παρά φύσιν, βιάζεται (παραβιάζει)»διατυπώνεται η διάκριση φυσικού και θετικού δικαίου) και στο ίδιο έργο στο γνωστό μύθο του Πρωταγόρα ο Δίας τελικά αποφαίνεται δίνοντας εντολή στον Ερμή:«καὶ νόμον γε θὲς παρ’ ἐμοῦ τὸν μὴ δυνάμενον αἰδοῦς καὶ δίκης μετέχειν κτείνειν ὡς νόσον πόλεως».Στον Γοργία:
Επισημαίνεται ότι το συμφέρον του ρήτορα δεν είναι να ικανοποιεί τη ματαιοδοξία του, αλλά να επιδιώκει το καλόν και το δίκαιο και διατυπώνει τι αξίωμα:«τό ἀδικείν αἴσχιον εἶναι τοῦ ἀδικείσθαι»Ενώ στην Πολιτεία:
Υποστηρίζεται (Θρασύμαχος):
«δίκαιον εἶναι οὑκ άλλο τι ή τοῦ κρείττονος συμφέρον», ανάλογα προς το εκάστοτε κρατούν πολιτικό καθεστώς, αλλά και στο Ευθύφρονα γίνεται απόπειρα ορισμού του τι είναι όσιο και το τι ανόσιο.
Πλατωνικός διάλογος
Κάθε διάλογος είναι δοκίμιο της πλατωνικής τέχνης και της πλατωνικής διαλεκτικής, το ιδιαίτερο κλίμα της πλατωνικής ψυχής και φιλοσοφίας. Ο Σωκράτης που απουσιάζει από το τελευταίο έργο της πλατωνικής δημιουργίας, τους Νόμους, χειρίζεται μέσα στο διάλογο κυρίαρχα όλα τα είδη του λόγου γιατί στην πλατωνική φιλοσοφία προπορεύεται η θέαση και ακολουθεί η αφαίρεση. Ο έρως, η ελευθερία, η ανάγκη, ο θάνατος, η ψυχή και κρίση της, η δημιουργία του κόσμου και η ιδέα είναι τα θέματα του φιλοσοφικού πλατωνικού μύθου.
Η πλατωνική φιλοσοφία είναι δυϊστική, χωρίζοντας τον κόσμο σε μία υλική και μία ιδεατή σφαίρα ύπαρξης. Αυτό γίνεται με την εισαγωγή της θεωρίας των ιδεών, οι οποίες κατά τον Πλάτωνα είναι τα αιώνια αρχέτυπα των αισθητών, υλικών πραγμάτων, υπερβατικές φόρμες που γίνονται αντιληπτές μόνο με τη λογική και όχι με τις αισθήσεις. Τα αισθητά αντικείμενα τα θεωρεί κατώτερα, υλικά και φθαρτά είδωλα των ιδεών, οι οποίες τα μορφοποιούν. Έτσι π.χ. κάθε άλογο είναι υλικό στιγμιότυπο, ή αντανάκλαση, της άυλης ιδέας "άλογο", η οποία συγκεντρώνει τα αναλλοίωτα και κοινά χαρακτηριστικά όλων των αλόγων (αφηρημένες έννοιες όπως η δικαιοσύνη ή η ομορφιά έχουν επίσης τις δικές τους αρχετυπικές ιδέες). Ο Πλάτων λοιπόν αναγνωρίζει δύο διαφορετικούς κόσμους, τον αισθητό, ο οποίος διαρκώς μεταβάλλεται και βρίσκεται σε ασταμάτητη ροή, κατά τον Ηράκλειτο, και τον νοητό κόσμο, τον αναλλοίωτο, δηλαδή τις ιδέες, οι οποίες υπάρχουν σε τόπο επουράνιο. Αυτές είναι τα αρχέτυπα του ορατού κόσμου, τα αιώνια πρότυπα και υποδείγματα τα οποία συντηρούν τη μορφή των υποκείμενων υλικών σωμάτων. Πρόκειται δηλαδή για ένα δυϊστικό, ιεραρχικό μεταφυσικό σύστημα.
Ο Πλάτωνας ανέπτυξε συστηματικά τις διδασκαλίες του πυθαγορισμού, ευνοώντας όπως και ο Πυθαγόρας τα μαθηματικά, τα οποία έβλεπε ως "παράθυρο" στον κόσμο των ιδεών αφού ασχολούνται με άυλες και αναλλοίωτες έννοιες οι οποίες διαμορφώνουν τον κόσμο και ως μέσο προετοιμασίας για τη σωκρατική διαλεκτική. Κατηγορήθηκε ότι με τη θεωρία των ιδεών αποκάλυπτε "τα μυστικά των Μυστηρίων" στα οποία προφανώς ήταν μυημένος. Η γνωσιολογία του ήταν καθαρά ορθολογική, καθώς πίστευε ότι μόνο με τον νου μπορούν να προσεγγιστούν οι ιδέες και άρα η πραγματική, βαθύτερη φύση του κόσμου. Η εμπειρία των αισθήσεων για τον Πλάτωνα ήταν από αβέβαιη έως ψευδής, ενώ αντιθέτως η λογική διερεύνηση αποκάλυπτε έμφυτη γνώση, ενόραση των ανάλογων υπερβατικών ιδεών, η οποία προϋπήρχε με λανθάνουσα μορφή στον νου λόγω της θείας καταγωγής της ψυχής πριν την ενσάρκωση της. Αυτή η νοητική σύλληψη του λογικά αναγκαίου εκλαμβάνεται ως «ανάμνηση».Υψηλότερη ιδέα θεωρούσε την ιδέα του Αγαθού (Ο,τι είναι ο ήλιος για τον αισθητό κόσμο τούτο είναι η ιδέα του αγαθού για το νοητό) από την οποία απέρρεαν όλες οι άλλες.
Στην ψυχή ο Πλάτωνας απέδειξε ότι δεν μπορεί να να παρομοιαστεί με την αρμονία απαντώντας στον συνδιαλεγόμενο Σιμμία [οὐ συγχωρῶ τῇ Σιμμίου ἀντιλήψει· δοκεῖ γάρ μοι πᾶσι τούτοις πάνυ πολὺ διαφέρειν], αφού εναντιώνεται συχνά στα πάθη του σώματος και επίσης πως η ψυχή ως έννοια είναι ασυμβίβαστη με την έννοια του θανάτου και συνεπώς δεν εξαρτάται από το σώμα στο οποίο ενσαρκώνεται και υποστηρίζει, ότι τα σύνθετα μεταβάλλονται και διαλύονται, ενώ τα μη σύνθετα,[μονοειδὲς ὂν αὐτὸ καθ᾽ αὑτό, ὡσαύτως κατὰ ταὐτὰ ἔχει καὶ οὐδέποτε οὐδαμῇ οὐδαμῶς ἀλλοίωσιν οὐδεμίαν ἐνδέχεται] όπως η ψυχή, μένουν αναλλοίωτα και άφθαρτα. Με τη φράση που απευθύνει στο τέλος στον Κρίτωνα: «Μην αμελήσετε να εξοφλήσετε αυτό το χρέος», να θυσιάσουν ένα κόκορα. Την υποχρέωση να θυσιάζουν κόκορα στον Ασκληπιό είχαν όσοι σώζονταν από μια αρρώστια και βρίσκονταν σε ανάρρωση. Για τον Σωκράτη, αρρώστια ήταν η επίγεια, γιατί η ψυχή του ήταν έγκλειστη στο σώμα. Ο θάνατος ήταν η ώρα της ανάρρωσης, επειδή απέδιδε στη ψυχή την ελευθερία και την αθανασία της [μετοίκηση ψυχής].
Η θεωρία του Πλάτωνος για τις ιδέες στην Πολιτεία: Ο Πλάτων μίλησε στην Πολιτεία για τον νοητό τόπο όπου υπάρχουν οι ιδέες (τα νοούμενα) και τον ορατό τόπο όπου υπάρχουν τα ορώμενα. Θεωρεί τον ήλιο έκγονον του αγαθού. Στη συνέχεια ορίζει την ιδέα του αγαθού ως υπερέχουσα όλων των ιδεών, δίνοντας έτσι μια ιεράρχηση των ιδεών, με ανώτερη όλων αυτήν του αγαθού: Η ιδέα του αγαθού είναι η αιτία της γνώσης και της αλήθειας. Όπως το φως και η όψη είναι ηλιοειδή αλλά όχι ο ήλιος, έτσι και η γνώση και η επιστήμη είναι αγαθοειδή αλλά όχι το ίδιο το αγαθό . Ακόμη αναφέρει ότι το αγαθό παρέχει σε όλα τα γιγνωσκόμενα (δηλαδή τις ιδέες) όχι μόνο τη δυνατότητα να γίνονται γνωστά, αλλά και την ίδια την ουσία και το είναι τους, καθώς το αγαθό είναι επέκεινα της ουσίας, υπερέχοντας αυτής κατά τη δύναμη. Τέλος μιλά για την προσέγγιση των ιδεών μέσω της διαλεκτικής, αναφερόμενος σε δύο τμήματα του νοητού. Στο πρώτο τμήμα η ψυχή χρησιμοποιεί εικόνες και προχωρά στην αναζήτηση μέσω υποθέσεων, κατευθυνόμενη στο τέλος και όχι στην αρχή (στο αποτέλεσμα και όχι την αιτία). Στο δεύτερο τμήμα η ψυχή χωρίς εικόνες αλλά με τα είδη καθεαυτά οδηγείται στην ανυπόθετη αρχή. Στο πρώτο τμήμα αντιστοιχεί η νόησις, η επιστήμη του διαλέγεσθαι σχετικά με το ον και το νοητό, ενώ στο δεύτερο η διάνοια (η τέχνη των γεωμετρικών), κατώτερη από τη νόηση. Υπάρχουν ακόμη δύο τμήματα του νοητού, κατώτερα από τα προηγούμενα με αντίστοιχα παθήματα στην ψυχή, η πίστις και η εικασία
Θεολογική σκέψη
Η άποψη αυτή του Πλάτωνα που προϋποθέτει «κάθαρση» παραδοσιακών μύθων που περιείχαν απάνθρωπες συμπεριφορές θεών και αναίρεση της αντίληψης για το φθόνο των θεών (η οποία κυριαρχεί στον Όμηρο και τον Ηρόδοτο) δείχνει τη σημαντική πρόοδο που σημείωσε η θεολογική σκέψη των Ελλήνων και που επιγραμματικά διατυπώνεται για πρώτη φορά από τον Ευριπίδη στην Ιφιγένεια εν Ταύροις «οὐδένα γὰρ οἶμαι (νομίζω) δαιμόνων (Θεών) εἶναι κακόν.
Ο δε Σωκράτης στην Απολογία του διακηρύττει: «δεν δημιουργείται από τα χρήματα η αρετή αλλά από την αρετή τα χρήματα και όλα τα άλλα αγαθά των ανθρώπων, και στην ιδιωτική και στη δημόσια ζωή» (οὐκ ἐκ χρημάτων ἀρετὴ γίγνεται, ἀλλ᾽ ἐξ ἀρετῆς χρήματα καὶ τὰ ἄλλα ἀγαθὰ τοῖς ἀνθρώποις).
«δημοσίᾳ δὲ οὐ τολμῶ ἀναβαίνων εἰς τὸ πλῆθος τὸ ὑμέτερον συμβουλεύειν τῇ πόλει. τούτου δὲ αἴτιόν ἐστιν ὃ ὑμεῖς ἐμοῦ πολλάκις ἀκηκόατε πολλαχοῦ λέγοντος, ὅτι μοι θεῖόν τι καὶ δαιμόνιον γίγνεται [φωνή], ὃ δὴ καὶ ἐν τῇ γραφῇ ἐπικωμῳδῶν Μέλητος (έγραψε και στην καταγελλία του διακωμωδώντας το)ἐγράψατο».
Papirus Oxyrhynchus, with fragment of Plato's Republic
«Όντας απασχολημένος μ΄αυτό το έργο δεν ευκαιρώ ούτε για την πόλη να κάνω τίποτα αξιόλογο ούτε για την οικογένειά μου, αλλά βρίσκομαι σε φοβερή φτώχεια υπηρετώντας τον θεό» (πενίᾳ μυρίᾳ εἰμὶ διὰ τὴν τοῦ θεοῦ λατρείαν )
«Σε μένα λοιπόν αυτό άρχισε να υπάρχει από τότε που ήμουνα παιδί, είναι μια εσωτερική φωνή που ακούω, η οποία, όποτε την ακούω, πάντοτε με αποτρέπει από κάτι που πρόκειται να κάνω, και ποτέ δεν με προτρέπει σε τίποτε. Αυτή είναι που με εμποδίζει ν΄ασχοληθώ με την πολιτική. Και μου φαίνεται, ότι κάνει πάρα πολύ καλά που με εμποδίζει γιατί θα είχα αφανιστεί και ούτε εσάς θα είχα ωφελήσει σε τίποτα ούτε τον εαυτό μου» Απολογία Σωκράτους
Στον «Φαίδωνα» όμως ο Σωκράτης έρχεται κοντά στο θάνατο και τον γνωρίζει. Ο θάνατος είναι κι΄αυτός, όπως και ο έρως, ένας σύντροφος της ζωής που πρέπει να συμφιλιωθείς μαζί του. ΄Όλοι όσοι φιλοσοφούν αληθινά γνωρίζονται βαθιά με τον θάνατο.
«Σε μένα λοιπόν αυτό άρχισε να υπάρχει από τότε που ήμουνα παιδί, είναι μια εσωτερική φωνή που ακούω, η οποία, όποτε την ακούω, πάντοτε με αποτρέπει από κάτι που πρόκειται να κάνω, και ποτέ δεν με προτρέπει σε τίποτε. Αυτή είναι που με εμποδίζει ν΄ασχοληθώ με την πολιτική. Και μου φαίνεται, ότι κάνει πάρα πολύ καλά που με εμποδίζει γιατί θα είχα αφανιστεί και ούτε εσάς θα είχα ωφελήσει σε τίποτα ούτε τον εαυτό μου» Απολογία Σωκράτους
Στον «Φαίδωνα» όμως ο Σωκράτης έρχεται κοντά στο θάνατο και τον γνωρίζει. Ο θάνατος είναι κι΄αυτός, όπως και ο έρως, ένας σύντροφος της ζωής που πρέπει να συμφιλιωθείς μαζί του. ΄Όλοι όσοι φιλοσοφούν αληθινά γνωρίζονται βαθιά με τον θάνατο.
" «οὐδὲν γὰρ ἄλλο πράττων ἐγὼ περιέρχομαι ἢ πείθων ὑμῶν καὶ νεωτέρους καὶ πρεσβυτέρους μήτε σωμάτων ἐπιμελεῖσθαι μήτε χρημάτων πρότερον μηδὲ οὕτω σφόδρα ὡς τῆς ψυχῆς ὅπως ὡς ἀρίστη ἔσται»Γιατί περιφέρομαι μην κάνοντας τίποτα άλλο από το να πείθω τους νεότερους και τους πιο ηλικιωμένους ανάμεσά σας να μη φροντίζουν ούτε για τα σώματά τους ούτε για τα χρήματά τους με τόσο πάθος, παρά μόνο για την ψυχή τους, πως θα γίνει καλύτερη.
Plato in his academy, drawing after a painting by Swedish painter Carl Johan Wahlbom
Οι επιδράσεις του Πλάτωνος στους μετέπειτα αιώνες
Ο Γάλλος ιστορικός της φιλοσοφίας Ζακ Σεβαλιέ τονίζει στο έργο του «Ιστορία της σκέψης» (1955) την κυρίαρχη παρουσία ή έστω ανταύγεια της πλατωνικής φιλοσοφίας σε ολόκληρο το Μεσαίωνα και στην Αναγέννηση και στους Νεότερους χρόνους, ενώ ο Γερμανός φιλόσοφος Καρλ Γιάσπερς προβάλλει τον Πλάτωνα ως το τον πρώτο από τους τρεις θεμελιωτές του φιλοσοφείν.
Η ιστορία της φιλοσοφίας μέχρι τον Κικέρωνα είναι σαφώς επηρεασμένη από αυτόν και είτε αμφισβητεί είτε ακολουθεί τη διδασκαλία του. Ο μαθητής του Αριστοτέλης, εξ ίσου επιδραστικός με τον ίδιο, οδηγήθηκε στην ανάπτυξη τμήματος του έργου του ως απάντηση στον πλατωνισμό. Η σχολή την οποία ο Πλάτωνας ίδρυσε το 387 π.Χ., η Ακαδημία, συνέχισε να ακμάζει ως τις αρχές του πρώτου αιώνα π. Χ., έχοντας όμως μετατραπεί σε σκεπτική σχολή μετά τις αρχές της ελληνιστικής περιόδου.
Ο Γάλλος ιστορικός της φιλοσοφίας Ζακ Σεβαλιέ τονίζει στο έργο του «Ιστορία της σκέψης» (1955) την κυρίαρχη παρουσία ή έστω ανταύγεια της πλατωνικής φιλοσοφίας σε ολόκληρο το Μεσαίωνα και στην Αναγέννηση και στους Νεότερους χρόνους, ενώ ο Γερμανός φιλόσοφος Καρλ Γιάσπερς προβάλλει τον Πλάτωνα ως το τον πρώτο από τους τρεις θεμελιωτές του φιλοσοφείν.
Η ιστορία της φιλοσοφίας μέχρι τον Κικέρωνα είναι σαφώς επηρεασμένη από αυτόν και είτε αμφισβητεί είτε ακολουθεί τη διδασκαλία του. Ο μαθητής του Αριστοτέλης, εξ ίσου επιδραστικός με τον ίδιο, οδηγήθηκε στην ανάπτυξη τμήματος του έργου του ως απάντηση στον πλατωνισμό. Η σχολή την οποία ο Πλάτωνας ίδρυσε το 387 π.Χ., η Ακαδημία, συνέχισε να ακμάζει ως τις αρχές του πρώτου αιώνα π. Χ., έχοντας όμως μετατραπεί σε σκεπτική σχολή μετά τις αρχές της ελληνιστικής περιόδου.
Volume 3, pages 32–33, of the 1578 Stephanus edition of Plato, showing a passage of Timaeus with the Latin translation and notes of Jean de Serres
Κατά την εποχή του Αυγούστου υπήρξε αναβίωση της πλατωνικής φιλοσοφίας, ο μεσοπλατωνισμός με εκπροσώπους όπως ο Φίλων ο Αλεξανδρεύς, ενώ κατά τα τέλη του δεύτερου αιώνα ο μεσοπλατωνισμός άρχεσαι να μετατρέπεται σταδιακά, υπό την επίδραση του νεοπυθαγορισμού και του ερμητισμού στην κατεχόμενη από τους Ρωμαίους Αίγυπτο, στο κίνημα του νεοπλατωνισμού, με αρχικούς εκπροσώπους όπως ο Πλωτίνος, το οποίο είχε ιδεαλιστικό, μυστικιστικό και σωτηριολογικό χαρακτήρα. Η Ακαδημία στην Αθήνα επανιδρύθηκε ως κέντρο νεοπλατωνικών μελετών κατά τον τέταρτο αιώνα.
"The safest general characterisation of the European philosophical tradition is that it consists of a series of footnotes to Plato." (Alfred North Whitehead, Process and Reality, 1929).
Την ίδια εποχή, περίοδο έντονων θρησκευτικών ζυμώσεων στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και σταδιακής επικράτησης του χριστιανισμού στη Μεσόγειο, οι ακόλουθοι της αστικής ελληνορωμαϊκής θρησκείας αλλά και των ελληνικών μυστηριακών λατρειών συσπειρώθηκαν γύρω από τον νεοπλατωνισμό ως υπερασπιστή του μέχρι πρότινος επικρατούντος παγανισμού. Μεμονωμένοι νεοπλατωνικοί και παγανιστικοί πυρήνες επέζησαν ως τον έκτο αιώνα, οπότε και ο Αυτοκράτορας Ιουστινιανός έκλεισε με διάταγμα την Ακαδημία της Αθήνας (529 μ.Χ.). Μετά περίπου εννέα αιώνες το έτος 1439 ο Γεώργιος Γεμιστός ή Πλήθων γράφει στη Φλωρεντία το πολύκροτο έργο του: Περί ὧν Αριστοτέλης πρός Πλάτωνα διαφέρεται που αποτέλεσε το έναυσμα της διαμάχης πλατωνικών και αριστοτελικών στο Βυζάντιο και στην Ιταλία. ΘΑΝΑΤΟΣ Ο Πλάτωνας πέθανε ήσυχα σε ηλικία 80 ετών.
First page of the Euthyphro, from the Clarke Plato (Codex Oxoniensis Clarkianus 39), 895 AD. The text is Greek minuscule.
ΠΛΑΤΩΝΙΣΜΟΣ Ο πλατωνισμός επιβίωσε υπογείως καθ' όλον τον Μεσαίωνα, κρυμμένος σε μυστηριακά ρεύματα, έως ότου οι πρωτότυπες ιδέες του ήλθαν και πάλι στο φως και σχολιάστηκαν κατά την Αναγέννηση. Έτσι ούτε η νεότερη φιλοσοφική σκέψη έμεινε ανεπηρέαστη από αυτόν. Τα διάφορα φιλοσοφικά συστήματα ή προσπαθούν να ανατρέψουν τις ιδέες του ή οικοδομούνται πάνω σ' αυτές εκσυγχρονίζοντάς τες.
Ο ασφαλέστερος χαρακτηρισμός που θα μπορούσαμε να δώσουμε στην ευρωπαϊκή φιλοσοφία είναι ότι αποτελεί μια σειρά υποσημειώσεων στα έργα του Πλάτωνα. (Alfred North Whitehead- 1861-1947) «Διαδικασία και πραγματικότητα (1929), επανέκδ. 1979»
Η Ακαδημία
Για τους ανά τους αιώνες αναγνώστες του ο Πλάτων υπήρξε σημαντικός κυρίως ως ένας από τους μεγαλύτερους φιλοσοφικούς συγγραφείς. Αλλά για τον ίδιο το κύριο έργο του θα πρέπει να ήταν η ίδρυση και η οργάνωση της Ακαδημίας. Επιπλέον, γνωρίζουμε πως η Ακαδημία χωρίζονταν σε τρεις περιόδους:
1) Την περίοδο της αρχαίας Ακαδημίας (387-250 π.Χ.),
2) Την περίοδο της μέσης Ακαδημίας (250-160 π.Χ.),
3) Την περίοδο της νεώτερης Ακαδημίας ή της «Εκλεκτικής».
Το τέλος αυτής της λαμπρής Ακαδημίας, έρχεται το 529 μετά από εννέα αιώνες λειτουργίας, αφού την έκλεισε ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός, ενώ βρισκόταν ήδη σε πλήρη παρακμή. Σύμφωνα με μια παλιά παράδοση, στην είσοδο της Ακαδημίας υπήρχε η επιγραφή: «αγεωμέτρητος μηδείς εισίτω» (ας μην εισέλθει κανείς που αγνοεί τη γεωμετρία).
Σωκράτης και Πλάτων.
Ο Πλάτων στάθηκε οπαδός πολύ δημιουργικός και πολύ πιστός μαθητής του Σωκράτη. Ποτέ δεν έπαψε να βάζει την ηθική σαν πρώτο θέμα των φιλοσοφικών θεωριών. Σ’ όλα του τα έργα ο Πλάτων, μιλά για λογαριασμό του Σωκράτη. Ωστόσο, από τη σωκρατική θεωρία ξέφυγε σ’ ένα σημείο. Επειδή είχε πολλή φαντασία και έντονη ποιητική διάθεση, ανέβασε ξανά τη φιλοσοφία απ’ τη γη στον ουρανό. Εξάντλησε με πολλές ερμηνείες την κοσμοθεωρία του και διέσπασε θα μπορούσαμε να πούμε τη φιλοσοφική του έρευνα σε πολλά πράγματα. Παρ’ όλα αυτά, διαπιστώνουμε πως έδειξε μεγάλη πνευματική τόλμη. Διακρίθηκε για τη σοφία του και επιδίωξε να δώσει πρωταρχική σημασία στην ηθική. Ήξερε οτιδήποτε έγραψαν πριν απ’ αυτόν οι φιλόσοφοι και μελέτησε αρκετούς απ’ αυτούς, όπως επίσης εξέτασε ξανά, με δικό του τρόπο, κάθε φιλοσοφικό θέμα και διατύπωσε δικές του απόψεις. Με βάση τον βίο και τη σκέψη του Σωκράτη, ο Πλάτων ανέπτυξε ένα βαθύ και πολυσχιδές φιλοσοφικό σύστημα.Η φιλοσοφία του Πλάτωνα για την ψυχή.
Στην ψυχή ο Πλάτωνας διακρίνει τρία μέρη, το λογιστικό, το θυμοειδές και το επιθυμητικό. Γι’ αυτό και αναγνωρίζει τρεις αρετές: τη σοφία, την ανδρεία και τη σωφροσύνη, η καθεμία απ’ αυτές αντιστοιχεί και σε ένα από τα τρία μέρη της ψυχής. Τις τρεις αυτές αρετές τις παραλληλίζει με τις τρεις χορδές της λύρας, την υπάτη, τη μέση και τη νήτη. Αλλά οι τρεις αυτές αρετές πρέπει να αναπτύσσονται αρμονικά, ώστε το λογιστικό, που είναι το λογικό, ως θείο να κυβερνά, το θυμοειδές, που είναι καθαρά το ψυχικό, το συναισθηματικό, να υπακούει σ’ αυτό ως βοηθός, και τα δύο μαζί να διευθύνουν το επιθυμητικό, που είναι η όρεξη, ο πόθος, για να μην επιχειρεί να άρχει αυτό, αφού είναι το πιο άπληστο και το κατώτερο μέρος της ψυχής. Από την αρμονική ανάπτυξη των τριών αυτών αρετών αποτελείται η δικαιοσύνη, η οποία είναι αρμονία των τριών άλλων αρετών.Στην τριμερή αυτή διάκριση της ψυχής, ο Πλάτωνας υποστήριξε πως θα πρέπει να αντιστοιχεί η διαστρωμάτωση της ιδανικής πολιτείας σε τρεις τάξεις: στους κοινούς πολίτες που καθοδηγούνται στις πράξεις τους από το επιθυμητικό τμήμα της ψυχής τους, στους φύλακες, των οποίων η συμπεριφορά κυριαρχείται από το θυμοειδές τμήμα της ψυχής τους, και στους φιλοσόφους, που ζουν σύμφωνα με τις αρχές και τις υποδείξεις του λογιστικού τμήματος της ψυχής τους. Τα μέλη αυτών των τριών τάξεων είναι προορισμένα στη ζωή τους να εκτελούν μια συγκεκριμένη αποστολή για το καλό της πολιτείας.
Έργο των κοινών πολιτών, που εντάσσονται στην κατώτερη τάξη, είναι η παραγωγή των υλικών αγαθών που χρειάζονται τα μέλη της πολιτείας για τη συντήρησή τους. Δηλαδή ασχολούνται κυρίως με χειρωνακτικές εργασίες όπως για παράδειγμα, η γεωργία. Οι φύλακες, που ανήκουν στη μεσαία τάξη, έχουν ως αποστολή τη διασφάλιση της τάξης και της καλής λειτουργίας της πολιτείας, καθώς και την προστασία της από εξωτερικούς και εσωτερικούς εχθρούς. Οι φιλόσοφοι τέλος, που αποτελούν την ανώτερη, την άρχουσα τάξη, είναι επιφορτισμένοι με τη διακυβέρνηση της πολιτείας.
Ακόμα, επειδή και η πόλη αποτελεί μία μεγέθυνση του ανθρώπου, διακρίνει και σ’ αυτήν τρία γένη: το βουλευτικό, το πολεμικό και το χρηματικό τα οποία αντιστοιχούν προς τα τρία μέρη της ψυχής.
Μέρη της ψυχής: Λογιστικόν, Θυμοειδές, Επιθυμητικόν.
Αρετές: σοφία, ανδρεία, σωφροσύνη.
Τάξεις: φιλόσοφοι, φύλακες, δημιουργοί.
Η αθανασία της ψυχής.
Όσον αφορά την αθανασία της ψυχής και τις μεταθανάτιες ανταμοιβές και ποινές, ο Πλάτωνας δείχνεται κάπως επιφυλακτικός. Ούτε τις αποκρούει, μα ούτε και επιμένει πως γίνονται τέτοια πράγματα μετά το θάνατό μας. Μπορούμε όμως να συμπεράνουμε από μερικά χωρία των Νόμων και του Φαίδωνα του Πλάτωνα, όπως επίσης κι από τη θεωρία του για την ποινή (που τη δέχεται σαν εξαγνισμό, σαν εξιλέωση, ενώ τον εξαγνισμό τον θέλει ως θεραπεία της ψυχής), πως παραδεχόταν με τον τρόπο του, τη θεωρία των μεταθανάτιων τιμωριών και ανταποδόσεων. Έτσι, για να παραδέχεται τις μεταθανάτιες τιμωρίες και ανταποδόσεις (αν έκανες το καλό θα αμειφθείς, αν έκανες το κακό θα κολασθείς) πίστευε και στην αθανασία της ψυχής.Η θεωρία των ιδεών.
Πολλοί φιλοσοφικοί ορισμοί δόθηκαν για την «ιδέα». Που σημαίνει κίνηση, ενέργεια αυτοδύναμη, ξεχωριστή η οποία δεν επηρεάζεται και δεν κατευθύνεται από πουθενά. Σημαίνει ένα είδος που μένει πάντα το ίδιο. Στο σύστημά του αυτό, η ύψιστη ιδέα του αγαθού, του καλού, γίνεται ένα με το Θεό. Ο Θεός, μας λέει ο Πλάτωνας, δημιούργησε τον κόσμο για να υπάρχουν οι ιδέες ως παραδείγματα. Η ψυχή μας υπήρχε πριν γεννηθούμε, όμως με τη γέννησή μας αυτή εισήλθε στο σώμα μας και δεσμεύτηκε μέσα του. Το σώμα μας λοιπόν, θεωρείται ο τάφος της ψυχής μας. Εφόσον δηλαδή η ψυχή είδε τις ιδέες επειδή υφίσταντο πριν από το σώμα, τις θυμάται, καθώς βλέπει τον φθαρτό γήινο κόσμο, ο οποίος είναι μια αντανάκλαση, μια λειψή αποτύπωση των ιδεών, ένα απείκασμα. Τα αισθητά πράγματα δεν είναι τίποτε άλλο παρά απατηλές εικόνες των αισθήσεών μας, σε αντίθεση με τις ιδέες οι οποίες είναι άυλες οντότητες, που μένουν αναλλοίωτες και αιώνια σταθερές υπάρξεις και συνιστούν την αληθινή πραγματικότητα. Οι ιδέες λοιπόν, είναι τα όντως όντα, τα πραγματικά όντα, που η ύπαρξή τους δε μεταβάλλεται ούτε καν επηρεάζεται από τις μεταβαλλόμενες μέσα στο χρόνο και στο χώρο συνθήκες. Για να μπορέσει όμως να δει τέλεια και ολοκάθαρα η ψυχή μας τις ιδέες, πρέπει να πάψει να ζει το σώμα. Μετά το θάνατο του σώματος η ψυχή περνά από διάφορες φάσεις («μετενσωματώσεις ή μετενσαρκώσεις»), ώσπου ν’ απαλλαγεί τελικά από τα σωματικά δεσμά.Περί της σημασίας των γενικών όρων.
Μια από τις ταξινομήσεις των λέξεων είναι η διάκρισή τους σε επιμέρους και σε γενικούς όρους. Τους επιμέρους όρους τους χρησιμοποιούμε, προκειμένου να δηλώσουμε συγκεκριμένα, ατομικά προσδιορισμένα αντικείμενα ή γεγονότα. Αντίθετα, οι γενικοί όροι, δεν αναφέρονται σε συγκεκριμένα ατομικά αντικείμενα ή γεγονότα. Ο γενικός όρος, μας λέει ο Πλάτωνας, δεν έχει σχέση με τα συγκεκριμένα αντικείμενα, δεν επηρεάζεται από αυτό. Το γεγονός ότι, σύμφωνα με την περί ιδεών θεωρία του Πλάτωνα, οι γενικοί όροι αναφέρονται στις ιδέες, που, όντας στον ουρανό, βρίσκονται έξω απ’ τη φθορά του χρόνου, εξηγεί γιατί αυτοί διατηρούν το νόημά τους αλώβητο, μολονότι τα αντίστοιχα αισθητά πράγματα που παρατηρούμε γύρω μας μεταβάλλονται, φθείρονται και ενίοτε καταστρέφονται.Η γνώση ως ανάμνηση.
