Το άγαλμα της Νίκης του Παιωνίου είναι αριστούργημα της γλυπτικής τέχνης της αρχαίας Ελλάδας. Βρέθηκε το 1875 στην Ολυμπία από γερμανικές αρχαιολογικές ανασκαφές και εκτίθεται σήμερα στο μουσείο της Ολυμπίας.
Το άγαλμα φέρει σοβαρές φθορές και του λείπουν τμήματα που έχουν χαθεί. Είναι φτιαγμένο από μάρμαρο της Πάρου. Αν και το πρόσωπο δεν έχει βρεθεί, υπάρχει στην Ρώμη ένα μεταγενέστερο αντίγραφο σε καλή κατάσταση, που μας δίνει μια καλή εικόνα της αρχικής μορφής του αγάλματος. Έχει συνολικό ύψος 2,90 μέτρα μέχρι την κορυφή των φτερών, ενώ ήταν τοποθετημένο επάνω σε τριγωνικό κίονα ύψους 9 μέτρων, έτσι, συνολικά το ύψος φτάνει τα 12 μέτρα. Είναι η στιγμή που η Θεά Νίκη κατεβαίνει από τον ουρανό στη γη, σταλμένη από τους θεούς για να φέρει την πολυπόθητη νίκη. Φοράει αραχνοΰφαντο ένδυμα που καλύπτει τους αστραγάλους και στερεώνεται ψηλά στον ένα ώμο,αφήνοντας το ένα στήθος γυμνό. Κρατούσε, σύμφωνα με τη περιγραφή του Παυσανία, κλαδί φοινικιάς με το ένα χέρι και στεφάνι αγριελιάς με το άλλο. Πατάει με την άκρη των δακτύλων του ενός ποδιού στη γη ενώ ετοιμάζεται να ακουμπήσει και το άλλο πόδι.Δίπλα της, καταγής, διακρίνεται το κεφάλι ενός αετού, σύμβολο του Θεού Δία.
Το άγαλμα αρχικά βρίσκονταν στημένο πάνω σε ψηλό βάθρο έξω από το Ναό του Δία στην ανατολική του πλευρά. Ακόμα και σήμερα είναι ορατό το τριγωνικό βάθρο που έχει αποκατασταθεί και διατηρείται στο ένα τρίτο του αρχικού του ύψους. Φέρει ευανάγνωστα την επιγραφή: Μεσσάνιοι και Ναυπάκτιοι ανέθεν Διί Ολυμπίω δεκάταν από των πολεμίων. Παιώνιος εποίησε Μενδαίος και τακρωτήρια ποιών επί τον ναόν ενίκα. Δηλαδή: Οι Μεσσήνιοι και οι Ναυπάκτιοι το αφιέρωσαν στον Ολύμπιο Δία ως δέκατο από τα λάφυρα που έλαβαν από τους εχθρούς. Το έφτιαξε ο Παιώνιος από τη Μένδη( στη Χαλκιδική), που έφτιαξε και τα ακρωτήρια του ναού για τα οποία κέρδισε σε διαγωνισμό. Ο Παυσανίας λέει ότι οι Μεσσήνιοι έστησαν το αφιέρωμα αυτό, για να δοξάσουν τη νίκη τους επί των Λακεδαιμονίων. Να τονίσουμε πως το όνομα των ηττημένων (Λακεδαιμόνιοι) δεν δηλώνεται στο βάθρο,αλλά σίγουρα κάθε επισκέπτης από τη πόλη της Σπάρτης θα ένοιωθε αμηχανία και ντροπή μπροστά στο μνημείο αυτό της σπαρτιατικής ήττας.Χρονολογείται γύρω στα 421 π.Χ. και εντάσσεται στα γεγονότα του Πελοποννησιακού πολέμου. Το καλλιτεχνικό στιλ του αγάλματος έχει ομοιότητες με τα ακρωτήρια σε έναν ναό στην Δήλο και τα αγάλματα του μνημείου των Νηρηίδων που φτιάχτηκαν την ίδια εποχή.
Πηγές/Φωτογραφίες/Βιβλιογραφία
Άντολφ Φουρτβένγκλερ και Heinrich Ludwig Urlichs, επιμ. (1904) (στα Γερμανικά). Denkmäler griechischer und römischer Skulptur. Μόναχο: F. Bruckmann AG. Ανακτήθηκε στις 12 Σεπτεμβρίου 2009.
Γεωργία Εμμ. Χατζή (2008). Το Αρχαιολογικό Μουσείο Ολυμπίας. ΟΛΚΟΣ, σελ. 295. ISBN 978-960-89339-3-4. Ανακτήθηκε στις 15 Δεκεμβρίου 2011.
DNP VIII (2000) 1171 s.v. Olympia (E. Olshausen).
Siebler 2004, S. 112.
Dittenberger–Purgold 1896, S. 379.
Dittenberger–Purgold 1896, S. 377–384; Inscriptiones Graecae IX,1² 3:656.
Paus. 5, 26, 1.
Koepp 1895, S. 269.
Thukydides 4, 32.
Vgl. Dittenberger–Purgold 1896, S. 381.
Koepp 1895, S.271.
Siebler 2004, S. 154f.
Dittenberger–Purgold 1896, S. 380; Inscriptiones Graecae IX,1² 3:656.
Dittenberger–Purgold 1896,S. 105-106.
Dittenberger–Purgold 1896,S. 103-110.
Tacitus, Annales 4, 43.
Pomtow 1922, S. 59.
Pomtow 1922, S. 62.
Paus. 3, 17, 4.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου