MythologyMythologyDocumentariesFestivalspersonswarsBeutiful HellasArtFun

29.6.16

Nike of Paionios

Flying figure representing victory. From the inscription found with it we can deduce that it was put up at the time of the capture of the town of Sphakteria from the Spartans, in 425 BCE.

The figure originally had wings, now mostly missing, and is landing gently on her left foot, with her drapery blown against her body. It originally stood near the temple of Zeus on a triangular pillar about 6 metres high, which can still be seen in situ at Olympia

Purchased 23 May 1877 by the Fitzwilliam Museum from the casting establishment of the Berlin Museum. Transferred to the Museum in 1884. Inscription purchased in 1884 from Berlin?

Source/Photos/Bibliography

Άντολφ Φουρτβένγκλερ και Heinrich Ludwig Urlichs, επιμ. (1904) (στα Γερμανικά). Denkmäler griechischer und römischer Skulptur. Μόναχο: F. Bruckmann AG. Ανακτήθηκε στις 12 Σεπτεμβρίου 2009.
Γεωργία Εμμ. Χατζή (2008). Το Αρχαιολογικό Μουσείο Ολυμπίας. ΟΛΚΟΣ, σελ. 295. ISBN 978-960-89339-3-4. Ανακτήθηκε στις 15 Δεκεμβρίου 2011.
DNP VIII (2000) 1171 s.v. Olympia (E. Olshausen).
Siebler 2004, S. 112.
Dittenberger–Purgold 1896, S. 379.
Dittenberger–Purgold 1896, S. 377–384; Inscriptiones Graecae IX,1² 3:656.
Paus. 5, 26, 1.
Koepp 1895, S. 269.
Thukydides 4, 32.
Vgl. Dittenberger–Purgold 1896, S. 381.
Koepp 1895, S.271.
Siebler 2004, S. 154f.
Dittenberger–Purgold 1896, S. 380; Inscriptiones Graecae IX,1² 3:656.
Dittenberger–Purgold 1896,S. 105-106.
Dittenberger–Purgold 1896,S. 103-110.
Tacitus, Annales 4, 43.
Pomtow 1922, S. 59.
Pomtow 1922, S. 62.
Paus. 3, 17, 4.

Το άγαλμα της Νίκης του Παιωνίου

Το άγαλμα της Νίκης του Παιωνίου είναι αριστούργημα της γλυπτικής τέχνης της αρχαίας Ελλάδας. Βρέθηκε το 1875 στην Ολυμπία από γερμανικές αρχαιολογικές ανασκαφές και εκτίθεται σήμερα στο μουσείο της Ολυμπίας.

Το άγαλμα φέρει σοβαρές φθορές και του λείπουν τμήματα που έχουν χαθεί. Είναι φτιαγμένο από μάρμαρο της Πάρου. Αν και το πρόσωπο δεν έχει βρεθεί, υπάρχει στην Ρώμη ένα μεταγενέστερο αντίγραφο σε καλή κατάσταση, που μας δίνει μια καλή εικόνα της αρχικής μορφής του αγάλματος. Έχει συνολικό ύψος 2,90 μέτρα μέχρι την κορυφή των φτερών, ενώ ήταν τοποθετημένο επάνω σε τριγωνικό κίονα ύψους 9 μέτρων, έτσι, συνολικά το ύψος φτάνει τα 12 μέτρα. Είναι η στιγμή που η Θεά Νίκη κατεβαίνει από τον ουρανό στη γη, σταλμένη από τους θεούς για να φέρει την πολυπόθητη νίκη. Φοράει αραχνοΰφαντο ένδυμα που καλύπτει τους αστραγάλους και στερεώνεται ψηλά στον ένα ώμο,αφήνοντας το ένα στήθος γυμνό. Κρατούσε, σύμφωνα με τη περιγραφή του Παυσανία, κλαδί φοινικιάς με το ένα χέρι και στεφάνι αγριελιάς με το άλλο. Πατάει με την άκρη των δακτύλων του ενός ποδιού στη γη ενώ ετοιμάζεται να ακουμπήσει και το άλλο πόδι.Δίπλα της, καταγής, διακρίνεται το κεφάλι ενός αετού, σύμβολο του Θεού Δία.

Το άγαλμα αρχικά βρίσκονταν στημένο πάνω σε ψηλό βάθρο έξω από το Ναό του Δία στην ανατολική του πλευρά. Ακόμα και σήμερα είναι ορατό το τριγωνικό βάθρο που έχει αποκατασταθεί και διατηρείται στο ένα τρίτο του αρχικού του ύψους. Φέρει ευανάγνωστα την επιγραφή: Μεσσάνιοι και Ναυπάκτιοι ανέθεν Διί Ολυμπίω δεκάταν από των πολεμίων. Παιώνιος εποίησε Μενδαίος και τακρωτήρια ποιών επί τον ναόν ενίκα. Δηλαδή: Οι Μεσσήνιοι και οι Ναυπάκτιοι το αφιέρωσαν στον Ολύμπιο Δία ως δέκατο από τα λάφυρα που έλαβαν από τους εχθρούς. Το έφτιαξε ο Παιώνιος από τη Μένδη( στη Χαλκιδική), που έφτιαξε και τα ακρωτήρια του ναού για τα οποία κέρδισε σε διαγωνισμό. Ο Παυσανίας λέει ότι οι Μεσσήνιοι έστησαν το αφιέρωμα αυτό, για να δοξάσουν τη νίκη τους επί των Λακεδαιμονίων. Να τονίσουμε πως το όνομα των ηττημένων (Λακεδαιμόνιοι) δεν δηλώνεται στο βάθρο,αλλά σίγουρα κάθε επισκέπτης από τη πόλη της Σπάρτης θα ένοιωθε αμηχανία και ντροπή μπροστά στο μνημείο αυτό της σπαρτιατικής ήττας.Χρονολογείται γύρω στα 421 π.Χ. και εντάσσεται στα γεγονότα του Πελοποννησιακού πολέμου. Το καλλιτεχνικό στιλ του αγάλματος έχει ομοιότητες με τα ακρωτήρια σε έναν ναό στην Δήλο και τα αγάλματα του μνημείου των Νηρηίδων που φτιάχτηκαν την ίδια εποχή.

Πηγές/Φωτογραφίες/Βιβλιογραφία

Άντολφ Φουρτβένγκλερ και Heinrich Ludwig Urlichs, επιμ. (1904) (στα Γερμανικά). Denkmäler griechischer und römischer Skulptur. Μόναχο: F. Bruckmann AG. Ανακτήθηκε στις 12 Σεπτεμβρίου 2009.
Γεωργία Εμμ. Χατζή (2008). Το Αρχαιολογικό Μουσείο Ολυμπίας. ΟΛΚΟΣ, σελ. 295. ISBN 978-960-89339-3-4. Ανακτήθηκε στις 15 Δεκεμβρίου 2011.
DNP VIII (2000) 1171 s.v. Olympia (E. Olshausen).
Siebler 2004, S. 112.
Dittenberger–Purgold 1896, S. 379.
Dittenberger–Purgold 1896, S. 377–384; Inscriptiones Graecae IX,1² 3:656.
Paus. 5, 26, 1.
Koepp 1895, S. 269.
Thukydides 4, 32.
Vgl. Dittenberger–Purgold 1896, S. 381.
Koepp 1895, S.271.
Siebler 2004, S. 154f.
Dittenberger–Purgold 1896, S. 380; Inscriptiones Graecae IX,1² 3:656.
Dittenberger–Purgold 1896,S. 105-106.
Dittenberger–Purgold 1896,S. 103-110.
Tacitus, Annales 4, 43.
Pomtow 1922, S. 59.
Pomtow 1922, S. 62.
Paus. 3, 17, 4.

26.6.16

Αδώνια

Τα Αδών(ε)ια ή Αδώνια μυστήρια ήταν ετήσια γιορτή σε ανάμνηση του θανάτου και της ανάστασης του Άδωνη σε όλες σχεδόν τις πόλεις της Αρχαίας Ελλάδας. Ο θάνατος και η ανάσταση του Άδωνη είχε σχέση με τον ετήσιο κύκλο της βλάστησης και της καρποφορίας. Η διάρκειά τους ποίκιλλε: αλλού κρατούσαν δυο, τρεις ή και εφτά ημέρες, ενώ δεν εορτάζονταν παντού την ίδια εποχή του έτους.
Οι πρώτες ημέρες της γιορτής (αφανισμός) ήταν πένθιμες. Οι γυναίκες, που μόνο αυτές έπαιρναν μέρος στη γιορτή, είχαν την επιμέλεια της κηδείας του θεού και θρηνούσαν το χαμό του. Μετά με λυμένα μαλλιά και γυμνόστηθες γυρνούσαν στους δρόμους περιφέροντας κέρινα και πήλινα ομοιώματα του θεού και έψελναν πένθιμους ύμνους με τη συνοδεία αυλού γίγγρα. Το πρωί της επόμενης μέρας, πετούσαν ομοιώματα του θεού σε πηγές ή σε ποτάμια. Μετά την πάροδο των πένθιμων ημερών, οι πιστοί γιόρταζαν με οργιαστική χαρά την ανάστασή του (εύρεσις) με χορούς και πλούσια γεύματα.
Όταν οι Αθηναίοι ετοιμάζονταν για την εκστρατεία στη Σικελία (415-413 π.Χ.), ήταν η εποχή που γιόρταζαν τα Αδώνια, στα μέσα του καλοκαιριού, όπως και στη Σικυώνα, την Αλεξάνδρεια, τη Βύβλο και την Αντιόχεια.
Celebrating the Adonia: fragment of an Attic red-figure wedding vase, ca. 430-420 BCE

Στα αθηναϊκά Αδώνια, οι γυναίκες θρηνούσαν μπροστά σε δύο νεκροκρέβατα που ήταν τοποθετημένα στις εισόδους των σπιτιών. Πάνω στα νεκροκρέβατα έβαζαν ξύλινα ομοιώματα του Άδωνη και της Αφροδίτης. Γύρω από τα ειδώλια τοποθετούσαν τους "κήπους του Άδωνη" (Ἀδώνιδος κῆποι), δηλαδή γλάστρες με φυτά που αναπτύσσονταν γρήγορα, τα οποία αργότερα τοποθετούσαν πάνω στις στέγες των σπιτιών για να μεγαλώσουν γρήγορα με τη βοήθεια του ήλιου. Η ανάπτυξη των φυτών αποτελούσε σημάδι της ανάστασης του θεού.

Κοντά στον επιτάφιο (νεκροκρέβατο) τοποθετούσαν κούκλες που παρίσταναν έρωτες και πουλιά και δίπλα στο ομοίωμα του Άδωνη άφηναν πλακούντες και γλυκίσματα. Η γιορτή τέλειωνε με θυσίες αγριόχοιρων.
Τα Αδώνια γιορτάζονταν και στην Αλεξάνδρεια επί Πτολεμαίων, εορτή για την οποία σώζεται περιγραφή από το Θεόκριτο στο 15ο ειδύλλιό του «Συρακούσιαι ή Αδωνιάζουσαι», όταν την είχε οργανώσει η Αρσινόη Β' της Αιγύπτου, σύζυγος του Πτολεμαίου Β' του Φιλάδελφου.

Κατά την πρώτη ημέρα, ψάλλονταν ύμνοι για τον ιερό γάμο Αφροδίτης και Άδωνι και για την επάνοδο του τελευταίου από τον Κάτω Κόσμο. Η βασίλισσα συνόδευε το ομοίωμα του Άδωνι μαζί με άλλες γυναίκες, που μετέφεραν δύο κρεβάτια φτιαγμένα από χρυσό και άργυρο για την τοποθέτηση των ομοιωμάτων του Αδώνιδος και της Αφροδίτης. Γύρω από αυτά άφηναν καρπούς και φαγητά από αλεύρι, μέλι και λάδι, μυροδοχεία και γλάστρες με γλυκάνισο, κριθάρι, μάραθο κ.ά.

Την επόμενη ημέρα, γυναίκες λυσίκομες, ξυπόλητες και γυμνόστηθες έριχναν τα ομοιώματα του Θεού στα νερά και τον παρακαλούσαν να επιστρέψει πίσω ξανά και το επόμενο έτος.
Τα Αδώνια των υπόλοιπων πόλεων, ανάμεσα στις οποίες πιο λαμπρά ήταν της Αθήνας και του Άργους, διοργανώνονταν με τις προσωπικές οικονομικές εισφορές των γυναικών που συμμετείχαν σε αυτά, ενώ στη Ρόδο υπήρχε μια μικτή θρησκευτική αδελφότητα, οι λεγόμενοι «Αδωνιασταί» ή «Αδωνισταί». Η ποιήτρια Σαπφώ από τη Λέσβο επίσης αναφέρεται σε συνήθειες για το θρήνο του θανάτου του Άδωνι.

Σε κάποιες περιοχές, γίνονταν και μυήσεις σε μυστήρια του Θεού. Ο Λουκιανός μάλιστα αναφέρει ότι οι μύστες θυσίαζαν πρόβατο και έπαιρναν μετάληψη.

Κατά την παράδοση, ποιητής των εορταστικών τραγουδιών και των ελεγειών για τον θάνατο του Άδωνι ήταν ο Κινύρας, ο πρώτος βασιλιάς της Κύπρου, που είχε εισάγει στο νησί την λατρεία της Αφροδίτης. Έλεγαν πως είχε έρθει από τη Βύβλο.
Οι τελετές αυτές, για τις οποίες ακόμη και ο προφήτης Ιεζεκιήλ αναφέρει ότι είχε δει τις πιστές του Ταμμούζ (Άδωνι) να θρηνούν στην είσοδο του Ναού της Ιερουσαλήμ, διαδόθηκαν σ’ όλες τις μεσογειακές χώρες και έτυχαν ευρύτατης αποδοχής και στην Ιβηρική, μέχρι που καταργήθηκαν οριστικά από τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο γύρω στο 384 μ.Χ.
Μαρτυρία των τελετών, χορών και θρήνων αυτών στην αρχαία Σεβίλλη διασώθηκε στο Βιβλίο των παθών των αγίων Ιούστας και Ρουφίνας, οι οποίες μαρτύρησαν γύρω στο 248. Σύμφωνα με το κείμενο, οι δύο χριστιανές, που πουλούσαν κεραμικά, διασταυρώθηκαν με την περιφορά των πιστών του Άδωνι, οι οποίοι, στην άρνηση των γυναικών να προσφέρουν τάματα στη μνήμη του θεού, τις προπηλάκισαν και εν τέλει τις φυλάκισαν..
Ως Αδώνια ή Αδωνίδια ήταν γνωστοί και οι θρήνοι που ψάλλονταν για τον Άδωνη κατά τη διάρκεια των εορτών, όπως ο «Επιτάφιος Αδώνιδος» του Βίωνος που έχει διασωθεί.
Κατάλοιπο των αρχαίων αυτών ύμνων είναι ο "Ζαφείρης", παιχνίδι και τραγούδι στο Ζαγόρι της Ηπείρου την Πρωτομαγιά, ένα έθιμο για την ανάσταση της φύσης και τη γονιμότητα των χωραφιών. Το έπαιζαν τα κορίτσια την Πρωτομαγιά κι όλες τις Κυριακές του Μάη. Ένα αγόρι προσποιούνταν ότι πέθανε και τότε τα κορίτσια το στόλιζαν με άνθη μοιρολογώντας το. Ξαφνικά όμως ο «Ζαφείρης» σηκωνόταν. Τον «Ζαφείρη» τον παριστούσαν επίσης με μια κούκλα.
Το ίδιο έθιμο, με το όνομα "Φουσκοδέντρι", τελείται και στην Καστανιά Στυμφαλίας, με το όνομα "Κάνναβο" κατά τη Μεσοπεντηκοστή στην Άνω Αμισό του Πόντου, ως "Λειδινός" στην Αίγινα στις 14 Σεπτεμβρίου και ως "Λάζαρα" ή "Λαζαρικά" στην Αμμόχωστο. Ο Γεώργιος Μέγας αναφέρει ότι παρόμοιο έθιμο αναβιώνει στις Σέρρες κατά την περιφορά του Επιταφίου. Γυναίκες τοποθετούν εικόνα του Εσταυρωμένου ανάμεσα σε άνθη, αναμμένα κεριά και θυμιάματα και δίπλα τοποθετούν ένα πιάτο φακής ή κριθαριού.

Ένα ποίημα του Ναπολέοντα Λαπαθιώτη φέρει τον τίτλο "Αδώνια", το οποίο δημοσιεύτηκε στο τεύχος 33 (Φεβρουάριος 1912) του περιοδικού «Χαραυγή» της Μυτιλήνης.

Πηγές/Φωτό/Βιβλιογραφία

Μαρκαντωνάτος, Γεράσιμος (1985). Επίτομο λεξικό λογοτεχνικών όρων. Αθήνα: Εκδόσεις Gutenberg, σελ. 208. ISBN 000010180X.
Μιχαηλίδης, Σόλων (1999). Εγκυκλοπαίδεια της αρχαίας ελληνικής μουσικής. Αθήνα: Εκδόσεις Μορφωτικού Ιδρύματος Εθνικής Τραπέζης. ISBN 960-250-174-Χ.
Μέγας, Γ.Α. (1957). Ελληνικαί εορταί και έθιμα της λαϊκής λατρείας. Αθήνα, σελ. σελ. 189 κ.εξ..
Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1992). Εισαγωγή στην ελληνική λαογραφία (4η Έκδοση έκδοση). Αθήνα: Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, σελ. 177. ISBN 9789602500644.
Nilsson, Martin Persson (1992) (στα γερμανικά). Geschichte der griechischen Religion. Τόμος Α' (2η Έκδοση έκδοση). C.H.Beck, σελ. σελ. 689 κ.εξ.. ISBN 3406013708.
[...]Ἀδώνια γὰρ εἶχον αἱ γυναῖκες τότε, καὶ προὔκειτο πολλαχόθι τῆς πόλεως εἴδωλα, καὶ ταφαὶ περὶ αὐτὰ καὶ κοπετοὶ γυναικῶν ἦσαν, ὥστε τοὺς ἐν λόγῳ ποιουμένους τινὶ τὰ τοιαῦτα δυσχεραίνειν καὶ δεδιέναι περὶ τῆς παρασκευῆς ἐκείνης καὶ δυνάμεως, μὴ λαμπρότητα καὶ ἀκμὴν ἐπιφανεστάτην σχοῦσα ταχέως μαρανθῇ. Πλουτάρχου Βίοι Παράλληλοι, Νικίας, κεφ. 13.7.
Smyth, Herbert Weir Smyth (1993). «Αδωνίδια» (στα αγγλικά). Greek melic poets. Biblo & Tannen Publishers, σελ. 28. ISBN 0819601209.
Ησύχιος, Γλώσσαι.
Θεόκριτου, Ειδύλλια, 15.
κατθνάσκει, Κυθέρη᾿, ἄβρος Ἄδωνις· τί κε θεῖμεν; καττύπτεσθε, κόραι, καὶ κατερείκεσθε χίτωνας. Σαπφώ, απόσπασμα 62.
Κάλτσου, Αικατερίνη (2007-4-4). «Θεϊκά Πάθη προς χάριν ανθρώπων». Λαογραφία, Παράδοση, Ιστορία (Πολίτης της Θράκης): σελ. φύλλο 66. Ανακτήθηκε στις 2009-08-23.
Cante Jondo: Το Βαθύ Τραγούδι της Ανδαλουσίας και οι ρίζες του
«Μάηδες του Πηλίου» (doc). Περιοδικό Φάρος. Μάιος 2009, σσ. κεφ. 5. Ανακτήθηκε στις 2009-08-23.
ERT online - Αφιερώματα: Πάσχα
Ορθόδοξος Χριστιανική Γωνιά - Μάιος
Το έθιμο του Λειδινού
Λαπαθιώτης - Αδώνια
J. G. Frazer, The Golden Bough: Frazer's view of the gardens and the agricultural mythology of Adonis
Matthew Dillon, Girls and women in classical Greek religion, 2003. p.165: "Menander makes it apparent that this was an all-women celebration...".
William Smith, D.C.L., LL.D.: A Dictionary of Greek and Roman Antiquities, John Murray, London, 1875. Article on p.14. The sources quoted do not say this, however, unless perhaps the Scholion on Aristophanes contains this information.
p.164: "But Adonis was in no sense an eastern dying and reborn vegetation god. The Adonis images laid out as in death, and the seed garden that never bear fruit, honour him once each year. After the Adonia, he will not make an appearance until the next celebration of the festival (i.e. his death is commemorated each year; only late sources mention a resurrection)."
Dillon, p.164-8, probably meaning Photius Lexicon.
Noted by Ronda R. Simms, "Mourning and Community at the Athenian Adonia" The Classical Journal 93.2 (December 1997, pp. 121-141) p 123 note.
Quoted in Simms 1997:124 note 18.
Suda Online, article "Adonia", accessed 15 January 2011.
Lucian, De dea Syria 6.
Theocritus, Idyll 15: the women at the Adonis festival.
Simms 1997:132.
Gina Salapata, "Τριφίλητος Ἄδωνις: An Exceptional Pair of Terra-cotta Arulae from South Italy," in Studia Varia from the J. Paul Getty Museum (Getty Publications, 2001), vol. 2, p. 35.
Simms 1997.
Matthew Dillon, Girls and women in classical Greek religion, 2003. p.167: "The date of the Adonia at Athens continues to be a matter of some dispute."
Simms 1997:127.
Winkler, The Constraints of Desire: The Anthropology of Sex and Gender in Ancient Greece (New York) 1990.




Adonia

Adonia (Greek: Ἀδώνια) or Feast of Adonis was an ancient festival mourning the death of Adonis. The date is uncertain, but may have been early Spring, or summer. It was a private, rather than a state festival, and was celebrated by women exclusively.
According to one 1875 source, the festival lasted two days. On the first day, they brought into the streets statues of Adonis, which were laid out as corpses; and they observed all the rites customary at funerals, beating themselves and uttering lamentations, in imitation of the cries of Venus for the death of her paramour. The second day was spent in merriment and feasting; because Adonis was allowed to return to life, and spend eight months of the year with Aphrodite (the other four with Persephone Queen of the Underworld). But Dillon states that the resurrection of Adonis was not celebrated, and that the only sources that mention this are all late.
The origins of the festival are unknown, but Photius records that it came to Greece from Cyprus and Phoenicia. We do not know when the Adonia was first observed in Athens: a mid-fifth-century date has been suggested on the basis of vase-paintings. Casual remarks in Aristophanes' Lysistrata (lines 387-96) and elsewhere show the Adonia was a familiar, though disruptive, element of Athenian life in the 420s.
Celebrating the Adonia: fragment of an Attic red-figure wedding vase, ca. 430-420 BCE

The date of the early summer festival of Adonia has been debated: it was tied to the cycle of the new moon on the ninth day of Hecatombion. This festival was the only celebration of Adonis at Athens: there was no temple to honour him, and he had no place in the official cults of the polis. In the masculine public culture of Athens, at least five comic poets wrote plays titled Adonis: Nikophon, Plato, Araros, Anthiphanes and Phaliskos. The official view of the Adonia is reflected in a fragment of Kratinos: "The man, who did not give a chorus to Sophocles when he asked, but to the son of Kleomachos, whom I would not think worthy to produce for me, not even for the Adonia".
During this festival, ad-hoc groups of women only—according to Plato, who disapproved of the essentially non-Greek and female cultus, especially loose women, prostitutes and mistresses[citation needed]—gathered on the rooftops, wailing, drinking and singing. According to a fragment of the Athenian comic poet of the late fifth century, Pherecrates found in the Suda, they said, "We celebrate the Adonia and we bewail Adonis". An early testimony to the Adonia in Lesbos is provided by fragmentary lines of Sappho: "delicate Adonis is dying, Kytherea; what should we do? Beat your breasts, maidens, and rend your garments."
Literary evidence for any Adonis cult outside Athens has been thin, although in the 2nd century AD Lucian refers to a celebration in Syria and the 15th Idyll of Theocritus, ca. 270 BC, describes a public, state-supported Adonia at Alexandria which was celebrated in the royal palace.
"The rooftop location of the Adonia was not a place for religious activity in Greece, but it was used for such purposes in the Near East, and this feature of the festival was retained in Athens", Ronda R. Simms has observed in her analysis of the Adonia.
Sir James Frazer believed that Gardens of Adonis provided sympathetic magic that encouraged fertility, growth and the vegetational death of Adonis, as a life-death-rebirth deity, as he was honoured in the Levant: see Adonis.[citation needed] However, Marcel Detienne takes a different view in Gardens of Adonis, a structuralist analysis of the practice. By Detienne's reinterpretation, Frazer's was "destroyed beyond any hope of resuscitation", according to Simms. Detienne pointed out that the plants in a Garden of Adonis quickly wither under the heat of the sun. The Greeks have a proverb—"more sterile than the gardens of Adonis"—and also use the phrase to indicate something superficial, immature or lightweight. Plato in Phaedrus contrasts the sensible male farmer, who would sow his seeds when it is suitable and be content to wait eight months for them to mature, and would not sow plants during eight days of summer in a Garden of Adonis. One is a serious act, the other playful; one will come to maturity, the other, according to Plato, is strictly for "the sake of sport and festival". According to a scholion on the passage, in Greek the phrase "garden of Adonis" came to mean anything out of season or short-lived. By this, Adonis, the unfruitful seducer of goddesses was the antithesis of useful agriculture and the union of marriage. The Gardens of Adonis were nevertheless considered a suitable theme for a wedding vessel (illustration).
John Winkler found it impossible to conceive that the women of Athens, citizens and non-citizens, would celebrate their own marginality in this fashion, and found the Adonia a wry representation of the ephemeral sexual nature of Adonis—and men in general.
One of the features of the holiday was the creation of "Gardens of Adonis". This involved sowing seeds of quickly-germinating plants— wheat, barley, lettuce, fennel— in shallow baskets, bowls or even in shards of clay. Tended by the women, who watered them daily, the plants grew rapidly but had shallow root systems. Images on Greek vases show the women carrying these little gardens up ladders to the rooftops, the unique site for the Adonia. At the end of eight days the pots of greenery were thrown into the ocean or a stream.
Today in Greece we have many groups celebrate "Adonia", among them the team of Adonia "αμφικτυονία «Ακάδημος»".

Source/Photos/Biography

Μαρκαντωνάτος, Γεράσιμος (1985). Επίτομο λεξικό λογοτεχνικών όρων. Αθήνα: Εκδόσεις Gutenberg, σελ. 208. ISBN 000010180X.
Μιχαηλίδης, Σόλων (1999). Εγκυκλοπαίδεια της αρχαίας ελληνικής μουσικής. Αθήνα: Εκδόσεις Μορφωτικού Ιδρύματος Εθνικής Τραπέζης. ISBN 960-250-174-Χ.
Μέγας, Γ.Α. (1957). Ελληνικαί εορταί και έθιμα της λαϊκής λατρείας. Αθήνα, σελ. σελ. 189 κ.εξ..
Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1992). Εισαγωγή στην ελληνική λαογραφία (4η Έκδοση έκδοση). Αθήνα: Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, σελ. 177. ISBN 9789602500644.
Nilsson, Martin Persson (1992) (στα γερμανικά). Geschichte der griechischen Religion. Τόμος Α' (2η Έκδοση έκδοση). C.H.Beck, σελ. σελ. 689 κ.εξ.. ISBN 3406013708.
[...]Ἀδώνια γὰρ εἶχον αἱ γυναῖκες τότε, καὶ προὔκειτο πολλαχόθι τῆς πόλεως εἴδωλα, καὶ ταφαὶ περὶ αὐτὰ καὶ κοπετοὶ γυναικῶν ἦσαν, ὥστε τοὺς ἐν λόγῳ ποιουμένους τινὶ τὰ τοιαῦτα δυσχεραίνειν καὶ δεδιέναι περὶ τῆς παρασκευῆς ἐκείνης καὶ δυνάμεως, μὴ λαμπρότητα καὶ ἀκμὴν ἐπιφανεστάτην σχοῦσα ταχέως μαρανθῇ. Πλουτάρχου Βίοι Παράλληλοι, Νικίας, κεφ. 13.7.
Smyth, Herbert Weir Smyth (1993). «Αδωνίδια» (στα αγγλικά). Greek melic poets. Biblo & Tannen Publishers, σελ. 28. ISBN 0819601209.
Ησύχιος, Γλώσσαι.
Θεόκριτου, Ειδύλλια, 15.
κατθνάσκει, Κυθέρη᾿, ἄβρος Ἄδωνις· τί κε θεῖμεν; καττύπτεσθε, κόραι, καὶ κατερείκεσθε χίτωνας. Σαπφώ, απόσπασμα 62.
Κάλτσου, Αικατερίνη (2007-4-4). «Θεϊκά Πάθη προς χάριν ανθρώπων». Λαογραφία, Παράδοση, Ιστορία (Πολίτης της Θράκης): σελ. φύλλο 66. Ανακτήθηκε στις 2009-08-23.
Cante Jondo: Το Βαθύ Τραγούδι της Ανδαλουσίας και οι ρίζες του
«Μάηδες του Πηλίου» (doc). Περιοδικό Φάρος. Μάιος 2009, σσ. κεφ. 5. Ανακτήθηκε στις 2009-08-23.
ERT online - Αφιερώματα: Πάσχα
Ορθόδοξος Χριστιανική Γωνιά - Μάιος
Το έθιμο του Λειδινού
Λαπαθιώτης - Αδώνια
J. G. Frazer, The Golden Bough: Frazer's view of the gardens and the agricultural mythology of Adonis
Matthew Dillon, Girls and women in classical Greek religion, 2003. p.165: "Menander makes it apparent that this was an all-women celebration...".
William Smith, D.C.L., LL.D.: A Dictionary of Greek and Roman Antiquities, John Murray, London, 1875. Article on p.14. The sources quoted do not say this, however, unless perhaps the Scholion on Aristophanes contains this information.
p.164: "But Adonis was in no sense an eastern dying and reborn vegetation god. The Adonis images laid out as in death, and the seed garden that never bear fruit, honour him once each year. After the Adonia, he will not make an appearance until the next celebration of the festival (i.e. his death is commemorated each year; only late sources mention a resurrection)."
Dillon, p.164-8, probably meaning Photius Lexicon.
Noted by Ronda R. Simms, "Mourning and Community at the Athenian Adonia" The Classical Journal 93.2 (December 1997, pp. 121-141) p 123 note.
Quoted in Simms 1997:124 note 18.
Suda Online, article "Adonia", accessed 15 January 2011.
Lucian, De dea Syria 6.
Theocritus, Idyll 15: the women at the Adonis festival.
Simms 1997:132.
Gina Salapata, "Τριφίλητος Ἄδωνις: An Exceptional Pair of Terra-cotta Arulae from South Italy," in Studia Varia from the J. Paul Getty Museum (Getty Publications, 2001), vol. 2, p. 35.
Simms 1997.
Matthew Dillon, Girls and women in classical Greek religion, 2003. p.167: "The date of the Adonia at Athens continues to be a matter of some dispute."
Simms 1997:127.
Winkler, The Constraints of Desire: The Anthropology of Sex and Gender in Ancient Greece (New York) 1990.




What Athenian men said about women

Lysistrata

  Since few women in the Ancient World knew how to read or write, most of our information about their life comes to us filtered through the eyes of men. This is particularly problematic in the case of Greece for Athenian men claimed to have a fairly low opinion of women. How much of that was little more than jocks blowing in the wind as they tried to score points with one another in the perpetual battle of the sexes and how much characterized deeply held views representative of all corners of society? In any event, here are some examples of what they said.

1)      Aristotle said that man is by nature superior to the female and so the man should rule and the woman should be ruled.[1] 
2)      Demosthenes wrote “We keep hetaerae for the sake of pleasure, females slaves for our daily care and wives to give us legitimate children and to be the guardians of our households.”[2]
3)      “A man who teaches a woman to write should know that he is providing poison to an asp.”[3]
4)      Euripides has women characters make disparaging remarks about their sex:
a)      I am only a woman, a thing which the world hates.[4]
b)      No cure has been found for a woman’s venom, worse than that of reptiles. We are a curse to man.[5]
c)      Men of sense should never let gossiping women visit their wives, for they work mischief.[6]
5)      Hipponax, whose writing is quite abusive anyway, had this to say about women: “There are two days on which a woman is most pleasing---when someone marries her and when he carries out her dead body.”[7] This aphorism probably should be ignored, coming as it does from a Sixth Century BCE Ephesian whose malicious temperament left him with few friends in the land of his birth and very little good to say about anyone, but the remark is quoted too often today to be left out.      
6)      Hyperides said, “A woman who travels outside her house should be old enough that people ask whose mother she is, not whose wife she is.”[8]
7)      In his Funeral Speech Pericles said, “A woman’s reputation is highest when men say little about her, whether it be good or evil.”[9]

       Creation stories tell us a great deal about a society’s view of itself and the world around. In the Judao-Christian version Adam (man) was the first human and God fashioned Eve (woman) to be a companion. After the Serpent successfully urged her to eat the forbidden fruit of the Tree of Knowledge of Good and Evil she tempted her husband to do the same, and when God caught them both are driven out of the Garden of Eden and into a world of sorrow and hard work. Note that men and women sprang from the same source-material, and while her creation was an afterthought on God’s part it was done as a favor to man, and that while woman was the tempter, man was a willing participant in the crime that led to their expulsion from Eden. The Greek story is quite different. The first woman, Pandora, was created as a form of punishment because men had learned from Prometheus the secret of making fire. How or from what man was created was never mentioned, but Pandora was fashioned out of the earth by Hephaestus on orders from Zeus, the various gods and goddesses supplying the attributes of women. Anything visible was beautiful and designed to make her irresistible to men, but all of the hidden characteristics, the ones that made up her true personality, were deliberately intended to bring sorrow, harm and trouble to man.[10] It was not a pretty picture.
       The epic poem, The Odyssey, features a number of prominent women, only one of whom was mortal. The others were nymphs, immortal beings with much power but a status lower than that of goddess. They varied in personality and attractiveness but they had the potential to do enormous damage to any man they met. The nymph Charybdis had been turned into a whirlpool that sucked in water and blew it back up, destroying any ship that tried to pass by. The nymph Scylla with six heads and eighteen rows of teeth ate six of Odysseus’ sailors. Sirens tempted men with their seductive song and then lured them to their death on the beach. When Circe drugged men and turned them into pigs, Hermes supplied Odysseus with the antidote and he searched the island to find his men. Later the nymph Calypso kept Odysseus a prisoner on her island for seven years while she tried to persuade him to marry her, letting him go only after the gods finally convinced her he would never be a willing companion. Sue Blundell said these women have the power to “engulf and obliterate men if they become too closely involved with them: that this engulfment is of a sexual nature is an impression evoked by the symbols of the yawning chasm and the man-eating monster.”[11]
       The Hippocratic writers believed that men and women were different in that the latter had flesh that is more porous and softer and that it drew moisture faster and in greater quantities from the belly than did men. [12] Menstruation was nature’s way of getting rid of this excess. [13] Only Aristotle saw that they were essentially the same animal: the woman, he said, was simply an inferior sort of man.       
       It seems clear, then, that Athenians saw women as beguiling creatures capable of causing considerable harm to themselves and others, and weaker in mind and body than men. Many believed that young girls were somewhat wild and difficult to control and that virgins were subject to hallucinations that could encourage them to be self-destructive. The solution was an early marriage, for only after a woman had delivered her first baby could she be a fully-operational female.


[1] Aristotle, Politics
[2] Demosthenes, Apollodorus Against Neaera, III, 122
[3] Fourth Century CE school children made numerous copies of this statement which they attributed to the Athenian 4th Century BCE Menander
[4] Phaedra, speaking in Euripides, Hippolytus
[5] Andromache, speaking in Euripides, Andromache
[6] Ibid
[7] Hipponax
[8] Hyperides, Fr. 204
[9] Thucydides, 2.45.2
[10] Hesiod, Works and Days, 42-105
[11] Blundell, Sue, (1999) Women in Ancient Greece, p. 51, Harvard University Press, Cambridge, Mass.
[12] Hippocrates, Diseases of Women, I.1
[13] Hippocrates, Regimen, I.34

25.6.16

Πολιορκία της Ρόδου το 1522

Η πολιορκία και η επακολουθούμενη κατάκτηση της Ρόδου από τον σουλτάνο Σουλεϊμάν το Μεγαλοπρεπή τον χειμώνα του 1522, που τερμάτισε τη μακρόχρονη κατοχή του νησιού από τους Ιππότες του Τάγματος του Αγίου Ιωάννη της Ιερουσαλήμ και εγκαινίασε την, επίσης μακρόχρονη, κατοχή του από την Οθωμανική Αυτοκρατορία.

Μετά την αποτυχημένη απόπειρα κατάληψης της Ρόδου από τον Μωάμεθ Α΄Πορθητή το 1480, οι Ιππότες της Ρόδου κέρδισαν ακόμα κάποια χρόνια κυριαρχίας στο νησί. Παρόλο που και ο Βαγιαζήτ ο Α' είχε στείλει στόλο το 1503 για να καταλάβει το νησί, και το 1505 ξαναέστειλε τον Τούρκο πειρατή Κεμάλ Ρέις δεν πέτυχε τίποτα. Αλλά και ο Σελήμ ο Α΄ ετοιμαζόταν να την καταλάβει, συγκεντρώνοντας τροφές και πολεμοφόδια, αλλά ο θάνατός του, το 1520, ανέβαλλε αυτά τα σχέδια για να τα πραγματοποιήσει τελικά ο γιος του, Σουλεϊμάν. Ο Σουλεϊμάν ο Μεγαλοπρεπής μόλις ανέβηκε στον θρόνο οργάνωσε εκστρατεία για να υποτάξει τη βορειοδυτική Βαλκανική. Όταν το Βελιγράδι έπεσε ύστερα από πολιορκία έξι μηνών μετά πήρε σειρά η Ρόδος.
Η Ρόδος εκείνη την εποχή βρισκόταν υπό τη διοίκηση των Ιπποτών του Αγίου Ιωάννη των Ιεροσολύμων και λόγω της θέσης της κατείχε σημαντικότατο ρόλο στο διαμετακομιστικό εμπόριο της Ανατολής, ήταν σχεδόν υποχρεωτικό λιμάνι για τα πλοία στη ρότα τους για Ανατολή, και γι’ αυτό πλούτιζε. Επίσης , ήταν κομβικό σημείο και για το εμπόριο μεταξύ Κωνσταντινούπολης και Αιγύπτου αλλά και γενικότερα για την ανεμπόδιστη διακίνηση των Οθωμανών στην Αίγυπτο και τη Συρία, τις δυο επαρχίες που πρόσφατα είχε κατακτήσει ο πατέρας του Σουλεϊμάν, ο Σελήμ ο Α’. Φυσικό ήταν λοιπόν, ο Σουλεϊμάν να θέλει να την εντάξει στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Τον Σουλεϊμάν τον παρακινούσαν επίσης και ο μέγα βεζύρης του Μουσταφά, ο αρχιναύαρχος Κούρδογλης αλλά και ο Ιππότης Αντρέα ντ’ Αμαράλ που είχε επικοινωνία με τον Σουλτάνο προκειμένου να εκδικηθεί το Τάγμα γιατί δεν τον είχαν κάνει Μεγάλο Μαγίστρο τους. Ο Άραβας ιστοριογράφος και γιατρός του Σουλεϊμάν, Ραμαντάν, προτιμά να πιστεύει ότι αυτή την απόφαση την πήρε ο Σουλτάνος για να ελευθερώσει τους φυλακισμένους Τούρκους που βρίσκονταν στο νησί.
Ρόδος - 1522

«…….όσοι μουσουλμάνοι είχαν τη δυστυχία να πέσουν στα χέρια των Ιπποτών δεν είχαν καμιά ελπίδα να απελευθερωθούν. Αν ήταν πλούσιοι ζητούνταν υπέρογκα λύτρα, αν ήταν φτωχοί στέναζαν ισόβια στα δεσμά. Οι ρωμαλέοι αιχμάλωτοι υποβάλλονταν σε βαριές εργασίες παίρνοντας κάθε μέρα 2 δραχμές, τις οποίες ύστερα τους τις αφαιρούσαν. Τη νύχτα, όλοι φορτωμένοι με αλυσίδες, θρηνούσαν μέσα σε σκοτεινές φυλακές, όπου πλήθος έντομα ρουφούσαν το αίμα τους, και οι περισσότεροι πέθαιναν από την ανυπόφορη βρώμα. Όσοι ήταν αρκετά δυνατοί και επιζούσαν από τις κακουχίες, περνούσαν την υπόλοιπη ζωή τους με δάκρυα και στεναγμούς. Όλα τα πνεύματα ανάμεσα σε γη και ουρανό λυπήθηκαν για τα παθήματά τους, καθώς και οι άγγελοι και τα ουρί. Τελικά, οι προσευχές τους συγκίνησαν το Θεό που έδωσε στο σουλτάνο την έμπνευση του πολέμου κατά της Ρόδου…….»

Όταν ο Σουλεϊμάν αποφάσισε την εκστρατεία έγραψε στους Ιππότες ζητώντας τους να εκκενώσουν το νησί.Επειδή η απάντηση ήταν αρνητική ο Σουλεϊμάν ξεκίνησε από τη Κωνσταντινούπολη με πολύ στρατό και στόλο. Ο στρατός με 100,000 άντρες διέσχισε όλη τη Μικρά Ασία και έφτασε στα παράλια της Καρίας, απέναντι από τη Ρόδο, τον Ιούνη του 1522. Στις 18 Ιουνίου και ο στόλος αποτελούμενος από 300 πλοία και με αρχηγό τον βεζύρη Μουσταφά έφτασε στην Ρόδο, αποβίβασε τα στρατεύματα και τα πολεμοφόδια, ετοίμασε το στρατόπεδο και περίμενε τον Σουλτάνο. Ο Σουλτάνος αποβιβάστηκε στη Ρόδο στις 28 Ιουλίου.

Από την άλλη πλευρά οι Ιωαννίτες, διέθεταν μόνο 4,500 στρατιώτες και 600 ετοιμοπόλεμους ιππότες αλλά είχαν και τη πλήρη στήριξη του λαού της Ρόδου, που ήταν έτοιμος να βοηθήσει την άμυνα της πόλης, όπου χρειαζόταν. Ο Μεγάλος Μάγιστρος, Φιλίπ ντε Βιλιέ ντε λ' Ιλ-Αντάμ με τόσο μικρές δυνάμεις δεν ήταν σε θέση να εμποδίσει την απόβαση των στρατευμάτων και έτσι προτίμησε να ασχοληθεί με την άμυνα της πόλης της Ρόδου, καταστρέφοντας τα σπίτια που ήταν χτισμένα κολλητά στα τείχη και συγκεντρώνοντας όλους τους αγρότες μέσα στη πόλη. Επίσης, πυρπόλησε τα χωριά γύρω από το στρατόπεδο των Τούρκων για να τους δυσκολέψει στην προμήθεια τροφίμων. Οργάνωσε την άμυνα καθορίζοντας τις θέσεις των Ιπποτών στους 7 προμαχώνες της πόλης ανάλογα με τις γλώσσες που ανήκαν. (οι διάφορες εθνότητες των Ιπποτών χωρίζονταν διοικητικά σε ‘’γλώσσες’, π.χ. η γλώσσα της Γαλλίας =οι Γάλλοι, της Γερμανίας= οι Γερμανοί, της Αραγονίας= οι Αραγονέζοι της Ισπανίας κ.λ.π.)

Την 1η Αυγούστου άρχισε η επίθεση με πρώτον επιτιθέμενο τον μπεηλέρμπεη της Ρούμελης Αγιάζ Πασά, κατά της θέσης που υπερασπίζονταν οι Γερμανοί Ιππότες ενώ ταυτόχρονα άρχιζαν οι προσπάθειες των Τούρκων «μιναδόρων» να φτιάχνουν υπονόμους - που τους ανατίναζαν με εκρηκτικά έτσι ώστε να καταρρεύσουν από κάτω τα τείχη - ,προσπάθειες που κράτησαν 4 περίπου μήνες χωρίς κανένα όμως αποτέλεσμα. Οι Ιππότες είχαν μαζί τους τον περίφημο μηχανικό Γαβριήλ Μαρτινέγκου που κάνοντας την δουλειά του στην εντέλεια εξουδετέρωνε πάντα την κατάλληλη στιγμή τις ενέργειες των Τούρκων.

Στις 4 Σεπτεμβρίου δυο υπόνομοι που ανοίχτηκαν κατέστρεψαν ένα μέρος του τείχους που φύλαγαν οι Άγγλοι Ιππότες. Από το ρήγμα ανέβηκαν στα τείχη Τούρκοι στρατιώτες αλλά οι Ιππότες με αρχηγό τους τον Μάγιστρό τους Φιλίπ ντε Βιλιέ ντε λ' Ιλ-Αντάμ, τους αναχαίτισαν και σκότωσαν 2000 άντρες.

Στις 13 Σεπτεμβρίου ξαναπροσπαθώντας οι Τούρκοι κατέλαβαν και πάλι τον προμαχώνα που υπερασπίζονταν οι Άγγλοι Ιππότες, στήνοντας μάλιστα και πέντε σημαίες τους αλλά και πάλι, ο Γερμανός ταξίαρχος Μπάλντερ που κατέφθασε για να βοηθήσει τους αναχαίτισε και τους έδιωξε εντελώς.


Στις 24 Σεπτεμβρίου αποφασίστηκε γενική έφοδος σε όλα τα οχυρώματα της πόλης. Τα ξημερώματα της 25ης Σεπτέμβρη οι Τούρκοι όρμησαν προς τα τείχη της πόλης, επικεντρώνοντας όμως τις προσπάθειές τους στα τείχη των Άγγλων και Γερμανών Ιπποτών που ήταν λόγω των προηγούμενων επιθέσεων πιο ευάλωτα. Τελικά και πάλι οι Τούρκοι απωθήθηκαν από παντού, και μάλιστα έχασαν 15,000 στρατιώτες που τους εγκατέλειψαν πάνω στα τείχη και στη τάφρο. Σε εκείνη τη γενική έφοδο βοήθησε όλος ο πληθυσμός της Ρόδου με όλους τους τρόπους που μπορούσαν. Ο Σουλεϊμάν θυμωμένος από το αποτέλεσμα καθαίρεσε τον αρχιστράτηγό του Αγιάζ Πασά. Αργότερα, όμως τον επανέφερε και πάλι στη θέση του.

Στις 12 Οκτώβρη νέα επίθεση για να καταλάβουν τον αγγλικό προμαχώνα. Πολλοί στρατιώτες πάλι ανέβηκαν στα τείχη, αλλά βλέποντας ότι οι αγάς τους είχε τραυματιστεί, υποχώρησαν και έφυγαν. Στα τέλη Οκτωβρίου επιτέθηκαν στους προμαχώνες της Ιταλίας και της Προβηγκίας αλλά και πάλι απέτυχαν.Εν τω μεταξύ μέσα στη Ρόδο ανακαλύφθηκαν οι προδοτικές συνεννοήσεις του ντ’ Αμαράλ με τους Τούρκους, καθαιρέθηκε από τον βαθμό του και στις 30 Οκτωβρίου 1522 εκτελέστηκε.

Στις 30 Νοεμβρίου νέα επίθεση κατά των προμαχώνων της Ιταλίας και της Ισπανίας. Οι εχθροί κέρδισαν έδαφος, ανέβηκαν στα τείχη κατάφεραν να περάσουν και τα περιφράγματα και ήταν έτοιμοι να μπουν στη πόλη όταν οι κωδωνοκρουσίες κινητοποίησαν όλο τον λαό που έτρεξαν στα περιφράγματα, αναχαίτισαν τους Τούρκους και ξαναπήραν το ρήγμα. Οι απώλειες των Τούρκων εκείνη την ημέρα ήταν 3000. Οι Οθωμανοί παρόλο που είχαν χάσει σχεδόν 100.000 στρατιώτες από τον πόλεμο και από αρρώστιες συνεχώς ανανέωναν τις δυνάμεις τους με νέες στρατολογίες που κατέφθαναν στην Ρόδο. Οι χριστιανοί όμως δεν είχαν τέτοια δυνατότητα και έτσι ο θάνατος του καθενός άφηνε δυσαναπλήρωτα κενά. 

Στις 10 Δεκεμβρίου, ο σουλτάνος γνωρίζοντας την απελπιστική θέση των πολιορκούμενων κάλεσε τον Μεγάλο Μάγιστρο σε έντιμη συνθηκολόγηση με τον όρο να παραδώσει τη πόλη μέσα σε 3 ημέρες. Μάλιστα, ο Σουλεϊμάν σε μια του προκήρυξη που έριξε με τόξο μέσα στη πόλη, ανακοίνωσε ότι αν οι κάτοικοι παρέδιδαν τη πόλη, θα έμεναν αφορολόγητοι για 5 χρόνια και ότι τα παιδιά τους δεν θα περιλαμβάνονταν στο συνηθισμένο «παιδομάζωμα» των Τούρκων.

Τελικά αυτό κατορθώθηκε στις 22 Δεκεμβρίου. Οι βασικοί όροι της συνθήκης ήταν οι εξής:

να μη βεβηλωθούν οι χριστιανικές εκκλησίες

οι κάτοικοι να συνεχίσουν να θρησκεύονται ελεύθερα

να μείνουν αφορολόγητοι για 5 χρόνια (για να συνέλθουν από τις καταστροφές που προκάλεσε στις περιουσίες τους, η πολιορκία)


και να επιτραπεί η ελεύθερη αναχώρηση όσων κατοίκων θέλουν.

Οι Ιππότες θα μπορούσαν να πάρουν όλη τη κινητή περιουσία τους και κατά τη παράδοση της πόλης μόνο ο αγάς με 4,000 στρατιώτες θα έμπαιναν να παραλάβουν τη πόλη και όχι όλος ο στρατός.

Στις 25 Δεκέμβρη η πόλη της Ρόδου παραδόθηκε, αλλά παρ' όλη τη συμφωνία οι Τούρκοι στρατιώτες και βιαιοπράγησαν και λεηλάτησαν και βεβήλωσαν χριστιανικές εκκλησίες.


Στις 1 Γενάρη του 1523 ο μεγάλος μάγιστρος των Ιπποτών της Ρόδου, Φιλίπ ντε Βιλιέ ντε λ' Ιλ-Αντάμ, οι Ιππότες και 4.000 κάτοικοι, εγκατέλειψαν τη Ρόδο, ύστερα από 220 χρόνια ηγεμονίας.
Field sketch of the Fortress City of Rhodes as in 1522,
showing the initial deployment of the opposing forces 
(S III, Rhodes, c 1978)

Key:

    1. Post of France 9. Ayas Pasha
    2. Post of Germany 10. Ayas Pasha
    3. Post of Auvergne 11. Ahmed Pasha
    4. Post of Aragon 12. Qasim Pasha
    5. Post of England 13. Mustafa Pasha
    6. Post of Provence 14. Piri Pasha
    7. Post of Italy 15. Fort St. Nicholas
    8. Janissaries 16. Boom Defences

Στις 2 Γενάρη του 1523 ο σουλτάνος Σουλεϊμάν προσευχήθηκε για να ευχαριστήσει τον Αλλάχ για τη νίκη που του έδωσε, στο ναό του Αγίου Ιωάννη των Ιπποτών που οι Τούρκοι είχαν ήδη μεταμορφώσει σε τζαμί.

Μετά τη Ρόδο, οι Τούρκοι κατάλαβαν και τα υπόλοιπα νησιά που ήταν στην κυριαρχία των Ιπποτών της Ρόδου: Κάλυμνο, Σύμη, Λέρο, Κω, Νίσυρο, Τήλο και Χάλκη.

Ο Σουλεϊμάν ενθαρρυμένος από τη κατοχή αυτής της τόσο σημαντικής ναυτικής βάσης, έφτιαξε μεγάλο στόλο, με σκοπό να εκδιώξει τη Βενετία από την ανατολική Μεσόγειο, έβαλε στόλαρχο τον περίφημο πειρατή Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσσα και το 1537 ξεκίνησε έναν ακόμα βενετοτουρκικό πόλεμο.

Οι Ιππότες του Αγίου Ιωάννη έφυγαν από το νησί χωρίς να έχουν βρει που θα μεταφέρουν την έδρα του Τάγματος. Έτσι, μια τρικυμία τους έβγαλε στην Κρήτη πρώτα, μετά στα Κύθηρα αλλά η Βενετία δεν ήταν πρόθυμη να τους δώσει καταφύγιο. Φεύγοντας από κει πήγαν στη Νάπολη και από εκει στο Βιτέρμπο το 1524 όπου και διαπραγματεύτηκαν με τον βασιλιά της Γερμανίας, Κάρολο Ε΄, την παραχώρηση της Μάλτας.

Ταυτόχρονα προσπαθούσαν να κινήσουν επανάσταση στη Ρόδο, για να επέμβουν και να διώξουν τους Τούρκους, αλλά η προσπάθεια εξαιτίας των πολλών αναβολών μαθεύτηκε από τους Τούρκους και το 1529εγκαταλείφθηκε η ιδέα. Το 1530 τελικά τους παραχωρήθηκε η Μάλτα, στην οποία κατέλυσαν το 1531 λίγο μετά την αποτυχημένη τους προσπάθεια να καταλάβουν και τη Μεθώνη.

Πηγές
Ancient Rhodes
Οι ελληνικές πηγές της εποχής είναι λίγες και γι' αυτό η παρακάτω γραπτή μαρτυρία είναι πολύτιμη. Το χειρόγραφο βρέθηκε στην βιβλιοθήκη της Πάτμου και βρίσκεται επίσης, στο βιβλίο του Γιάννη Κορδάτου "Ιστορία της νεώτερης Ελλάδας" από όπου και την αντλήσαμε. Είναι η περιγραφή της πολιορκίας από κάποιο ημερολόγιο που γραμμένη στη κοινή ελληνική της εποχής και αναφέρει:

«στους αφκβ’ (χρόνους) ήλθεν ο άνωθεν σουλτάν Σουλεϊμάν με την αρμάδαν* του Ιουνίου κστ’ και στας ιζ’ του Ιουλίου ημέρα έκτη έδωσε πόλεμον με φωτιά και άλλα πράματα. Και εις τα δ’ του Σεπτεμβρίου έδωσαν ομοίως πόλεμον και εβγάλαν τους όξω. Στις θ’ ομοίως έδωσαν πόλεμον με λουμπάρδες* και φωτιάν και εμουντάραν απάνω και εγκρεμνίσασίν τους και εβάλαν φλάμουρα* και εσκοτώθησαν πολλοί Τούρκοι Σεπτεμβρίου ιζ’ και πήραν κακήν ημέραν με φωτιά. Στοις κδ’ έδωσαν μέγαν πόλεμον με μίνες* και φωτιά και έσμιξε σπαθί με σπαθί και κράτηξεν ο πόλεμος ώρες στ’ και επήρεν και το μπελοβάρδιν του Σπάνια* και κράτηξεν ο πόλεμος ώρες δ’ και πάλιν το επήραν και έβγαλάν τους όξω και σκοτωθήκαν Τούρκοι χιλιάδες δ’. Οκτωβρίου στ’ έδωσαν ομοίως πόλεμον και ανέβησαν επάνω και έβγαλάν τους όξω. Στοις θ’ έδωσαν ομοίως πόλεμον και έβγαλάν τους όξω. Στοις ιζ’ έδωσαν ομοίως πόλεμον εις την πόρταν του Αγίου Αθανασίου και ανέβησαν απάνω στο μπελοβάρδιν και εβάλαν φλάμουρα και επολεμήσαν σπαθίν με σπαθίν όλη μέρα και έβγαλάν τους όξω. Στοις κβ’ έδωσαν ομοίως πόλεμον στην Οβριακήν* και σκότωσαν Τούρκους χιλιάδες στ’. και τω αυτώ μηνί κε’ εκάμαν χαλασίαν και εμπήκαν πολλοί Τούρκοι και έβγαλάν τους κακώς έχοντα. Τω αυτώ μηνί κθ’ ημέρα Σαββάτω εμπήκαν μέσα στο Μανδράκι και όσοι εμπήκαν τόσοι επομείναν. Δεκεμβρίου κε’, αφκβ’ επαράδωκάν την (τη Ρόδο) του Τούρκου».
Konstantin Nossov; Brian Delf (illustrator) (2010). The Fortress of Rhodes 1309-1522. Osprey Publishing. ISBN 978-1-84603-930-0.
Kinross, The Ottoman Centuries: The Rise and Fall of the Turkish Empire, 176
L. Kinross, The Ottoman Centuries: The Rise and Fall of the Turkish Empire, 178
Hughes, Q., Fort 2003 (Fortress Study Group), (31), pp 61–80
Sir William Davenant (1606 - 1668)
Brockman, Eric (1969), The two sieges of Rhodes, 1480-1522, (London:) Murray, OCLC 251851470
Kollias, Ēlias (1991), The Knights of Rhodes : the palace and the city, Travel guides (Ekdotikē Athēnōn), Ekdotike Athenon, ISBN 978-960-213-251-7
Reston, James Jr., Defenders of the Faith: Charles V, Suleyman the Magnificent, and the Battle for Europe, 1520-36 (New York: Penguin, 2009).
Smith, Robert Doulgas and DeVries, Kelly (2011), Rhodes Besieged. A new history, Stroud: The History Press, ISBN 978-0-7524-6178-6
https://el.wikipedia.org
Tercier, Memoire sur la prise de Rhodes. Paris, 1759. ΣΑΘΑΣ, Ιστορία της Τουρκοκρατούμενης Ελλάδας, εκδ. Λιβάνη, τόμος Ά',σελ.107
Πατμιακή βιβλιοθήκη», 1890, σελ.147
Vatin, Nicolas (1994), L' ordre de Saint-Jean-de-Jérusalem, l'Empire ottoman et la Méditerranée orientale entre les deux sièges de Rhodes : (1480 - 1522), Collection Turcica, 7 (in French), Peeters, ISBN 978-90-6831-632-2
Weir, William, 50 Battles That Changed the World: The Conflicts That Most Influenced the Course of History, The Career Press, 2001. pp. 161-9. ISBN 1-56414-491-7

The Siege of Rhodes 1522

The Siege of Rhodes of 1522 was the second and ultimately successful attempt by the Ottoman Empire to expel the Knights of Rhodes from their island stronghold and thereby secure Ottoman control of the Eastern Mediterranean. The first siege in 1480 had been unsuccessful.
1480 Siege of Rhodes depictions by Caoursin

Suleiman had just finished his conquest of the Balkans with a victory over Hungary at the terrible siege of Belgrade. Now, at last, he would destroy Rhodes. Suleiman sent a letter to the Grand Master urging his friendship (meaning submission or surrender), and with intimidation cited the Sultan's "...triumph over the Hungarian King, whom we have stripped of the strong fortress of Belgrade, after having wasted his territories with fire and sword, and carried away many of his people." The Grand Master replied courteously, but noted the Order's determination to always defend its homeland. The Sultan's reply was a declaration of war.

As in the great siege 42 years earlier, the villas were leveled, and all the population of Rhodes, together with all available food and forage, were brought within the walls of the city. Under the command of the outstanding Knight Commander Anthony Bosio, vessels were dispatched to Candia (Crete), Sicily, Naples and France for whatever additional supplies, armaments, and men could be obtained. For example, on Candia, Bosio was able to enlist 500 Cretan archers.
Rhodes - 1522

The Knights of St. John, or Knights Hospitallers, had captured Rhodes in the early 14th century after the loss of Acre, the last Crusader stronghold in Palestine in 1291. From Rhodes, they became an active part of the trade in the Aegean sea, and at times harassed Turkish shipping in the Levant to secure control over the eastern Mediterranean. A first effort by the Ottomans to capture the island, in 1480, was repulsed by the Order, but the continuing presence of the knights just off the southern coast of Anatolia was a major obstacle to Ottoman expansion.
The tower of St. John at the East end of the English sector. The tower was built under Grand Master Antonio Fluvian (1421–37), and it had a gate. Later a barbican was built around it under Grand Master Piero Raimundo Zacosta (1461–67). Finally the large pentagonal bulwark was built in front of it c. 1487, and the gate was removed.

Since the previous siege the fortress had received many upgrades from the new school of trace italienne, which made it much more formidable in resisting artillery. In the most exposed land-facing sectors, these included a thickening of the main wall, doubling of the width of the dry ditch, coupled with a transformation of the old counterscarp into massive outworks (tenailles), the construction of bulwarks around most towers, and caponiers enfilading the ditch. Gates were reduced in number, and the old battlement parapets were replaced with slanting ones suitable for artillery fights. A team of masons, labourers and slaves did the construction work, the Muslim slaves were charged with the hardest labor.
Gun-wielding Ottoman Janissaries and defending Knights of Saint John at the Siege of Rhodes, miniature from Süleymannâme

In 1521, Philippe Villiers de L'Isle-Adam was elected Grand Master of the Order. Expecting a new Ottoman attack on Rhodes, he continued to strengthen the city's fortifications, work that had begun after the Ottoman invasion of 1480 and the earthquake of 1481, and called upon the Order's knights elsewhere in Europe to come to the island's defence. The rest of Europe ignored his request for assistance, but some Venetian troops from Crete joined the knights, and Sir John Rawson, Prior of the Order's Irish House, came alone. The city was protected by two and, in some places three, rings of stone walls and several large bastions. The defence of the walls and bastions was assigned in sections to the different Langues into which the knights had been organized since 1301. The harbour entrance was blocked by a heavy iron chain, behind which the Order's fleet was anchored.

The Sultan assembled his fleet some 700 ships of which more than 100 were fighting galleys. He gathered his army more than 200,000 trained troops and as many as 100,000 sappers (slaves who were used to burrow under fortifications and set explosives). The armada set sail, and arrived at Rhodes on June 26, 1522. After sailing past the city to strike terror into the hearts of the defenders, a deserted area was chosen for disembarkment. It took thirteen days to unload the army, the supplies, and the hundreds of cannon some capable of firing balls nine feet in circumference.

Defending Rhodes were some 500 Knights and their servants of arms, probably fewer than 1,500 mercenaries and perhaps 4,000 Rhodian troops. There were several thousand inhabitants of Rhodes who at the arrival of the Turks entered the walled city for protection. Most lacked military training, and many were women and children. They could, however, help rebuild the walls, carry water, deliver supplies, and pray. This was, indeed, a small force to oppose the gathered might of the greatest Empire in the history of Islam. In fact, the forces of the Order at this time were slightly smaller than in the previous siege of 1480. The city, however, was at its strongest, encompassed by a double wall with thirteen towers, numerous bastions and special fortifications, a deep wide ditch around all, and the entire area commanded by cannon positioned for both frontal assault and crossfire. Every possible preparation and precaution was taken. Even the Latin and Greek Archbishops were instructed to give sermons regarding the necessity and merit of courageous resistance. Public prayers were offered imploring victory for the champions of the Cross.
Cannon of the Hospitallers at Saint-Nicholas Tower (Tour Saint-Nicolas), 1510, Rhodes. Arms of Emery d'Amboise, with Ottoman Turkish inscription. Latin inscription TURIS + S + NICOLAI + PRO + DEFÉSOR, "For the defence of Saint-Nicholas Tower". Caliber: 23.0 centimetres (9.1 in) length: 255 centimetres (100 in) weight:1,427 kilograms (3,146 lb). Remitted by Abdülaziz to Napoleon III in 1862

Almost immediately after disembarking, the bombardment began, and daily assaults were made against the fortified city attacks which failed and cost the Turks dearly due to the precision of the Rhodian cannoniers. So heavy were the losses that the invaders wanted to abandon the siege. However, after so many Turk defeats by the Order, this time the Sultan himself would command the siege. Suleiman came ashore on July 28th. His first act was to assemble his entire army, unarmed. Then he surrounded them with 15,000 of his personal guard, and because of their failures and their desire to disengage, he threatened to execute every tenth man. They prostrated themselves before him and begged mercy. There was never again talk of abandoning the field.
The spanish/french defence bastion ( also used by the english during the 1522 siege). Notice the possible siege tunnels at the bottom of the picture.

A violent, continuous, general bombardment now began. It is difficult to grasp the intensity of this siege. Once the cannonade began it rarely let up. The battle raged day and night for five months. During the day the walls would be battered into rubble, while engagements took place all around the city as thousands of Turks assaulted various fortified positions. Then, during the night, even under bombardment, the walls were rebuilt. Buildings throughout the city would be torn down and the stone used to rebuild the fortifications.

Typical of the warfare throughout this siege was the repeated heavy assault on the bulwark of the English Knights, which was several times mined. On September 4th, this wall was successfully mined and exploded, destroying 36 feet of the wall. The Turks soon gained control of this position and planted their standard. The Grand Master, praying prostrate before the altar of Saint Mary of Victory, hearing the explosion, rushed to the wall, led a furious fight to the top, and personally tore down the Turk banner. In the battle that continued for hours, more than two thousand Turks were killed. Rhodian musketeers along the wall shot down hundreds, while Knights in armor met steel with steel in hand-to-hand combat. In this engagement alone, forty-eight Knights fell. It was a heavy loss for the Turks and an irreplaceable loss for the Order, but again the Cross had held against the Crescent.
Bombard-Mortar of the Knights of Saint John, Rhodes, 1480-1500. Founded at the request of Pierre d'Aubusson, the bombard was used for close defence of the walls (100–200 metres). It fired 260 kg granite balls. The bombard weighs 3,325 kg. Musée de l'Armée.

A few days later a similar assault was launched against the bulwark of Italy, with almost identical results. Four days later, Mustapha Pasha with four battalions again assaulted the English bastion, and then the bastion of Spain. The fighting defies description, and this time the Turks lost more than three thousand brave Janissaries.
The town of Rhodes from a 15th century drawing

Then on September 24th, an all-out attack by tens of thousands was simultaneously launched on the bulwarks of Italy, Spain, England, Provence and Auvergne. Minute details of all these separate battles can be found in the Order's archives. The resistance, the heroism, almost exceeded human capabilities. Often only a few against hundreds in hand-to-hand combat. In addition, the Order's sharpshooters, even using the crude harquebus muskets of that era, were deadly. One French Knight, Francis Fornovi, shooting from the Tower of Saint George, killed more than 500 Turks during the siege.

Thus the battle continued, almost without respite, from June into December. At one stage the Grand Master, dressed in his armor, slept for thirty-four successive nights behind the entrenchment on the Spanish bastion, ready to repulse the next attack.

Eventually, nearly every principal bastion was beaten into rubble by the Turk cannon, only to find that the Order had dug new ditches and built new walls behind those that were destroyed. Moreover, while the courage and fanaticism of the Turk troops was astounding, the heroism of the Knights and the Rhodians who were fighting for their lives and for their women and children (who would be violated and put to horrible deaths if Islam prevailed) was even greater.
Rounding up captives at the siege of Rhodes

But the prolonged siege took its toll. By mid December, only a few Knights were still alive. Tens of thousands of Turks were dead. The stench of rotting bodies of men and animals hung all over the inland. Unsanitary conditions contributed to much disease. The suffering and dying of the thousands of wounded was almost unbearable. Finally, with winter approaching, the Sultan offered a truce. He had no idea how many Knights remained, and if a considerable number were still alive, and they continued to fight as they had done, the siege would be too costly for him to continue.

Similarly, the Grand Master was faced with rebellion by the civilian Rhodians and Greek citizens, and demands by the clergy for a truce. With few Knights still able to resist, L'Isle Adam agreed to negotiations.
A confusion of influences assail the senses on a walk through theold town. The stoic grandeur of the medieval fortress-like buildings seem at odds with the narrow alleyways and homespun architecture

Filled with awe for the Knights, and in sharp contrast to the usual cruel Muslim behavior, Sulei-man was magnanimous. If the Order would surrender Rhodes, the Sultan promised that the churches would not be profaned, no children would be taken from their parents, all citizens would be allowed free exercise of their religion, any and all residents of Rhodes would be free to leave the island with the Knights, those who remained would pay no tribute for five years, the Knights would depart in their own galleys and be supplied by the Turks with additional ships if needed, the Order could embark with all its property relics, consecrated vessels, records, and the artillery on board its warships, and the Turk army would retire several miles from the city while this evacuation took place. Suleiman himself came into the city to salute the Grand Master and addressed him by the title of "Father." On the first day of January 1523, L'Isle Adam and his intrepid Knights put to sea on fifty ships loaded with the Order's property, together with all those who fought with the Order, and all Christians who wished to accompany them.
Field sketch of the Fortress City of Rhodes as in 1522,
showing the initial deployment of the opposing forces 
(S III, Rhodes, c 1978)

Key:

    1. Post of France 9. Ayas Pasha
    2. Post of Germany 10. Ayas Pasha
    3. Post of Auvergne 11. Ahmed Pasha
    4. Post of Aragon 12. Qasim Pasha
    5. Post of England 13. Mustafa Pasha
    6. Post of Provence 14. Piri Pasha
    7. Post of Italy 15. Fort St. Nicholas
    8. Janissaries 16. Boom Defences

In the same year, 1523, a former Knight of the Order "who had laid aside the sword for the cowl and rosary" Cardinal Julio de Medici, was unanimously elected Pope Clement VII. In the procession following his election the great standard of the Order of Saint John was carried before the new Pontiff.

On 22 December, the representatives of the city's Latin and Greek inhabitants accepted Suleiman's terms, which were generous. The knights were given twelve days to leave the island and would be allowed to take with them their weapons and any valuables or religious icons they desired. Islanders who wished to leave could do so at any time within a three-year period. No church would be desecrated or turned into a mosque. Those remaining on the island would be free of Ottoman taxation for five years.

On 1 January 1523, the remaining knights and soldiers marched out of the town, with banners flying, drums beating and in battle armour. They boarded the 50 ships which had been made available to them and sailed to Crete (a Venetian possession), accompanied by several thousand civilians.

Source
Ancient Rhodes

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΙΑΜΑΤΙΚΩΝ ΛΟΥΤΡΩΝ ΚΑΙ Η ΜΕΤΕΞΕΛΙΞΗ ΤΟΥΣ ΣΕ SPA

Τα νερά των φυσικών ή ιαματικών πηγών είναι νερά, που πηγάζουν μέσα από πετρώματα και βράχους που βγαίνουν από τα έγκατα της γης. Είναι εμπλ...