Κατά τον Πλάτωνα, μετά την περιπλάνηση της ψυχής μας στους ουράνιους τόπους, γνώρισε τις ιδέες και συντελέσθηκε το γεγονός της φυσικής μας γέννησης. Τότε η ψυχή μας εισήλθε στο σώμα μας. Το γεγονός αυτό στάθηκε η αιτία, ώστε να ξεχάσουμε τις ιδέες. Στη συνέχεια η λήθη αυτή παγιώθηκε, και η ψυχή μας άρχισε να τροφοδοτείται με αντίγραφα των ιδεών. Το δυστύχημα κατά τον Πλάτωνα όμως, δεν είναι η πλάνη μας η ίδια, αλλά το γεγονός ότι δεν έχουμε συνείδησή της. Επειδή έχουμε ξεχάσει τις ιδέες, δεν συνειδητοποιούμε ότι αυτά που βλέπουμε με τις αισθήσεις μας είναι απατηλές εικόνες των πραγμάτων και πιστεύουμε ότι είναι τα αληθινά όντα.Η παιδεία.
Ο Πλάτωνας θεώρησε ακόμα πολύ σημαντικό παράγοντα για την ιδανική πολιτεία, την παιδεία. Σύμφωνα με τη θεωρία του λοιπόν υποστηρίζει τα εξής: Οι νέοι που από τα μέρη της ψυχής τους επικρατέστερο είναι το επιθυμητικό, θα περιοριστούν στην εκμάθηση πρακτικών τεχνών. Έτσι, με το εφόδιο της πρακτικής τέχνης θα ενταχθούν στην τάξη των κοινών πολιτών, που κύριο μέλημά τους θα είναι να παράγουν υλικά αγαθά απαραίτητα για τη διαβίωση των πολιτών. Τώρα οι νέοι που στην ψυχή τους πρώτη θέση κατέχει το θυμοειδές τμήμα, θα διδαχθούν τα μαθηματικά και τις άλλες επιστήμες. Αυτή τους η μόρφωση, θα τους καταστήσει ικανούς να ασχοληθούν με τη σωστή λειτουργία και την ασφάλεια της πολιτείας. Τέλος, οι νέοι στους οποίους από τα τρία τμήματα της ψυχής το πιο αναπτυγμένο είναι το λογιστικό, θα εξαντλήσουν όλα τα περιθώρια της παιδείας. Δηλαδή, πέρα από τη σπουδή των επιστημών, θα διδαχθούν τη φιλοσοφία, την ανώτατη μορφή γνώσης. Το γεγονός αυτό, θα τους εντάξει στην κορυφαία τάξη, στην οποία ανήκει το προνόμιο της διακυβέρνησης της πολιτείας.Οι πολιτικές αντιλήψεις του Πλάτωνα.
Είναι γνωστό ότι ο Πλάτωνας αφιέρωσε ένα μέρος της φιλοσοφίας του στην πολιτική. Οι αντιλήψεις του ήταν αριστοκρατικές, ανάλογες με της καταγωγή και την ανατροφή του. Οι αντιδημοκρατικές του αντιλήψεις βέβαια, αποδίδονται στην εχθρική στάση της αθηναϊκής δημοκρατίας απέναντι στους φιλοσόφους, και ιδιαίτερα απέναντι στον πολυαγαπημένο του δάσκαλο, Σωκράτη. Εκτός απ’ το διαχωρισμό της ψυχής που έκανε, και τη διαστρωμάτωση, όπου για παράδειγμα οι πολεμιστές και οι τεχνίτες, δεν θα ‘χουν ατομική ιδιοκτησία, αλλά θα μοιράζονται τα πάντα και θα υπάρχει ισότητα, έτσι θεώρησε πως η ιδανική πολιτεία δεν χρειάζεται ούτε ποιητές, ούτε ζωγράφους, ούτε μουσικούς, γιατί κατά τον Πλάτωνα, διαφθείρουν τα ήθη.Οι φιλόσοφοι - βασιλείς στην εξουσία.
Ακόμα, ο Πλάτωνας υποστήριξε πως το καλύτερο για την ιδανική πολιτεία, είναι να τη διοικούν οι σοφοί. Θεωρούσε λοιπόν, πως όταν οι φιλόσοφοι βασιλέψουν και οι βασιλιάδες φιλοσοφήσουν, μόνο τότε θα ευτυχήσουν οι λαοί. Το δικαίωμα να διοικήσουν οι φιλόσοφοι, ο Πλάτωνας το αντλεί απ’ το γεγονός ότι αυτοί μόνο απ’ όλους τους ανθρώπους, χάρη στη φιλοσοφία που διδάχθηκαν, είναι κάτοχοι των ιδεών. Θεωρεί λοιπόν, πως δεν υπάρχουν καταλληλότεροι από την τάξη των φιλοσόφων για να κυβερνήσουν την πολιτεία σωστά. Και αυτό, γιατί αφού γνωρίζουν τις ιδέες, είναι σε θέση να ξέρουν το ηθικά σωστό, ποια ουσιαστικά είναι η δικαιοσύνη, ποιες είναι οι αξίες πάνω στις οποίες πρέπει να εδράζεται η ζωή της πολιτείας. Άρα λοιπόν, οι φιλόσοφοι είναι σε θέση να πράξουν ό,τι υπαγορεύει η ηθική γνώση, σε αντίθεση με τους υπόλοιπους ανθρώπους που δεν μπορούν να ξεχωρίσουν το ηθικά σωστό και δίκαιο και δεν ξέρουν τι πρέπει να πράξουν. Επομένως, το μόνο που τους μένει είναι να ακούν τις υποδείξεις των φιλοσόφων. Η διαλεκτική και η ηθική του Πλάτωνα.
Τη μέθοδο της ανυψώσεως ως τις ιδέες ο Πλάτωνας την ονομάζει διαλεκτική. Η διαλεκτική διακρίνει το βάθος από την επιφάνεια, το ατέλειωτο από το πρόσκαιρο, το άφθαρτο από το φθαρτό. Με τη βοήθεια αυτής της διαλεκτικής, ο Πλάτωνας δημιούργησε μια απόλυτη ηθική. Η ηθική του αποτελεί, είπαν, «Μίμηση του Θεού». Δηλαδή, τα καθήκοντα του ανθρώπου είναι να γίνει όσο μπορεί όμοιος με τον Θεό. Και αυτό, γιατί στον Θεό βρίσκονται οι ιδέες του αληθινού, του μεγάλου, του δυνατού, του δίκαιου. Ο άνθρωπος οφείλει να πραγματοποιεί ανάλογα με τις ικανότητές του (σχετικά), τις ιδέες, τις οποίες ο Θεός πραγματοποιεί με την παντοδυναμία του (απόλυτα). Ο Θεός είναι δίκαιος. Ο άνθρωπος δεν μπορεί να είναι ο δίκαιος, μπορεί όμως να είναι ένας δίκαιος. Γιατί δικαιοσύνη, θα πει καλό, αγαθό, αλήθεια, μεγαλείο. Είναι ισχυρή η δικαιοσύνη όταν αποτελεί δύναμη που διατηρεί, αντίθετα, με την αδικία, που αποτελεί δύναμη που καταστρέφει. Έτσι η δικαιοσύνη γίνεται αιώνια, δεν αλλάζει ποτέ. Κατά τον Πλάτωνα λοιπόν, ο προορισμός του ανθρώπου είναι να ενεργεί δίκαια, μ’ όλες τις σημασίες της λέξεως δικαιοσύνη.Ο περίφημος «πλατωνικός έρωτας».
Ο Πλάτωνας, δέχεται τον έρωτα σαν μια από τις εφαρμογές της ηθικής. Θεωρεί λοιπόν, πως όπως όλων των πραγμάτων, έτσι και του έρωτα η ιδέα υπάρχει μέσα στον Θεό. Βρίσκεται στον Θεό καθαρή κατάσταση, δηλαδή χωρίς να ανακατεύεται καθόλου με την ιδέα της ηδονής, γιατί ουσιαστικά η ηδονή είναι εφήμερη, παροδική, φθαρτή. Ο έρωτας όμως που βρίσκεται στον Θεό είναι μονάχα η γεμάτη πάθος θεωρία για το κάλλος, για το φυσικό και ηθικό κάλλος. Θα μοιάσουμε λοιπόν με τον Θεό μόνο αν αγαπάμε το κάλλος κατά τέτοιο τρόπο και χωρίς διέγερση, δίχως αισθησιακό πόθο αποκλειστικά. Όπως υπογραμμίζει ο Πλάτωνας, ο έρωτας είναι η ορμή να μάθουμε και να γνωρίσουμε. Όπως ένας ερωτευμένος οδηγείται στο πρόσωπο που αγαπά, έτσι και η ψυχή αγαπά τις ιδέες, που είδε όταν υπήρχε πριν από το σώμα. Ο έρωτας τονίζει ο Πλάτωνας, φουντώνει στην ψυχή όταν νοιώθοντας τα σωματικά πράγματα, θυμάται τις ιδέες, με τις οποίες μοιάζουν κάπως. Τέλος, ο Πλάτωνας επισημαίνει πως ο έρωτας δεν είναι κτήση, μα τάση για κτήση.Τα έργα του Πλάτωνα.
Ευθύφρων, Απολογία Σωκράτους, Κρίτων, Φαίδων, Κρατύλος, Θεαίτητος, Σοφοκλής, Πολιτικός, Παρμενίδης, Φίληβος, Συμπόσιον, Φαίδρος, Αλκιβιάδης, Ίππαρχος, Ερασταί, Χαρμίδης, Λάχης, Λύσις, Ευθύδημος, Πρωταγόρας, Γοργίας, Μένων, Ιππίας Μείζων, Ιππίας Ελάσσων, Ίων, Μενέξενος, Πολιτεία, Τίμαιος, Κριτίας, Νόμοι και Επινομίς.Τα έργα παρετέθησαν με την παραδοσιακή τους σειρά, ενώ παραλείπονται μερικά που θεωρούνται ως νόθα.
Τα έργα του είναι σχεδόν όλα γραμμένα σε διαλογική μορφή.
Όσον αφορά τους διαλόγους, δεν περιορίζονται μόνο στη σοβαρή συζήτηση. Διανθίζονται με περιγραφές απ’ την καθημερινή ζωή, την αγορά, τα γυμναστήρια, τα συμπόσια. Δε λείπουν επίσης και παραστατικές σκηνές ζωντανής επικοινωνίας: εκδήλωση συναισθημάτων, ζωηρές αντεγκλήσεις, εύθυμες παρατηρήσεις, ακόμη και πειράγματα ή αστεία μεταξύ των συνομιλητών.
Οι επιδράσεις του Πλάτωνα στους μετέπειτα αιώνες.
Η μεταγενέστερη του Πλάτωνα φιλοσοφία, της Ελλάδας και της Ευρώπης τουλάχιστον, έχει τόσο καίρια επηρεαστεί από τη φιλοσοφία του ή και από το θρύλο του ακόμα, ώστε πρέπει μάλλον να χαρακτηρισθεί ως μεταπλατωνική. Ένας Άγγλος φιλόσοφος γράφει πως οι μεταγενέστεροι του Πλάτωνα φιλόσοφοι μοιάζει να έγραψαν με τα έργα τους υποσημειώσεις απλώς στα έργα του. Ένας άλλος Γάλλος φιλόσοφος τονίζει την κυριαρχική παρουσία ή έστω ανταύγεια της πλατωνικής φιλοσοφίας σε ολόκληρο το Μεσαίωνα, στην Αναγέννηση και στους Νεότερους χρόνους. Ο Πλάτωνας κατά τον Γερμανό φιλόσοφο Καρλ Γιάσπερς, θεωρείται ο πρώτος από τους τρεις θεμελιωτές του φιλοσοφείν (Πλάτωνας, Αυγουστίνος, Καντ). Ακόμα, πολλοί μεταγενέστεροι φιλόσοφοι βασίστηκαν στον Πλάτωνα και στις θεωρίες του και τέλος, δεν μπορούμε να παραλείψουμε τις επιδράσεις της φιλοσοφίας του στην πολιτική σκέψη και δράση, άμεσα ή έμμεσα.Πηγή/Φωτογραφία/Βιβλιογραφία
Apuleius, De Dogmate Platonis, I. See original text in Latin Library.
Aristophanes, The Wasps. See original text in Perseus program.
Aristotle, Metaphysics. See original text in Perseus program.
Λογγίνος, Περί ύψους.
Γεώργιος Γεμιστός (Πλήθων), Περί ων Αριστοτέλης προς Πλάτωνα διαφέρεται. Έκδ. Βασιλεία 1574, σύγχρονη κριτική έκδ. Μπ. Λαγκάρντ, Byzantion, τόμ. 1973.
Πορφύριος, Περί του Πλωτίνου βίου και της τάξεως των βιβλίων αυτού.
Ιωάννης Θεοδωρακόπουλος, Εισαγωγή στον Πλάτωνα (Πανεπιστημιακές παραδόσεις) 5η έκδοση 1970
Κωνσταντίνος Δεσποτόπουλος, Πολιτική φιλοσοφία του Πλάτωνος, Αθήνα 1980
Αναστάσιος Αρβανιτάκης, Πλάτων «Περί κινήσεως», εκδ. ΖΗΤΡΟΣ, 1η έκδ.1996 ISBN 960-7760-43-3
Ηλίας Σπυρόπουλος, Πλάτων «Μύθοι», εκδ. ΖΗΤΡΟΣ (2003) ISBN 960-7760-91-3
Χρήστος Τερεζής, Πλάτων «Απόκρυφοι Διάλογοι-ΠερίΔικαίου», εκδ. ΖΗΤΡΟΣ (2004) ISBN 960-8437-12-1
Γεωργία Αποστολοπούλου, Ο πλατωνικός μύθος του σπηλαίου και η πορεία προς την αλήθεια, Φιλοσοφία 36(2006),σελ.119-121
Γιώργος Ε. Καραμανώλης, “Γιατί ο Πλάτωνας χρησιμοποιεί μύθους;”, Νεύσις 17 (2008), 115-149.
Hermeneutical Point of View. Twentieth World Congress of Philosophy. Boston.
Rowe, Christopher (2006). "Interpreting Plato". In Benson, Hugh H. A Companion to Plato. Blackwell Publishing. pp. 13–24.
Schall, James V. (Summer 1996). "On the Death of Plato". The American Scholar. 65.
Schofield, Malcolm (23 August 2002). Craig, Edward, ed. "Plato". Routledge Encyclopedia of Philosophy. Routledge. Retrieved 3 April 2014.
Allen, Danielle, S., 2010, Why Plato Wrote, Malden, MA: Wiley-Blackwell.
Annas, Julia, 2003, Plato: A Very Short Introduction, Oxford: Oxford University Press.
Benson, Hugh (ed.), 2006, A Companion to Plato, Oxford: Blackwell.
Bobonich, Christopher, 2002, Plato's Utopia Recast: His Later Ethics and Politics, Oxford: Oxford University Press.
Dancy, Russell, 2004, Plato's Introduction of Forms, Cambridge: Cambridge University Press.
Fine, Gail (ed.), 1999, Plato 1: Metaphysics and Epistemology, Oxford: Oxford University Press.
––– (ed.), 1999, Plato 2: Ethics, Politics, Religion, and the Soul, Oxford: Oxford University Press.
––– (ed.), 2008, The Oxford Handbook of Plato, Oxford: Oxford University Press. (Essays by many scholars on a wide range of topics, including several studies of individual dialogues.)
Guthrie, W.K.C., 1975, A History of Greek Philosophy, Volume 4, Cambridge: Cambridge University Press.
–––, 1978, A History of Greek Philosophy, Volume 5, Cambridge: Cambridge University Press.
Irwin, Terence, 1995, Plato's Ethics, Oxford: Oxford University Press.
Kraut, Richard (ed.), 1992, The Cambridge Companion to Plato, Cambridge: Cambridge University Press.
–––, 2008, How to Read Plato, London: Granta.
McCabe, Mary Margaret, 1994, Plato's Individuals, Princeton: Princeton University Press.
–––, 2000, Plato and His Predecessors: The Dramatisation of Reason, Cambridge: Cambridge University Press.
Kierkegaard, Søren. Η έννοια της σωκρατικής ειρωνείας. Κοπεγχάγη, 1841.
Wilamowitz Mðllendorf, Ulrich von. Πλάτων, η ζωή και το έργο του. Αθήνα: Εκδ. Κάκτος. ISBN 960-382-664-2.
Benson, Hugh, ed. A Companion to Plato. Blackwell, 2006.
Bormann, Karl. Πλάτων. Αθήνα: Ινστιτούτο του Βιβλίου-Α. Καρδαμίτσα, 2006.
Nails, Debra, 2002, The People of Plato: A Prosopography of Plato and Other Socratics, Indianapolis: Hackett. (An encyclopedia of information about the characters in all of the dialogues.)
Rowe, Christopher, & Malcolm Schofield (eds.), 2000, Greek and Roman Political Thought, Cambridge: Cambridge University Press. (Contains 7 introductory essays by 7 hands on Socratic and Platonic political thought.)
Russell, Daniel C., 2005, Plato on Pleasure and the Good Life, Oxford: Clarendon Press.
Rutherford, R.B., 1995, The Art of Plato: Ten Essays in Platonic Interpretation, Cambridge, MA: Harvard University Press.
Schofield, Malcolm, 2006, Plato: Political Philosophy, Oxford: Oxford University Press.
Silverman, Allan, 2002, The Dialectic of Essence: A Study of Plato's Metaphysics, Princeton: Princeton University Press.
Vasiliou, Iakovos, 2008, Aiming at Virtue in Plato, Cambridge: Cambridge University Press.
Vlastos, Gregory, 1995, Studies in Greek Philosophy (Volume 2: Socrates, Plato, and Their Tradition), Daniel W. Graham (ed.), Princeton: Princeton University Press.
White, Nicholas P., 1976, Plato on Knowledge and Reality, Indianapolis: Hackett.
Zuckert, Catherine H., 2009, Plato's Philosophers: The Coherence of the Dialogues, Chicago: University of Chicago Press.
Ahbel-Rappe, Sara, and Rachana Kamtekar (eds.), 2006, A Companion to Socrates, Oxford: Blackwell.
Brickhouse, Thomas C. & Nicholas D. Smith, 1994, Plato's Socrates, Oxford: Oxford University Press.
Guthrie, W.K.C., 1971, Socrates, Cambridge: Cambridge University Press.
Morrison, Donald R., 2012, The Cambridge Companion to Socrates, Cambridge: Cambridge University Press.
Peterson, Sandra, 2011, Socrates and Philosophy in the Dialogues of Plato, Cambridge: Cambridge University Press.
Rudebusch, George, 2009, Socrates, Malden, MA: Wiley-Blackwell.
Santas, Gerasimos, 1979, Socrates: Philosophy in Plato's Early Dialogues, London: Routledge & Kegan Paul.
Taylor, C.C.W., 1998, Socrates, Oxford: Oxford University Press.
Vander Waerdt, Paul. A. (ed.), 1994, The Socratic Movement, Ithaca: Cornell University Press.
Vlastos, Gregory, 1991, Socrates: Ironist and Moral Philosopher, Cambridge: Cambridge University Press.
Blondell, Ruby, 2002, The Play of Character in Plato's Dialogues, Cambridge: Cambridge University Press.
Frede, Michael, 1992, “Plato's Arguments and the Dialogue Form,” in Oxford Studies in Ancient Philosophy, Supplementary Volume 1992, Oxford: Oxford University Press, pp. 201–220.
Griswold, Charles L. (ed.), 1988, Platonic Writings, Platonic Readings, London: Routledge.
Kahn, Charles H., 1996, Plato and the Socratic Dialogue: The Philosophical Use of a Literary Form, Cambridge: Cambridge University Press.
Klagge, James C. and Nicholas D. Smith (eds.), 1992, Methods of Interpreting Plato and His Dialogue, Oxford Studies in Ancient Philosophy, Supplementary Volume 1992, Oxford: Clarendon Press.
Nails, Debra, 1995, Agora, Academy, and the Conduct of Philosophy, Dordrecht: Kluwer Academic Publishers.
Nightingale, Andrea, 1993, Genres in Dialogue: Plato and the Construction of Philosophy, Cambridge: Cambridge University Press.
Press, Gerald A. (ed.), 2000, Who Speaks for Plato? Studies in Platonic Anonymity, Lanham, MD: Rowman & Littlefield.
Rowe, C.J., 2007, Plato and the Art of Philosophical Writing, Cambridge: Cambridge University Press.
Brandwood, Leonard, 1990, The Chronology of Plato's Dialogues, Cambridge: Cambridge University Press.
Kahn, Charles, 2003, “On Platonic Chronology,” in Julia Annas and Christopher Rowe (eds.), New Perspectives on Plato: Modern and Ancient, Cambridge, MA: Harvard University Press, chapter 4.
Ledger, Gerald R., 1989, Re-Counting Plato: A Computer Analysis of Plato's Style, Oxford: Oxford University Press.
Thesleff, Holger, 1982, Studies in Platonic Chronology, Commentationes Humanarum Litterarum 70, Helsinki: Societas Scientiarum Fennica.
Young, Charles M., 1994, “Plato and Computer Dating,” Oxford Studies in Ancient Philosophy, 12: 227–250.
Sayre, Kenneth, 1995, Plato's Literary Garden, Notre Dame: University of Notre Dame Press.
Sedley, David (2003). Plato's Cratylus. Cambridge University Press.
Slings, S. R. (1987). "Remarks on Some Recent Papyri of the Politeia". Mnemosyne. Fourth. 40 (1/2): 27–34. doi:10.1163/156852587x00030.
Cicero, De Divinatione, I. See original text in Latin library.
Wikisource-logo.svg Laërtius, Diogenes (1925). "Plato". Lives of the Eminent Philosophers. 1:3. Translated by Hicks, Robert Drew (Two volume ed.). Loeb Classical Library.
Albert, Karl (1980). Griechische Religion und platonische Philosophie. Hamburg: Felix Meiner Verlag.
Albert, Karl (1996). Einführung in die philosophische Mystik. Darmstadt: Wissenschaftliche Buchgesellschaft.
Allen, Michael J. B. (1975). "Introduction". Marsilio Ficino: The Philebus Commentary. University of California Press. pp. 1–58.
Baird, Forrest E.; Kaufmann, Walter, eds. (2008). Philosophic Classics: From Plato to Derrida (Fifth ed.). Upper Saddle River, New Jersey: Pearson Prentice Hall. ISBN 0-13-158591-6.
Blackburn, Simon (1996). The Oxford Dictionary of Philosophy. Oxford University Press.
Bloom, Harold (1982). Agon. Oxford: Oxford University Press.
Blössner, Norbert (2007). "The City-Soul Analogy". In Ferrari, G. R. F. The Cambridge Companion to Plato's Republic. Translated from the German by G. R. F. Ferrari. Cambridge University Press.
Borody, W. A. (1998). "Figuring the Phallogocentric Argument with Respect to the Classical Greek Philosophical Tradition". Nebula, A Netzine of the Arts and Science. 13: 1–27.
Boyer, Carl B. (1991). Merzbach, Uta C., ed. A History of Mathematics (Second ed.). John Wiley & Sons. ISBN 0-471-54397-7.
Brandwood, Leonard (1990). The Chronology of Plato's Dialogues. Cambridge University Press.
Brickhouse, Thomas; Smith, Nicholas D. Fieser, James; Dowden, Bradley, eds. "Plato". The Internet Encyclopedia of Philosophy. Retrieved 3 April 2014.
Browne, Sir Thomas (1672). "XII". Pseudodoxia Epidemica. IV (6th ed.).
Brumbaugh, Robert S.; Wells, Rulon S. (October 1989). "Completing Yale's Microfilm Project". The Yale University Library Gazette. 64 (1/2): 73–75. JSTOR 40858970.
Burnet, John (1911). Plato's Phaedo. Oxford University Press.
Burnet, John (1928a). Greek Philosophy: Part I: Thales to Plato. MacMillan.
Burnet, John (1928b). Platonism. University of California Press.
Cairns, Huntington (1961). "Introduction". In Hamilton, Edith; Cairns, Huntington. The Collected Dialogues of Plato, Including the Letters. Princeton University Press.
Burrell, David (1998). "Platonism in Islamic Philosophy". In Craig, Edward. Routledge Encyclopedia of Philosophy. 7. Routledge. pp. 429–430.
Cooper, John M.; Hutchinson, D. S., eds. (1997). Plato: Complete Works. Hackett Publishing.
Dillon, John (2003). The Heirs of Plato: A Study of the Old Academy. Oxford University Press.
Dodds, E. R. (1959). Plato Gorgias. Oxford University Press.
Dodds, E. R. (2004) [1951]. The Greeks and the Irrational. University of California Press.
Dorter, Kenneth (2006). The Transformation of Plato's Republic. Lexington Books.
Einstein, Albert (1949). "Remarks to the Essays Appearing in this Collective Volume". In Schilpp. Albert Einstein: Philosopher-Scientist. The Library of Living Philosophers. 7. MJF Books. pp. 663–688.
Fine, Gail (July 1979). "Knowledge and Logos in the Theaetetus". Philosophical Review. 88 (3). Reprinted in Fine 2003.
Fine, Gail (1999a). "Selected Bibliography". Plato 1: Metaphysics and Epistemology. Oxford University Press. pp. 481–494.
Fine, Gail (1999b). "Introduction". Plato 2: Ethics, Politics, Religion, and the Soul. Oxford University Press. pp. 1–33.
Fine, Gail (2003). "Introduction". Plato on Knowledge and Forms: Selected Essays. Oxford University Press.
Gadamer, Hans-Georg (1980) [1968]. "Plato's Unwritten Dialectic". Dialogue and Dialectic. Yale University Press. pp. 124–155.
Gadamer, Hans-Georg (1997). "Introduzione". In Girgenti, Giuseppe. La nuova interpretazione di Platone. Milan: Rusconi Libri.
Gaiser, Konrad (1980). "Plato's Enigmatic Lecture 'On the Good'". Phronesis. 25 (1): 5–37. doi:10.1163/156852880x00025.
Gaiser, Konrad (1998). Reale, Giovanni, ed. Testimonia Platonica: Le antiche testimonianze sulle dottrine non scritte di Platone. Milan: Vita e Pensiero. First published as "Testimonia Platonica. Quellentexte zur Schule und mündlichen Lehre Platons" as an appendix to Gaiser's Platons Ungeschriebene Lehre, Stuttgart, 1963.
Gomperz, H. (1931). "Plato's System of Philosophy". In Ryle, G. Proceedings of the Seventh International Congress of Philosophy. London. pp. 426–431. Reprinted in Gomperz, H. (1953). Philosophical Studies. Boston: Christopher Publishing House 1953, pp. 119–24.
Grondin, Jean (2010). "Gadamer and the Tübingen School". In Gill, Christopher; Renaud, François. Hermeneutic Philosophy and Plato: Gadamer's Response to the Philebus. Academia Verlag. pp. 139–156.
Guthrie, W.K.C. (1986). A History of Greek Philosophy: Volume 4, Plato: The Man and His Dialogues: Earlier Period. Cambridge University Press. ISBN 0-521-31101-2.
Hasse, Dag Nikolaus (2002). "Plato arabico-latinus". In Gersh; Hoenen. The Platonic Tradition in the Middle Ages: A Doxographic Approach. De Gruyter. pp. 33–66.
Irwin, T. H. (1979). Plato: Gorgias. Oxford University Press.
Irwin, T. H. (2011). "The Platonic Corpus". In Fine, G. The Oxford Handbook of Plato. Oxford University Press.
Jones, Daniel (2006). Roach, Peter; Hartman, James; Setter, Jane, eds. Cambridge English Pronouncing Dictionary (17 ed.). Cambridge University Press.
Kahn, Charles H. (1996). Plato and the Socratic Dialogue: The Philosophical Use of a Literary Form. Cambridge University Press. ISBN 0-521-64830-0.
Kierkegaard, Søren (1992). "Plato". The Concept of Irony. Princeton University Press. ISBN 978-0-691-02072-3.
Krämer, Hans Joachim (1990). Catan, John R., ed. Plato and the Foundations of Metaphysics: A Work on the Theory of the Principles and Unwritten Doctrines of Plato with a Collection of the Fundamental Documents. State University of New York Press. ISBN 0-7914-0433-1.
Lee, M.-K. (2011). "The Theaetetus". In Fine, G. The Oxford Handbook of Plato. Oxford University Press. pp. 411–436.
Kraut, Richard (11 September 2013). Zalta, Edward N., ed. "Plato". The Stanford Encyclopedia of Philosophy. Stanford University. Retrieved 3 April 2014.
Lackner, D. F. (2001). "The Camaldolese Academy: Ambrogio Traversari, Marsilio Ficino and the Christian Platonic Tradition". In Allen; Rees. Marsilio Ficino: His Theology, His Philosophy, His Legacy. Brill.
Meinwald, Constance Chu (1991). Plato's Parmenides. Oxford: Oxford University Press.
McDowell, J. (1973). Plato: Theaetetus. Oxford University Press.
McEvoy, James (1984). "Plato and The Wisdom of Egypt". Irish Philosophical Journal. Belfast: Dept. of Scholastic Philosophy, Queen's University of Belfast. 1 (2). ISSN 0266-9080. Retrieved 2007-12-03.
Montoriola, Karl Markgraf von (1926). Briefe Des Mediceerkreises Aus Marsilio Ficino's Epistolarium. Berlin: Juncker.
Nails, Debra (2002). The People of Plato: A Prosopography of Plato and Other Socratics. Hackett Publishing. ISBN 0-87220-564-9.
Nails, Debra (2006). "The Life of Plato of Athens". In Benson, Hugh H. A Companion to Plato. Blackwell Publishing. ISBN 1-4051-1521-1.
Nietzsche, Friedrich Wilhelm (1967). "Vorlesungsaufzeichnungen". Werke: Kritische Gesamtausgabe (in German). Walter de Gruyter. ISBN 3-11-013912-X.
Notopoulos, A. (April 1939). "The Name of Plato". Classical Philology. The University of Chicago Press. 34 (2): 135–145. doi:10.1086/362227.
Penner, Terry (1992). "Socrates and the Early Dialogues". In Kraut, Richard. The Cambridge Companion to Plato. Cambridge University Press. pp. 121–169.
"Plato". Encyclopaedia Britannica. 2002.
"Plato". Encyclopaedic Dictionary The Helios Volume XVI (in Greek). 1952.
"Plato". Suda. 10th century.
Popper, K. (1962). The Open Society and its Enemies. 1. London: Routledge.
Press, Gerald Alan (2000). "Introduction". In Press, Gerald Alan. Who Speaks for Plato?: Studies in Platonic Anonymity. Rowman & Littlefield. pp. 1–14.
Reale, Giovanni (1990). Catan, John R., ed. Plato and Aristotle. A History of Ancient Philosophy. 2. State University of New York Press.
Reale, Giovanni (1997). Toward a New Interpretation of Plato. Washington, D.C.: CUA Press.
Riginos, Alice (1976). Platonica : the anecdotes concerning the life and writings of Plato. Leiden: E.J. Brill. ISBN 978-90-04-04565-1.
Robinson, John (1827). Archæologica Græca (Second ed.). London: A. J. Valpy. |archive-url= is malformed: timestamp (help)
Rodriguez-Grandjean, Pablo (1998). Philosophy and Dialogue: Plato's Unwritten Doctrines from a
Slings, S. R. (2003). Platonis Rempublicam. Oxford University Press.
Smith, William (1870). "Plato". Dictionary of Greek and Roman Biography and Mythology.
Strauss, Leo (1964). The City and the Man. Chicago: University of Chicago Press.
Suzanne, Bernard (8 March 2009). "The Stephanus edition". Plato and his dialogues. Retrieved 3 April 2014.
Szlezak, Thomas A. (1999). Reading Plato. Routledge. ISBN 0-415-18984-5.
Tarán, Leonardo (1981). Speusippus of Athens. Brill Publishers.
Tarán, Leonardo (2001). "Plato's Alleged Epitaph". Collected Papers 1962-1999. Brill Academic Publishers. ISBN 9004123040.
Taylor, Alfred Edward (2001) [1937]. Plato: The Man and His Work. Courier Dover Publications. ISBN 0-486-41605-4.
Taylor, C. C. W. (2011). "Plato's Epistemology". In Fine, G. The Oxford Handbook of Plato. Oxford University Press. pp. 165–190.
Vlastos, Gregory (1991). Socrates: Ironist and Moral Philosopher. Cambridge University Press.
Whitehead, Alfred North (1978). Process and Reality. New York: The Free Press.
Wilamowitz-Moellendorff, Ulrich von (2005) [1917]. Plato: His Life and Work (translated in Greek by Xenophon Armyros). Kaktos. ISBN 960-382-664-2.
Plutarch (1683) [written in the late 1st century]. "Wikisource link to Pericles". Lives. Dryden, John (translator). Wikisource. See original text in Perseus program.
Seneca the Younger. Wikisource link to Moral Letters to Lucilius: Letter 58. Translated by Richard Mott Gummere. Wikisource. See original text in Latin Library.
Xenophon, Memorabilia. See original text in Perseus program.
Plato. Wikisource link to Gorgias. Jowett Benjamin (translator). Wikisource. See original text in Perseus program.
Plato (1903). Parmenides. Translated by Burnet, John. Oxford University. republished by: Crane, Gregory (ed.). "Perseus Digital Library Project".
Plato. Wikisource link to The Republic. Jowett Benjamin (translator). Wikisource
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου