MythologyMythologyDocumentariesFestivalspersonswarsBeutiful HellasArtFun

1.2.15

Σπάρτη

Η Σπάρτη (Σπάρτα στη Δωρική διάλεκτο, Σπάρτη στην Αττική διάλεκτο) ήταν πόλη-κράτος στην Αρχαία Ελλάδα που ήταν χτισμένη στις όχθες του ποταμού Ευρώτα στη Λακωνία στο νότιο ανατολικό μέρος της Πελοποννήσου. Έχει μείνει γνωστή στην παγκόσμια ιστορία για τη στρατιωτική δύναμή της, την πειθαρχία της, τον ηρωισμό της και το μεγάλο αριθμό των δούλων της. Επίσης, είναι γνωστή και στην Ελληνική Μυθολογία, κυρίως για τον μύθο της Ωραίας Ελένης. Η στρατιωτική δύναμη της Σπάρτης οφειλόταν στο σύστημά της Αγωγής που είχε επιβάλει η νομοθεσία του Λυκούργου, κάτι που ήταν μοναδικό στην Αρχαία Ελλάδα.
Η ιστορική περίοδος της Σπάρτης αρχίζει μετά την Κάθοδο των Δωριέων γύρω στο 1100 π.Χ., (αν και η αρχαιολογία υποστηρίζει ότι η κάθοδος των Δωριέων έγινε αργότερα) και τελειώνει κατά τη διάρκεια της Ρωμαιοκρατίας, αν και υπάρχουν σαφείς ενδείξεις για την επίδραση του Μυκηναϊκού Πολιτισμού στην περιοχή πολύ πριν την άφιξη των Δωριέων, πράγμα που θεωρείται η προϊστορία της Αρχαίας Σπάρτης. Κατά τη διάρκεια της Κλασσικής Αρχαιότητας η Σπάρτη ήταν μία από τις δύο πιο ισχυρές πόλεις-κράτη στην Αρχαία Ελλάδα, μαζί με την Αθήνα. Η Σπάρτη άρχισε να αναδύεται ως πολιτικο-στρατιωτική δύναμη στην Ελλάδα κατά την αρχή της Αρχαϊκής Εποχής μετά το τέλος των σκοτεινών χρόνων της Γεωμετρικής Εποχής και έφτασε στην απόλυτη ακμή της μετά τη νίκη της στον Πελοποννησιακό Πόλεμο επί της Αθήνας και των συμμάχων της, όταν και πέτυχε να επιβάλει την ηγεμονία και την επιρροή της στο μεγαλύτερο μέρος του αρχαιοελληνικού κόσμου. Η ηγεμονία της δεν κράτησε πολύ και μετά τις ήττες της από τους Θηβαίους το 371 π.Χ. στα Λεύκτρα και το 362 π.Χ. στη Μαντίνεια έχασε την παλαιά της δύναμη, ταυτόχρονα και με την άνοδο του βασιλείου της Μακεδονίας άρχισε να παίζει έναν δευτερεύοντα ρόλο στα ελληνικά πράγματα. Κάποιες αναλαμπές τον 3ο αιώνα π.Χ. δεν εμπόδισαν την παρακμή της ακολουθώντας την μοίρα του υπόλοιπου ελληνικού κόσμου που κατακτήθηκε από τους Ρωμαίους. Όμως και κατά τη διάρκεια της Ρωμαιοκρατίας συνέχισε να αποτελεί πόλο έλξης λόγω της πλούσιας ιστορίας της.

Προτομή που πθανώς εικονίζει τον Λεωνίδα Α'

Περιγραφή
Τη θέση της αρχαίας Σπάρτης κατέχει σε μεγάλη έκταση η σύγχρονη πόλη. Χάρη στα ελάχιστα λείψανα της οχυρώσεώς της γνωρίζομε την περίμετρο των τειχών και τη θέση των τεσσάρων συνοικισμών. Η πόλη ήταν ανοχύρωτη ως τις αρχές του 3ου π.Χ. αι., όταν προ των απειλών του Δημητρίου του Πολιορκητού και του Πύρρου προστατεύθηκε με τάφρους βάθους 4 πήχεων και πλάτους 6, ενισχυμένες με πασσάλους και με τοιχοποιία σε ορισμένα μόνο σημεία. Επί της τυραννίας του Νάβιος έγινε το πρώτο συνεχές τείχος, με λίθινα θεμέλια και ανωδομή από ωμές πλίθρες, που περιέβαλλε ολόκληρη την πόλη σε περίμετρο εννέα περίπου χιλιομέτρων. Από τα κεραμίδια που το στέγαζαν βρέθηκαν πολλά σε διάφορα σημεία της πόλεως, γεγονός που μαζί με ελάχιστα τμήματα από τη βάση του επιτρέπει να παρακολουθήσουμε τη γραμμή του. Προχωρούσε σχεδόν παράλληλα και από το μέσα μέρος του ρεύματος της Μούσγας, του Ευρώτα και του ποταμού της Μαγούλας και περιέκλειε τους δύο λόφους ανατολικά της πόλεως, όπου βρισκόταν ο συνοικισμός Κυνόσουρα. Το δυτικό σκέλος του, περνώντας πλάι από τα σημερινά ερείπια των ρωμαϊκών λουτρών της Αράπισσας, διέσχιζε το προάστιο της Μαγούλας και φθάνοντας στον λόφο Κλαράκι, όπου σώζονται εμφανή ίχνη του, περιέκλειε τον δυτικό συνοικισμό της Πιτάνης. Από τους δύο άλλους συνοικισμούς, οι Λίμνες κατείχαν την έκταση ανατολικά από την ακρόπολη ως τον Ευρώτα, και η Μεσόα, ο κεντρικός συνοικισμός, την περιοχή γύρω από τον λεγόμενο «τάφο του Λεωνίδα», μέσα στη σημερινή πόλη.
Εκτός από τον «τάφο του Λεωνίδα» που είναι ένα μικρό οικοδόμημα 12,50 Χ 8,30 μ., κτισμένο με μεγάλους πωρόλιθους, κενοτάφιο ίσως του 5ου π.Χ. αι. για κάποιον αφηρωισμένο νεκρό, τίποτε δεν σώθηκε από τα δημόσια οικοδομήματα, που σύμφωνα με τον περιηγητή Παυσανία βρίσκονταν στη Μεσόα. Τα μόνα αξιόλογα λείψανα στα νότια του θεάτρου και ανατολικά του «Λεωνιδίου» ανήκουν στα ρωμαϊκά αυτοκρατορικά χρόνια και είναι ερείπια πλουσίων επαύλεων με θαυμάσια ψηφιδωτά δάπεδα. (Τα θέματα είναι παρμένα από την ελληνική μυθολογία: ο Ορφεύς, η αρπαγή της Ευρώπης, ο Αχιλλεύς στη Σκύρο, η Μέδουσα, η Νύξ, ο Ήλιος κλπ., παριστάνουν σκηνές από την Ιλιάδα, καθημερινές σκηνές κυνηγιού, πορτραίτα αρχαίων ποιητών, ζώα κ.ά.). Μαζί με το εκτεταμένο πλούσιο βαλανείο των μέσων του 3ου μ.Χ. αι., 800 μ. νοτιοδυτικά από το θέατρο, και τα σε μεγάλο ύψος σωζόμενα ερείπια άλλου συγκροτήματος λουτρών ακόμη δυτικότερα, είναι μάρτυρες της σχετικής ευημερίας της πόλεως στις παραμονές των βαρβαρικών επιδρομών.
Στον συνοικισμό των Λιμνών επέζησαν από τα κλασικά χρόνια με επισκευές νεωτέρων εποχών ένας μεγάλος (24 Χ 7 μ. περίπου) χτιστός βωμός, 100 μ. ανατολικά από τη γέφυρα του Ευρώτα, και ένα μικρό τετράγωνο ιερό, 500 μ. βορειότερα από το ιερό της Αρτέμιδος Ορθίας. Το σπουδαιότερο αυτό ιερό, που υπό την περιοχή ονομαζόταν και Λιμναίον, όπως και η θεά Λιμνάτις (το αρχικό όνομα Ορθία εμφανίζεται ως επίθετο της Αρτέμιδος μόνο στους ελληνιστικούς χρόνους και μετέπειτα), ιδρύθηκε τον 10ο π.Χ. αι. υπό τους πρώτους Δωριείς κατοίκους ως υπαίθριο αρχικά τέμενος με ένα μικρό κτιστό βωμό. Στα μέσα του 8ου π.Χ. αι. έγινε ο πρώτος ναός με λίθινα θεμέλια και με μια εσωτερική ξύλινη κιονοστοιχία. Καταστράφηκε από πλημμύρα το 600 π.Χ. και στη θέση του κτίστηκε ένας μεγαλύτερος, που ανακαινίστηκε στον 5ο π.Χ., στις αρχές του 2ου π.Χ. και στον 3ο μ.Χ. αι. Ήταν μικρό κτίσμα με σηκό και πρόναο και δύο δωρικούς κίονες μεταξύ παραστάδων. Στην ανατολική πλευρά του σώθηκε ο βωμός με αλλεπάλληλες και αυτός επισκευές. Ο ναός κατέχει τη θέση της σκηνής σε ένα επιβλητικό αμφιθέατρο διαμέτρου 55 μ. περίπου με ακτινωτή θεμελίωση των σειρών των εδωλίων του και καμαροσκεπή διάδρομο με σκάλες προς το διάζωμα. Κτίστηκε μετά το 225 μ.Χ. για να εξυπηρετήσει τους θεατές των τελετουργιών που γίνονταν μπροστά στον ναό της θεάς. Από τις επιγραφές, που βρέθηκαν χρησιμοποιημένες ως οικοδομικό υλικό, μαθαίνουμε ότι στο ιερό της Ορθίας, που ήταν θεά της αυξήσεως και της γονιμότητας, ένα είδος κουροτρόφου, προστάτριας της παιδικής και της πρώτης εφηβικής ηλικίας, διαδραματιζόταν ένα μέρος της αγωγής των παιδιών με αγωνίσματα, για τα όποια έπαθλο ήταν ένα σιδερένιο δρεπάνι (οι επιγραφές είναι αναθηματικές πλάκες με το όνομα τού νικητή και ένα ή περισσότερα δρεπάνια, ανάλογα με τις νίκες, καρφωμένα επάνω). Τα αγωνίσματα ήταν το καθθηρατόριον (καταθηράω), ένα είδος κυνηγητού όπου τα παιδιά μοιράζονταν σε θηράματα και κυνηγούς, ή μώα (=μούσα), διαγωνισμός τραγουδιού, και η κελήα, είδος τραγουδιού ή απαγγελίας. Οι έφηβοι δοκιμάζονταν στον «αγώνα της καρτερίας» ή «διαμαστίγωσιν». Παρουσία τής ιέρειας, που κρατούσε το ξόανο της θεάς, μαστιγώνονταν μέχρι να βαφεί με το αίμα τους ο βωμός μπροστά στον ναό. Όσοι άντεχαν χωρίς κανένα εξωτερικό σημάδι πόνου ανακηρύσσονταν βωμονίκες και είχαν το δικαίωμα να στήσουν τον ανδριάντα τους στο ιερό (βρέθηκαν βάσεις τέτοιων ανδριάντων). Αξιοπερίεργο, βάρβαρο θέαμα πού ικανοποιούσε τα γούστα των επισκεπτών της Σπάρτης στα μετά Χριστόν χρόνια, η διαμαστίγωση ήταν σε παλαιότερες εποχές ένα μέσο στρατιωτικής προετοιμασίας των εφήβων, με αφετηρία όμως τελετουργική, θρησκευτικό δηλαδή καθαρμό και μύηση πριν από τη μετάβαση των νέων στην τάξη των ανδρών. Τελετουργικό επίσης χαρακτήρα είχαν στα αρχαϊκά χρόνια και οι διάφοροι χοροί που γίνονταν στον ίδιο χώρο μπροστά στον ναό. Βρέθηκαν πήλινες μάσκες, πού είναι τα αναθηματικά ομοιώματα των πραγματικών υπό ξύλο, ύφασμα ή δέρμα πού φορούσαν οι χορευτές.
Το άλλο μεγάλο ιερό της Σπάρτης το ιερό της Αθηνάς Πολιούχου ή Χαλκιοίκου, βρισκόταν στην κορυφή του λόφου της ακροπόλεως, ακριβώς πάνω από το θέατρο. Από τα πρώιμα γεωμετρικά χρόνια υπήρχε τέμενος με βωμό στη θέση όπου ο Σπαρτιάτης Γιτιάδας, ποιητής και μουσικός, αρχιτέκτονας, χαλκοπλάστης και τορευτής, έκτισε σε άγνωστα χρόνια μέσα στον 6ο π.Χ. αι. ένα μικρό ναό, για τη στέγαση του λατρευτικού αγάλματος της Πολιούχου Αθηνάς, με περίβολο. Βρέθηκαν ελάχιστα κομμάτια από τα θεμέλιά τους. Η ανωδομή του ναού ήταν πλίνθινη με ξυλοδεσιά, και είχε επένδυση από χάλκινα ελάσματα στολισμένα με ανάγλυφες παραστάσεις αυτά έδωσαν στη θεά τη δεύτερη επωνυμία της. Ένα-δύο άλλα μικρά οικοδομήματα και μία στοά βρίσκονταν μέσα στον περίβολο του τεμένους, που ήταν προσιτό από ανατολικά και αποτελούσε τον χώρο δημοσίων συγκεντρώσεων, παρελάσεων και ιππικών αγώνων. Ήταν το σπουδαιότερο ιερό της πόλεως και το απαραβίαστό του είναι γνωστό από δραματικές σελίδες της σπαρτιατικής ιστορίας. (Εδώ κατέφυγαν ζητώντας άσυλο ο Λυκούργος, ο Παυσανίας και ο Άγις Δ΄). Στα ρωμαϊκά χρόνια υποσκελίστηκε από το ιερό της Ορθίας και στον 4ο μ.Χ. αι. είχαν κιόλας κτιστεί σπίτια μέσα στον ιερό περίβολο. Τον 10ο αι. κτίστηκε στα ανατολικά του μεγάλη βασιλική στο όνομα του Χριστού Σωτήρας και το μοναστήρι του Οσίου Νίκωνος, του ιεραποστόλου της Λακωνίας, που πέρασε εδώ τα τελευταία χρόνια του.
Κάτω ακριβώς από το ιερό της Αθηνάς, στη νοτιοδυτική πλευρά του λόφου της ακροπόλεως, βρίσκεται το θέατρο της Σπάρτης με λεηλατημένα τα περισσότερα μαρμάρινα καθίσματά του. Ήταν ένα από τα μεγαλύτερα αρχαία θέατρα με εξωτερική διάμετρο 140 μ, και διάμετρο ορχήστρας 24,50 μ. Τα αναλήμματα του κοίλου έχουν μαρμάρινη επένδυση, η οποία στην ανατολική πάροδο χρησιμοποιήθηκε για τη χάραξη καταλόγων αρχόντων του 2ου μ.Χ. αι. Στην ίδια πλευρά υπάρχει εξωτερική σκάλα, που οδηγεί στο διάζωμα. Το θέατρο διατηρεί βασικά τη μορφή πού πήρε επί Αύγούστου. (Στις μετασκευές των υστερορωμαϊκών χρόνων ανήκει και το Νυμφαίο που πατάει πάνω στο προσκήνιο). Διαδέχθηκε ένα παλαιότερο λίθινο του 200 π.Χ., το οποίο είχε κτιστεί στη θέση ενός ξύλινου του 5ου π.Χ. αι. Το πρώιμο εκείνο θέατρο χρησίμευε για δημόσιες συγκεντρώσεις και πάνδημες γιορτές με χορούς και αγωνίσματα (Γυμνοπαιδιά κλπ.). Λατρευτικού και αγωνιστικού περιεχομένου εκδηλώσεις εξακολουθούσαν να γίνονται μαζί με τις καθαρά θεατρικές παραστάσεις και στο θέατρο της εποχής του Αυγούστου, του οποίου η σκηνή ήταν ξύλινη, κινητή και μπορούσε ανάλογα με τις ανάγκες να μείνει ή να μετατοπιστεί μέσα στο κτίριο τής «σκηνοθήκης».
Ανατολικά και λίγο χαμηλότερα από τον λόφο της ακροπόλεως σώθηκαν τα λείψανα ενός από τα πολλά υπαίθρια χθόνια ιερά της πόλεως, δηλαδή ένας ημικυκλικός αναλημματικός τοίχος, με τρεις βαθμίδες και με μια σειρά ορθοστατών από μεγάλες καλοδουλεμένες πέτρες, κτισμένος για την υποστήριξη του χώρου ενός μεγάλου βωμού με την εσχάρα του και τον βόθρο της απορροής των αιμάτων και των άλλων καταλοίπων των θυσιών. Έγιναν στον 5ο ή στον 4ο π.Χ. αι. και επισκευάστηκαν στα ρωμαϊκά χρόνια. Προς τη βορειοδυτική πλευρά του έχει επισημανθεί ένα μεγάλο δημόσιο κτίριο, που χρησιμοποιήθηκε συνέχεια από το τέλος του 4ου π:Χ. ως τον 3ο μ.Χ. αι. Εiναι άγνωστος ο προορισμός του, δεν αποκλείεται όμως η σχέση του με την αγορά τής Σπάρτης που είναι γνωστό ότι βρισκόταν στα ανατολικά και νοτιοανατολικά της ακροπόλεως. Ένα μεγάλο μέρος της πρέπει να κατέχει η θέση του σημερινού σταδίου. Από την εμπορική αγορά των ρωμαϊκών χρόνων σώζονται τα λείψανα μιας στοάς και μια σειρά μαγαζιά στη νοτιοανατολική πλευρά των τειχών της ακροπόλεως. Η ακρόπολη οχυρώθηκε μόνο μετά τις επιδρομές των Ερούλων (267 μ.Χ.) και των Βησιγότθων (396 μ.Χ.) και τα σημαντικότερα τμήματα του τείχους της μαζί με τους πύργους από αρχαίο υλικό σώζονται σε αρκετά καλή κατάσταση.

Ιστορία
Είναι δύσκολο για τους σύγχρονες μελετητές να ανασυνθέσουν την προϊστορία της Αρχαίας Σπάρτης, καθώς οι γραπτές πηγές είναι πολύ απομακρυσμένες χρονικά από τα γεγονότα, τα οποία είχαν ήδη κατά πολύ αλλοιωθεί από την προφορική παράδοση. Εντούτοις, η αρχαιότερη σίγουρη ένδειξη ανθρώπινης εγκατάστασης στην περιοχή της Σπάρτης είναι η εύρεση κεραμικών που χρονολογούνται στη Μέση Νεολιθική περίοδο κοντά στο Κουφόβουνο, περίπου δυο χιλιόμετρα νοτιοδυτικά της πόλης.Αυτά είναι τα αρχαιότερα ίχνη του αυθεντικού Μυκηναϊκού Σπαρτιατικού πολιτισμού, στον οποίο γίνεται αναφορά στην Ιλιάν.

Ο πολιτισμός αυτός φαίνεται πως έπεσε σε παρακμή προς το τέλος της Εποχής του Χαλκού, όταν ελληνικές πολεμικές φυλές Δωριέων από την Ήπειρο και τη Μακεδονία κατέβηκαν και εγκαταστάθηκαν στην Πελοπόννησο.Οι Δωριείς κατά τα φαινόμενα άρχισαν να επεκτείνουν τα σύνορα της σπαρτιατικής επικράτειας προτού καν ιδρύσουν το δικό τους κράτος.Πολέμησαν ενάντια στους Δωριείς του Άργους στα ανατολικά και νοτιοανατολικά, καθώς και τους Αρκάδες Αχαιούς στα βορειοδυτικά. Επίσης υπάρχουν ενδείξεις πως η ίδια η Σπάρτη, εξαιρετικά δυσπρόσιτη εξαιτίας της τοπογραφίας της κοιλάδας του Ταΰγετου, κρίθηκε από την εποχή εκείνη επαρκώς ασφαλής, γι’ αυτό και δεν οχυρώθηκε ποτέ.

Ανάμεσα στον 8ο και 7ο αιώνα π.Χ. οι Σπαρτιάτες γνώρισαν μια περίοδο αναρχίας και εσωτερικών συγκρούσεων, για την οποία παραθέτουν μαρτυρίες τόσο ο Ηρόδοτος, όσο και ο Θουκυδίδης. Ως αποτέλεσμα προχώρησαν σε μια σειρά πολιτικών και κοινωνικών μεταρρυθμίσεων τις οποίες αργότερα απέδωσαν σε έναν ημι-μυθικό νομοθέτη, τον Λυκούργο. Αυτές οι μεταρρυθμίσεις σηματοδοτούν την ανατολή της Κλασικής Σπάρτης.
Κλασική Σπάρτη

Κατά το Δεύτερο Μεσσηνικό Πόλεμο, η Σπάρτη αναδείχτηκε μεγάλη δύναμη τόσο σε τοπικό όσο και σε πανελλήνιο επίπεδο. Κατά τους επόμενους αιώνες, η φήμη της στρατιωτικής δύναμης των σπαρτιατών δεν είχε αντάξιά της.  Το 480 π.Χ. μια μικρή δύναμη Σπαρτιατών, Θεσπιέων και Θηβαίων με επικεφαλής το βασιλιά Λεωνίδα διεξήγαγε μια θρυλική μάχη μέχρις έσχατων στις Θερμοπύλες απέναντι στον κολοσσιαίων διαστάσεων περσικό στρατό, προκαλώντας αναρίθμητες απώλειες προτού τελικά περικυκλωθεί. Η υπεροχή του εξοπλισμού και της στρατιωτικής τέχνης των οπλιτών της σπαρτιατικής φάλαγγας φάνηκε και πάλι ένα χρόνο αργότερα όταν ο σπαρτιατικός στρατός, αυτή τη φορά σε απαρτία, οδήγησε μια συνδυασμένη δύναμη ελληνικών πόλεων κατά των Περσών στις Πλαταιές.

Η αποφασιστική νίκη στη Μάχη των Πλαταιών έδωσε τέλος στους Περσικούς Πολέμους, καθώς και στη φιλοδοξία των Περσών να επεκταθούν σε ευρωπαϊκά εδάφη. Παρόλο που τη μάχη έφερε σε πέρας μια στρατιά από άνδρες από κάθε γωνιά του ελληνικού κόσμου, τα εύσημα δόθηκαν στη Σπάρτη, η οποία πέραν του ότι πρωταγωνίστησε στις Θερμοπύλες και στις Πλαταιές, ήταν ο de facto αρχηγός της ελληνικής εκστρατείας.

Κατά την ύστερη κλασική περίοδο, η Σπάρτη από κοινού με την Αθήνα, τη Θήβα και την Περσική Αυτοκρατορία αποτέλεσαν τις κυριότερες δυνάμεις που μάχονταν μεταξύ τους για την επικράτηση. Ως αποτέλεσμα του ξεσπάσματος του Πελοποννησιακού Πολέμου η Σπάρτη, παραδοσιακά πολιτισμός της ξηράς, έγινε ισχυρή ναυτική δύναμη. Στον κολοφώνα της δύναμής της η Σπάρτη υποχρέωσε σε ήττα πολλές από τις σημαντικότερες ελληνικές πόλεις – κράτη, καταφέρνοντας να επιβληθεί τελικά και του πανίσχυρου αθηναϊκού στόλου. Προς το τέλος του 5ου αιώνα π.Χ., η Σπάρτη ξεχώριζε ως η δύναμη που είχε νικήσει την Αθήνα και που είχε εισβάλλει στην Περσία, μια περίοδος που είναι γνωστή και ως «Σπαρτιατική ηγεμονία».

Στα πλαίσια του Κορινθιακού Πολέμου η Σπάρτη αντιμετώπισε ένα συνασπισμό των σημαντικότερων ελληνικών κρατών: της Θήβας, της Αθήνας, της Κορίνθου και του Άργους. Αρχικά στη συμμαχία αυτή παρείχε την υποστήριξή της η Περσία, της οποίας τα εδάφη στην Ανατολία είχαν γνωρίσει σπαρτιατική εισβολή και έτσι βρισκόταν σε επιφυλακή για περαιτέρω επέκταση της Σπάρτης στην Ασία. Η Σπάρτη κατάφερε να πετύχει μια σειρά από νίκες στην ξηρά, ωστόσο αρκετά από τα πλοία της καταστράφηκαν στην Κνίδο από τον ελληνο-φοινικικό στόλο μισθοφόρων που η Περσία παρείχε στην Αθήνα. Το γεγονός αυτό τραυμάτισε σε μεγάλο βαθμό το σπαρτιατικό ναυτικό, αν και δεν τερμάτισε τις φιλοδοξίες της για επέκταση στα περσικά εδάφη, μέχρι που ο Κόνων από την Αθήνα λεηλάτησε τη σπαρτιατική ακτογραμμή και προκάλεσε τον αρχαίο φόβο των Σπαρτιατών για επανάσταση των ειλώτων.

Μετά από μερικά ακόμη χρόνια πολέμου, η «Ειρήνη του Βασιλέως» υπογράφτηκε, σύμφωνα με την οποία όλες οι ελληνικές πόλεις της Ιωνίας θα παρέμεναν ανεξάρτητες και τα ασιατικά σύνορα της Περσίας δεν θα απειλούνταν πλέον από τη Σπάρτη.  Αποτελέσματα του πολέμου αυτού ήταν η δυνατότητα επέμβασης στα ελληνικά πράγματα που απέκτησαν οι Πέρσες, αλλά και η επιβεβαίωση της ηγεμονικής θέσης την οποία κατείχε η Σπάρτη στο ελληνικό πολιτικό σύστημα.  Η Σπάρτη έπεσε σε παρακμή μετά από μια συντριπτική ήττα του στρατού της από τους Θηβαίους του Επαμεινώνδα στη Μάχη των Λεύκτρων. Αυτή ήταν η πρώτη μάχη στην ξηρά που έχασε ένας σπαρτιατικός στρατός σε πλήρη απαρτία.

Καθώς η ιδιότητα του πολίτη κληρονομούνταν μέσω αίματος, η Σπάρτη κλήθηκε να αντιμετωπίσει το πρόβλημα της ύπαρξης στα εδάφη της ενός υπεράριθμου πλήθους ειλώτων σε σχεση με τους ελεύθερους πολίτες, τους λεγόμενους «Ομοίους». Η ανησυχητική μείωση των Ομοίων στη Σπάρτη, συχνά αποκαλούμενη στις πηγές «ολιγανθρωπία», επισημαίνεται από τον Αριστοτέλη.
Ελληνιστική και ρωμαϊκή Σπάρτη

Η Σπάρτη δεν κατάφερε ποτέ να αναπληρώσει τον αριθμό ενηλίκων ανδρών που έχασε στα Λεύκτρα το 371 π.Χ., και στις επαναστάσεις των ειλώτων που ακολούθησαν. Ωστόσο εξακολούθησε να παραμείνει ισχυρή δύναμη στην περιοχή για δύο αιώνες ακόμη. Ούτε ο Φίλιππος Β', ούτε ο γιος του Αλέξανδρος, προσπάθησαν καν να κατακτήσουν τη Σπάρτη. Ήταν αρκετά αδύναμη για να αποτελέσει σημαντική απειλή, αλλά οι ικανότητες του στρατού της παρέμεναν τόσο μεγάλες που οποιαδήποτε απόπειρα εισβολής θα σήμαινε υπερβολικές απώλειες. Ακόμη και κατά την περίοδο της παρακμής της η Σπάρτη ποτέ δεν έπαψε να ισχυρίζεται πως αποτελούσε τον «υπερασπιστή του ελληνισμού», ούτε έχασε το λακωνικό της πνεύμα. Ένα ιστορικό ανέκδοτο θέλει το βασιλιά Φίλιππο Β' να στέλνει ένα μήνυμα στη Σπάρτη λέγοντας: «Αν εισβάλλω στη Λακωνία, θα ισοπεδώσω την πόλη της Σπάρτης». Η απάντηση που έλαβε ήταν ένα απλό «Αν.»

Ακόμη κι όταν ο Φίλιππος έφτιαξε ένα πανελλήνιο στρατό με την πρόφαση να ενώσει όλη την Ελλάδα ενάντια στην περσική απειλή, οι Σπαρτιάτες επέλεξαν να μη συμμετέχουν με τη θέλησή τους. Δεν ενδιαφέρονταν σε καμιά περίπτωση να ενώσουν τις δυνάμεις τους με μια πανελλήνια συμμαχία αν δεν επρόκειτο να ηγηθούν της προσπάθειας. Ο Ηρόδοτος αφηγείται ότι οι Μακεδόνες κατάγονταν επίσης από τους Δωριείς και ήταν κατά κάποιο τρόπο συγγενικό φύλο των Σπαρτιατών. Ωστόσο αυτό δεν είχε καμία σημασία. Έτσι, μετά την κατάκτηση της Περσικής Αυτοκρατορίας, ο Αλέξανδρος ο Μέγας έστειλε στην Αθήνα 300 περσικές πανοπλίες με την ακόλουθη επιγραφή: «Αλέξανδρος γιος του Φιλίππου, και οι Έλληνες – πλην των Σπαρτιατών – από τους βαρβάρους που κατοικούν στην Ασία».

Κατά τη διάρκεια των Καρχηδονιακών Πολέμων η Σπάρτη συμμάχησε με τη Ρωμαϊκή Δημοκρατία. Κατά τα τέλη τού 3ου αιώνα, θα υπάρξει μία αναλαμπή στην πολιτική ηγεσία της Σπάρτης. Καθώς ο Άγης ο Δ', και ο διαδοχός του Κλεομένης ο Γ', θα προσπαθήσουν να επεναφέρουν την Σπάρτη στο προσκήνιο. Ο πρώτος θα δοκιμάσει να επαναφέρει την νομοθεσία του Λυκούργου που στην εποχή του είχε νεκρωθεί, αλλά θα δολοφονηθεί. Ο δεύτερος, θα επαναφέρει προσωρινά το κύρος στην Σπάρτη, και θα σημειώσει αρχικά σημαντικές επιτυχίες εναντίον της Αχαικής Συμπολιτείας, αλλά θα ηττηθεί στην μάχη της Σελλασίας, το 222 π.Χ. και θα υποχρεωθεί να φύγει στην εξορία, που θα σημαίνει και το τέλος της ανεξάρτητης Σπάρτης. Ο Κλεομένης θα χαρακτηριστεί από πολλούς, ως "Ο τελευταίος μεγάλος άνδρας της Σπάρτης"

Η πολιτική ανεξαρτησία της Σπάρτης έλαβε τέλος όταν εξαναγκάστηκε να προσχωρήσει στην Αχαϊκή Συμπολιτεία. Το 146 π.Χ. η Ελλάδα κατακτήθηκε από το Ρωμαίο στρατηγό Λεύκιο Μόμμιο. Κατά τη διάρκεια της ρωμαϊκής κατοχής οι Σπαρτιάτες συνέχισαν τον τρόπο ζωής τους, αν και η πόλη τους έγινε κάτι σαν τουριστική ατραξιόν για τους πλούσιους Ρωμαίους που έρχονταν να δουν από κοντά τις «εξωτικές» τους συνήθειες. Υπάρχει η υπόθεση πως μετά τη μεγάλη καταστροφή του ρωμαϊκού αυτοκρατορικού στρατού στη Μάχη της Αδριανούπολης (378), μια Σπαρτιατική φάλαγγα συνάντησε και νίκησε μια δύναμη Βισιγότθων εισβολέων.
   
Η δομή του στρατού της αρχαίας Σπάρτης
        
Ο σπαρτιατικός στρατός δεν αποτελείτο μόνο από Σπαρτιάτες αλλά και από άλλους Λάκωνες.
Η ραχοκοκαλιά του όμως ήταν οι Σπαρτιάτες όμοιοι, οι οποίοι στρατεύονταν από το εικοστό μέχρι και το εξηκοστό έτος της ηλικίας τους.
Η δομή του σπαρτιατικού στρατού άρχισε να αλλάζει περίπου στις αρχές του 8ου αιώνα, με την εμφάνιση της φάλαγγας.
Η φάλαγγα ήταν επιμήκης παράταξη η οποία είχε βάθος από τέσσερις έως δώδεκα άνδρες, οι οποίοι χρησιμοποιούσαν την νέα και μεγάλη στρογγυλή ασπίδα που κάνει την εμφάνιση της εκείνη την εποχή, και αντικαθιστά την οκτάσχημη δερμάτινη ασπίδα.
Η φάλαγγα συνήθως είχε βάθος οκτώ ανδρών, αν και μπορούσε να αλλάξει ανάλογα με την περίσταση.
Στις εκστρατείες των Σπαρτιατών λάμβαναν μέρος και οι συμμαχικές προς αυτούς πόλεις, οι οποίες βοηθούσαν τους Σπαρτιάτες ανάλογα με την στρατιωτική τους δύναμη.
Ο στρατός της Σπάρτης ποτέ δεν εκστράτευε ολόκληρος, αλλά μόνο ένα τμήμα του (περίπου το 1/3), ενώ το υπόλοιπο τμήμα του έμενε στην Σπάρτη για την περίπτωση εξέγερσης των ειλώτων.
Πόλεις κράτη συμμαχικά προς την Σπάρτη τα οποία καλούσαν τους Σπαρτιάτες σε βοήθεια ήταν υποχρεωμένα να εκστρατεύουν με όλες τους τις δυνάμεις.
Ο σπαρτιατικός στρατός διαιρείτο σε έξι μόρες που αποτελούσαν και το μεγαλύτερο στρατιωτικό τμήμα του. Πιο αναλυτικά ο Σπαρτιατικός στρατός αποτελείτο από τα εξής στρατιωτικά τμήματα:
ΣΥΣΚΗΝΙΕΣ – ΕΝΩΜΟΤΙΕΣ
Το μικρότερο στρατιωτικό τμήμα του Σπαρτιατικού στρατού ήταν η συσκηνία.
Αποτελείτο από μια ομάδα δεκαέξι έως δεκαοκτώ ανδρών περίπου, οι οποίοι ονομάζονταν σύσκηνοι.
Οι άνδρες αυτοί από τα εφηβικά τους χρόνια ζούσαν μαζί, κοιμόντουσαν στην ίδια σκηνή, έτρωγαν μαζί, εκπαιδευόντουσαν σαν ομάδα στα στρατιωτικά γυμνάσια, και στις πολεμικές συρράξεις ήταν συμμαχητές.
Αυτό είχε σαν συνέπεια να αναπτύσσουν μεταξύ τους στενούς φιλικούς δεσμούς, πράγμα που τους έκανε ιδιαίτερα μαχητικούς και οργανωτικούς κατά την διάρκεια της μάχης.
Αν κάποιος σύσκηνος χανόταν στην μάχη την θέση του έπαιρνε κάποιος άλλος, κατόπιν εξετάσεως και ψηφοφορίας των υπολοίπων.
Η ενωμοτία αποτελείτο από δυο συσκηνίες, δηλαδή από περίπου τριάντα δυο έως τριάντα έξι άνδρες.
ΜΟΡΕΣ
Το μεγαλύτερο στρατιωτικό τμήμα του Σπαρτιατικού στρατού είναι η Μόρα.
Ο χωρισμός του στρατού σε Μόρες λέγεται ότι έγινε από τον Λυκούργο, ο οποίος χώρισε σε μόρες τόσο τους οπλίτες, όσο και τους ιππείς.
Κάθε μόρα οπλιτών χωρίζεται σε τέσσερις λόχους, κάθε λόχος σε δυο πεντηκοστίες και κάθε πεντηκοστία σε δυο ενωμοτίες.
Η κάθε μόρα έχει σαν διοικητή τον πολέμαρχο, και σαν αξιωματικούς τέσσερις λοχαγούς, οκτώ πεντηκόνταρχους, και δεκαέξι ενωμοτάρχες.
Ένα μεγάλο επίσης στρατιωτικό τμήμα, το οποίο συναντάται σε αρχαία ελληνικά συγγράμματα είναι και η μοίρα, η οποία κατά τον Έφορο αποτελείται από πεντακόσιους άνδρες, κατά τον Καλλισθένη από επτακόσιους και κατά τον Πολύβιο από εννιακόσιους.
Επειδή όμως οι πληροφορίες γι’ αυτό το στρατιωτικό τμήμα είναι περιορισμένες εικάζεται ότι πρόκειται για την μόρα με άλλη ονομασία.
ΑΓΕΛΕΣ
Κάθε αγόρι που γεννιόταν στην Σπάρτη ήταν υποχρεωμένο να συμμετέχει στην αγέλη.
Μετά την συμπλήρωση του 7ο έτους της ηλικίας τους τα αγόρια εγγράφονταν στις αγέλες, από τις οποίες ξεκινούσε η σπαρτιατική αγωγή.
Εκεί μάθαιναν χορό και μουσική, γραφή και ανάγνωση, και εκπαιδεύονταν στην πειθαρχία, η οποία αποτελούσε τον θεμέλιο λίθο της Σπαρτιατικής αγωγής.
Εκεί επίσης μάθαιναν τα πρώτα πράγματα στην πολεμική τέχνη, ασκούνταν με διάφορες φυσικές ασκήσεις και μάθαιναν τα πρώτα πολεμικά τους παιχνίδια.
Η αγέλη εμφυσούσε στα Σπαρτιατόπουλα την έννοια της συλλογικότητας αφού τα μάθαινε να συμβιώνουν αλλά και να πολεμούν μαζί, καθώς και την αγάπη τους προς την Σπάρτη.
Για να συνηθίσουν τον λιτό τρόπο ζωής τα παιδιά κοιμόντουσαν πάνω σε αχυρένια στρώματα που έφτιαχναν οι ίδιοι χρησιμοποιώντας καλάμια από τις όχθες του Ευρώτα.
Τον χειμώνα για να ζεσταίνονται έβαζαν κάτω από το στρώμα τους ένα φυτό με θερμαντικές ικανότητες, το λυκοφάνους όπως μας αναφέρει ο Ξενοφώντας.
 Τον χειμώνα δεν ντύνονταν βαριά αλλά φορούσαν μόνο ένα ιμάτιο το οποίο έπαιρναν και έπρεπε να το κρατήσουν για ένα χρόνο.
Πλένονταν πάντα με κρύο νερό από τις όχθες του Ευρώτα η από τα δημόσια λουτρά, χωρίς να χρησιμοποιούν κανένα είδος αρωματικού φυτού η ελαίου.
ΒΟΥΕΣ – ΥΛΕΣ
Οι βούες ήταν μια ομάδα από αγέλες. Δεν υπάρχουν σαφείς πληροφορίες, αλλά από συμπεράσματα που μπορούμε να βγάλουμε αν μελετήσουμε τον Ξενοφώντα στο «Λακεδαιμονίων Πολιτεία» οι βούες θα πρέπει να αποτελούνταν από έξι η δώδεκα αγέλες.
 Ετσι λοιπόν οι νεαροί Σπαρτιάτες ανήκαν σε στις βούες σε μικρή ηλικία και όταν μεγάλωναν από την ηλικία δηλαδή των 13 – 20 ετών άνηκαν στις ίλες. Αρχηγός της ίλης ήταν ο είρην που ήταν και ο μεγαλύτερος σε ηλικία.
Οι βούες έδιναν περισσότερο στους νεαρούς Σπαρτιάτες πνευματικά εφόδια, ενώ οι ίλες ήταν πλέον συγκροτημένες ομάδες οι οποίες ακολουθούσαν στρατιωτική πειθαρχία και δίδασκαν τους νέους τα μυστικά της πολεμικής τέχνης.
ΠΡΟΣΚΟΠΟΙ
Σε αντίθεση με την σημερινή έννοια της λέξεως, στην αρχαιότητα οι πρόσκοποι ήταν στρατιωτικά τμήματα που αναλάμβαναν δύσκολες αποστολές, κάτι σαν τις σημερινές ειδικές δυνάμεις.
Στον στρατό των Λακεδαιμονίων τον ρόλο των προσκόπων αναλάμβαναν οι Σκιρίτες, οι οποίοι κατάγονταν από την Σκιρίτιδα την περιοχή δηλαδή που βρίσκεται στο βόρειο άκρο της Λακωνίας προς την Αρκαδία, οι οποίοι προπορεύονταν του Σπαρτιατικού στρατού και πολλές φορές μάλιστα πιο μπροστά και από τους έφιππους ανιχνευτές.
Οι πρόσκοποι κατά την διάρκεια της μάχης, σαν επίλεκτο σώμα παρατασσόταν δίπλα από τους τριακόσιους, την επίσημη δηλαδή φρουρά του βασιλιά. Αποτελείτο από εξακόσιους περίπου άνδρες με μεγάλη σωματική δύναμη, και ψυχικό σθένος, αναλαμβάνοντας τις δυσκολότερες αποστολές του Σπαρτιατικού στρατού, όπως την συνοδεία όσων Σπαρτιατών εκτός στρατοπέδου, την βραδινή φύλαξη του στρατοπέδου κ.τ.λ.
ΑΝΙΧΝΕΥΤΕΣ ΕΔΑΦΟΥΣ
Πρόκειται για ιππείς οι οποίοι προηγούνταν του κυρίως τμήματος του ιππικού, και είχαν σαν σκοπό την ανίχνευση του εδάφους ώστε σε περιπτώσεις εμποδίων η ενέδρας το κυρίως τμήμα που ακολουθούσε να μην βρεθεί σε αδιέξοδο.
Σε τέτοιες περιπτώσεις εκτός από την ενημέρωση του κυρίως τμήματος σχετικά με το είδος του εμποδίου η της ενέδρας, ήταν επιφορτισμένοι να βρίσκουν εναλλακτικές λύσεις η άλλα ασφαλή δρομολόγια ώστε να διασφαλίσουν την ασφαλή προσπέλαση του κυρίως τμήματος.
 Στην περίπτωση στρατοπέδευσης των στρατιωτικών τμημάτων οι ανιχνευτές εδάφους στρατοπέδευαν σε σημεία από τα οποία μπορούσαν να διακρίνουν από μακριά τους εχθρούς και τις κινήσεις τους.
ΙΠΠΙΚΟ
Το ιππικό του Σπαρτιατικού στρατού δεν ήταν μεγάλο σε αριθμό σε σχέση με τους οπλίτες, και διαιρείτο και αυτό σε έξι μόρες.
Κάθε μόρα διαιρείτο σε ουλαμούς και κάθε ουλαμός είχε περίπου πενήντα ιππείς.
Κύριο καθήκον του ιππικού ήταν η φύλαξη των νότων και των πτερύγων της φάλαγγάς. Αρχηγός της κάθε ιππικής μόρας ήταν ο Ιππαρμοστής.
Σαν ιππείς στο Σπαρτιατικό ιππικό προτιμούνταν οι ελαφρότεροι σε σωματικό βάρος οπλίτες, ώστε το λιγοστό βάρος να κάνει τα άλογα περισσότερο ευκίνητα τόσο στην μάχη όσο και στις πορείες.
Από πληροφορίες του Ξενοφώντα συμπεραίνουμε ότι το Σπαρτιατικό ιππικό ήταν πολύ πονηρό, και γι’ αυτό συνήθως προστάτευε το κυρίως στράτευμα σαν σώμα προφυλακής το οποίο πορευόταν μπροστά και αποτελείτο συνήθως από μια μόρα ιππέων.
Σε περίπτωση ενέδρας η άλλου κολλήματος οι ιππείς αυτοί ειδοποιούσαν το κυρίως στράτευμα ώστε αυτό να λάβει τις κατάλληλες θέσεις και τους κατάλληλους σχηματισμούς σε περίπτωση εμπλοκής.
Το Σπαρτιατικό ιππικό χρησιμοποιήθηκε και αρκετές φορές σε περιπτώσεις πολέμου δολιοφθορών (ανταρτοπόλεμου), η σε περιπτώσεις αιφνιδιασμού, και γενικά σε περιπτώσεις παρενοχλήσεων του αντιπάλου για την δημιουργία κυρίως εντυπώσεων.
ΕΚΔΡΟΜΟΙ
Οι εκδρόμοι ήταν ακροβολιστές του Σπαρτιατικού στρατού οι οποίοι δρούσαν ανεξάρτητα από την οπλιτική φάλαγγα, και σκοπός τους ήταν να προκαλέσουν σύγχυση στις τάξεις του εχθρού.
Ο οπλισμός του ήταν σχετικά ελαφρότερος από αυτόν των υπολοίπων οπλιτών, πράγμα που τους έκανε πιο ευάλωτους σε συγκρούσεις σώμα με σώμα.
Στόχοι των εκδρόμων οι οποίοι αποτελούσαν και ένα είδος καταδρομέων της εποχής, ήταν οι πελταστές, αλλά και ορισμένες τάξεις βαρέως πεζικού αλλά και οι εκδρόμοι του αντίπαλου στρατού.
Το σώμα των εκδρόμων δημιουργήθηκε για πρώτη φορά στην Αρχαία Σπάρτη για να αντιμετωπίσει τους πελταστές του Ιφικράτη, και αργότερα επεκτάθηκε και σε άλλες Ελληνικές πόλεις όπως στην Αθήνα.
ΤΡΙΑΚΟΣΙΟΙ
Το σώμα των τριακοσίων αποτελούσε την σωματοφυλακή του βασιλιά το οποίο παρατασσόταν δίπλα του στην μάχη.
Οι οπλίτες που το αποτελούσαν ονομάζονταν ιππείς αν και άνηκαν στο πεζικό, ονομασία η οποία παρέμεινε από τα αρχαϊκά χρόνια (7ος – 6ος αιώνας), όταν αποτελείτο από ιππείς. Στα κλασσικά χρόνια το όνομά τους ήταν απλώς τριακόσιοι.
Το σώμα των τριακοσίων διοικείτο από τους τρεις Ιππαγρέτες που ήταν κάτω από τις διαταγές του βασιλιά.
Οι τρεις αυτοί Ιππαγρέτες επιλέγονταν από τους Εφόρους της Σπάρτης, ανάμεσα από τους ακμαιότερους και πιο ρωμαλέους άνδρες της πόλης.
Ο κάθε Ιππαγρέτης διάλεγε εκατό άτομα οι οποίοι ήταν κάτω από τις διαταγές του, συμπληρώνοντας έτσι την φρουρά των τριακοσίων.
 Ο κάθε Ιππαγρέτης ήταν υποχρεωμένος να μετά την επιλογή των εκατό ανδρών να δίνει εξηγήσεις στους εφόρους με πια κριτήρια επέλεξε τους εκατό αυτούς άνδρες.
Το σώμα των τριακοσίων ήταν το εκλεκτότερο του Σπαρτιατικού στρατού, και η συμμετοχή κάποιου οπλίτη σε αυτό θεωρείτο τιμητική.
Δεν έφτανε όμως η επιλογή κάποιου οπλίτη από τους τρεις Ιππαγρέτες ώστε αυτός να μπορέσει να συμμετέχει στο σώμα των τριακοσίων, αλλά και η επιτυχία του στις κατάλληλες εξετάσεις που γίνονταν για τον σκοπό αυτό.
Οι Ιππαγρέτες ήταν κριτές σε αυτές τις εξετάσεις, όπως και σε άλλες αθλητικές εκδηλώσεις, και αν κάποιος δεν περνούσε επιτυχώς τις εξετάσεις μπορούσε να προσπαθήσει σε επόμενες.
Οι οπλίτες που συμμετείχαν σε αυτό το σώμα έπρεπε επίσης να είναι σωστοί απέναντι στον νόμο και τις επιταγές της πολιτείας διαφορετικά μπορούσαν να χάσουν την τιμητική αυτή θέση, την οποία καταλάμβανε κάποιος άλλος οπλίτης.
ΟΠΛΙΤΙΚΗ ΦΑΛΑΓΓΑ
Ο σχηματισμός της φάλαγγας αποτελείτο συνήθως από οκτώ μακριούς στοίχους οπλιτών.
Η οπλιτική φάλαγγα υπάκουγε πάντα στα παραγγέλματα του βασιλιά και βάδιζε προς την μάχη στοιχισμένη και με ρυθμικό βήμα.
Στο δεξί χέρι κρατούσαν το δόρυ και στο αριστερό την ασπίδα, παραταγμένοι κατά στοίχους ώστε να προφυλάσσονται μεταξύ τους κατά την διάρκεια της μάχης. Στα άκρα της φάλαγγας και ιδιαίτερα στις γωνίες, τοποθετούνταν οι πιο ρωμαλέοι οπλίτες, γιατί αυτά τα σημεία έμεναν συνήθως ακάλυπτα.
Κατά την διάρκεια της συμπλοκής με τον εχθρό προσπαθούσαν να μην διασπάσουν αυτή την διάταξη, και συμπλέκονταν μαζί του σώμα με σώμα μέχρι να τον συντρίψουν η να τον τρέψουν σε φυγή.
Σε περίπτωση φυγής του εχθρού οι Σπαρτιάτες δεν τον καταδίωκαν, πρώτα γιατί δεν ήθελαν να διασπαστεί η συνοχή της φάλαγγας, και έπειτα γιατί θεωρούσαν υποτιμητικό να έχουν για εχθρό τους κάποιον που έφευγε τρέχοντας από το πεδίο της μάχης, δηλαδή έναν δειλό.
Την φυγή οι Σπαρτιάτες την θεωρούσαν υποταγή, και σε αυτή την περίπτωση ο εχθρός περισσότερο τον οίκτο τους κέρδιζε παρά την αντιπαλότητά τους.
Ο Σπαρτιατικός στρατός εκτελούσε με μεγάλη ευκολία και ακρίβεια διάφορους ελιγμούς οι οποίοι σε άλλους στρατούς της εποχής θα ισοδυναμούσαν με διάλυση της συνοχής των τμημάτων. Διάφορα τέτοια παραδείγματα μας δίνει ο Ξενοφώντας στην Λακεδαιμονίων Πολιτεία, αναφέροντας μας για παράδειγμα την επί κέρας πορεία.
Σε αυτή την διάταξη πορείας η φάλαγγα βαδίζει κατά ενωμοτίες και σε περίπτωση εμφάνισης εχθρικής φάλαγγας ο ενωμοτάρχης διευθύνει την ενωμοτία προς τα αριστερά σχηματίζοντας έτσι όλες οι ενωμοτίες την φάλαγγα παραταγμένη κατά μέτωπο.
Αν τώρα εμφανιστεί εχθρική φάλαγγα στα νώτα τους ο κάθε στοίχος αραιώνει και κάνοντας μεταβολή βρίσκεται αντιμέτωπος με το εχθρικό στράτευμα.
Ο κάθε στοίχος είναι έτσι συντεταγμένος ώστε σε τέτοια περίπτωση απέναντι από το εχθρικό στράτευμα, στην πρώτη γραμμή δηλαδή, να βρίσκονται οι πιο ανδρείοι πολεμιστές.
Σύμφωνα με την προηγούμενη διάταξη ο αρχηγός της φάλαγγας βρίσκεται στο αριστερό κέρας, αν όμως για οποιονδήποτε λόγο θεωρηθεί ότι ο στρατηγός πρέπει να βρεθεί στο δεξιό κέρας στρέφουν την φάλαγγα προς τα δεξιά η αριστερά ώστε ο στρατηγός να βρεθεί στο δεξιό κέρας και η οπισθοφυλακή να έρθει στο αριστερό.
Μελετώντας την Λακεδαιμονίων πολιτεία του Ξενοφώντα, μπορούμε να δούμε αναλυτικά διάφορους ελιγμούς των στρατιωτικών τμημάτων στην επί κέρας πορεία και να καταλάβουμε γιατί δίκαια ο στρατιωτικός μηχανισμός των Λακεδαιμονίων θεωρείτο ίσως ο κορυφαίος της εποχής.
Ο σεβασμός προς τον Βασιλιά και αρχιστράτηγο του Σπαρτιατικού στρατού, κατά τις πολεμικές επιχειρήσεις φαίνεται και από την διάταξη της φάλαγγας, όταν αυτή βαδίζει προς την μάχη.
 Όταν λοιπόν η φάλαγγα πορεύεται προς την μάχη κανείς εκτός των Σκιριτών και των ανιχνευτών δεν επιτρέπεται να προπορεύεται του Βασιλιά. Σε περίπτωση όμως που η φάλαγγα συναντηθεί με τον εχθρό, τότε ο βασιλιάς παίρνει την πρώτη μόρα και την οδηγεί προς τα δεξιά της παράταξης, ενώ οι υπόλοιπες μόρες αναπτύσσονται είτε προς τα αριστερά της πρώτης, είτε έχοντας την πρώτη στο μέσον και αυτές τίθενται αριστερά και δεξιά της, πάντα υπό την καθοδήγηση των πολεμάρχων.
ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΑ ΤΜΗΜΑΤΑ – ΤΑΚΤΙΚΟΙ ΕΛΙΓΜΟΙ
Η οργάνωση του σπαρτιατικού στρατού γινόταν πάντα σύμφωνα με τις ανάγκες της πόλης.
Οι συχνές πολεμικές επιχειρήσεις στις οποίες εμπλεκόταν ο Σπαρτιατικός στρατός, δημιούργησε την ανάγκη για χωρισμό του στρατεύματος σε αυτόνομα και αυτοδιοικούμενα τμήματα, τα οποία μπορούσαν να δράσουν ανεξάρτητα και σε διαφορετικά μέτωπα όταν χρειαζόταν.
Τα μεγαλύτερα αυτοδιοικούμενα τμήματα του σπαρτιατικού στρατού ήταν οι μόρες, είτε αυτές ήταν οπλιτικές είτε του ιππικού.
Έτσι, αν για παράδειγμα η Σπάρτη χρειαζόταν να στείλει σε κάποια πόλη Σπαρτιατική φρουρά για να έχει υπό τον έλεγχο της την διοίκηση της πόλης, μπορούσε να στείλει για παράδειγμα μια μόρα η οποία θα αναλάμβανε αυτή την αποστολή, αφήνοντας το υπόλοιπο στράτευμα στην διάθεση της πολιτείας για άλλες αποστολές.
Η κάθε μόρα είχε δύναμη εξακοσίων περίπου οπλιτών μαζί με τους αξιωματικούς. Όταν η μόρα παρατασσόταν σε μάχη υποβοηθούμενη από το ιππικό, τότε η ιππική μόρα παρατασσόταν στα πλάγια της μόρας, ανάλογα βέβαια με το είδος της μάχης, αλλά και την δομή των αντιπάλων στρατευμάτων.
Σε περιπτώσεις περικύκλωσης της μόρας τότε τα δύο αυτά τμήματα μπορούσαν να δράσουν ανεξάρτητα, ώστε το ιππικό να αποκρούσει επίθεση από τα νώτα της μόρας η να διαλύσει τμήματα πελταστών.
Η ιππική μόρα διαιρείτο σε δυο ουλαμούς των πενήντα ανδρών, και ο κάθε ουλαμός σε πέντε στοίχους των πέντε ανδρών οι οποίοι ονομάζονταν πεμπάδες, και διοικούντο από τον πεμπάδαρχο.
 Οι ιππικές μόρες αποτελούνταν από Σπαρτιάτες ιππείς αλλά και από περίοικους και νεοδαμώδεις, και παρατάσσονταν σε τετράγωνο σχηματισμό.
Όταν δινόταν το παράγγελμα επιθέσεως ηχούσε η σάλπιγγα και οι οπλίτες ξεκινούσαν να βαδίζουν προς το μέρος του εχθρού με τα δόρατα σε φύλαξη, ρυθμίζοντας τον βηματισμό τους με τον ήχο των αυλών.
Όταν η φάλαγγα έφτανε σε μικρή απόσταση από τον εχθρό, οι σάλπιγγα σήμαινε έφοδο και οι οπλίτες επιτίθονταν τρέχοντας προς το μέρος του εχθρού, προσέχοντας όμως να μένουν πάντα στοιχισμένοι στους ζυγούς τους κρατώντας τον σχηματισμό της χελώνης.
Οι Σπαρτιάτες πραγματοποιούσαν τον σχηματισμό αυτό τοποθετώντας τις ασπίδες τους πάνω από το κεφάλι τους σχηματίζοντας ουσιαστικά μια σκεπή η οποία τους κάλυπτε από τα εχθρικά βέλη των τοξοτών.
Ονομάστηκε έτσι γιατί από μακριά έδινε το σχήμα του καύκαλου μιας χελώνας, και είχε την δυνατότητα να προστατεύει όλο τον σχηματισμό, ιδιαίτερα σε περίπτωση υποχώρησης για αναζήτηση καλύτερου εδάφους για συμπλοκή, η σε περιπτώσεις που ο σχηματισμός πλησίαζε τείχη πολιορκούμενης πόλεως και δεχόταν βέλη από ψηλά.
Σε περίπτωση που η φάλαγγα δεχόταν επίθεση εχθρικού ιππικού, οι οπλίτες κρατούσαν το δόρυ τους με την λόγχη προς τα εμπρός, ενώ το πίσω μέρος του στερεωνόταν στο έδαφος. Ο οπλίτης γονάτιζε στο ένα πόδι, και τοποθετούσε κάθετα την ασπίδα μπροστά του ώστε να τον προστατεύει.

Μνημεία
Ακρόπολη Σπάρτης
Η αποκάλυψη των μνημείων του αρχαιολογικού χώρου έγινε με τις ανασκαφές της Αγγλικής Αρχαιολογικής Σχολής (1910 και εξής), οι οποίες ξανάρχισαν στις αρχές της δεκαετίας του 1990, κυρίως στο χώρο του θεάτρου και των καταστημάτων.

Οι θέσεις μάλλον παρά τα σωζόμενα λείψανα και μερικά ευρήματα από την ανασκαφή που οριοθετούν το χώρο του Ιερού της Χαλκιοίκου Αθηνάς, στην κορυφή (βορειοδυτικό άκρο) της Ακρόπολης. Ο ναός, έργο του αρχιτέκτονα Βαθυκλή από τη Μαγνησία, είχε εσωτερική διακόσμηση με χάλκινα φύλλα (6ος αιώνας π.Χ. και εξής) στην οποία και χρωστάει το όνομά του. Από την επιγραφή του Δαμόνονος (πριν από το 430 π.Χ.) φαίνεται ότι λεγόταν ναός της Αθηνάς Πολιούχου. Ο Παυσανίας προσθέτει ότι ο ναός είχε μείνει ανολοκλήρωτος ως τα χρόνια του Γιτιάδα, ενός ντόπιου τεχνίτη που έφτιαξε τόσο το άγαλμα της θεάς όσο και το ναό της. Ο ναός ήταν άσυλο, όπου κατέφυγαν ο Λυκούργος, ο Παυσανίας και ο Άγης Δ΄.
Το λεγόμενο κυκλικό οικοδόμημα, αγνώστου προορισμού. Κυκλικό κτήριο κτισμένο με πελεκητούς δόμους αλλά και μικρότερες πέτρες. Στη μορφή που σώζεται, αποτελεί ίσως επισκευή των ρωμαϊκών χρόνων, αρχαίου κτηρίου σημαντικού για τη ζωή της Σπάρτης (η Σκιάς;).
Λείψανα καταστημάτων, παραπλεύρως του αρχαίου Θεάτρου, αποκαλύφθηκαν σε παλαιές και πρόσφατες ανασκαφές της Αγγλικής Αρχαιολογικής Σχολής. ~Eργο των Ρωμαϊκών αυτοκρατορικών χρόνων, κτισμένο κυρίως από τούβλα και διακοσμημένο εσωτερικά πάνω σε κονίαμα, εξυπηρετούσε τους θεατές των παραστάσεων και άλλων εκδηλώσεων στο Αρχαίο Θέατρο.
Λείψανα μεγάλης Βασιλικής των μέσων βυζαντινών χρόνων, που είχε ταυτισθεί με τη Βασιλική του Οσίου Νίκωνος (10ος αιώνας μ.Χ.).
    Το αρχαίο Θέατρο της Σπάρτης στη νότια πλευρά της Ακρόπολης, έργο των πρώιμων αυτοκρατορικών χρόνων. Διασώζεται η ορχήστρα, τα αναλήμματα με επιγραφές των αρχόντων της Σπάρτης στους ρωμαϊκούς χρόνους και τμήμα του κοίλου του μεγάλου θεάτρου. Χρησίμευε κυρίως για δημόσιες συγκεντρώσεις και γιορτές. Το θέατρο δεν είχε μόνιμη σκηνή. Για τις θεατρικές παραστάσεις υπήρχε ξύλινη, κινητή σκηνή, που ήταν εφοδιασμένη με τροχούς για την εύκολη μετακίνησή της. Όλα σχεδόν τα λείψανα του αρχαίου θεάτρου που αποκάλυψαν οι ανασκαφές της αγγλικής σχολής ανήκουν στους ρωμαϊκούς χρόνους. Το κοίλον του σκάφτηκε στο λόφο της ακρόπολης κάτω από το νοτιοδυτικό άκρο του. Τα αναλήμματα του κοίλου έχουν μαρμάρινη επένδυση, η οποία στην ανατολική πάροδο χρησιμοποιήθηκε το 2ο αιώνα μ.Χ. για τη χάραξη πολλών επιγραφών.
Λεωνιδαίον
Αρχαίο ερειπωμένο κτίσμα, το οποίο ονομάζουν «τάφο του Λεωνίδα». Η αρχαία παράδοση τοποθετεί τον τάφο του Λεωνίδα στη Σπάρτη, απέναντι από το θέατρο, πολλοί όμως το αμφισβητούν. Το κτίσμα είναι ένας ναϊσκόμορφος σηκός με δύο χώρους. Εντύπωση προκαλούν οι καλοδουλεμένοι, ορθογώνιοι ογκόλιθοι, που σχεδόν όλοι έχουν ασυνήθεις διαστάσεις.

Ιερό της Ορθίας Αρτέμιδος
To ιερό της Oρθίας Αρτέμιδος, κτισμένο κοντά στις όχθες του Ευρώτα, στην περιοχή της αρχαίας κώμης των Λιμνών, αποτέλεσε ένα από τα σημαντικότερα ιερά της σπαρτιατικής λατρείας σε όλη τη διάρκεια της μακρόχρονης λειτουργίας του και σχετίστηκε από νωρίς με το θεσμό της αγωγής των νέων Σπαρτιατών.

Στα πρώτα χρόνια η λατρευόμενη θεότητα αναφέρεται ως Oρθία και πρέπει να θεωρηθεί ως θεά της σωτηρίας και της γονιμότητας και προστάτιδα της βλάστησης. Αργότερα, η λατρεία της συνδέθηκε με εκείνη της Αρτέμιδος και το ιερό έγινε το θρησκευτικό κέντρο της εκπαίδευσης των νέων για να καταλήξει, κατά τα αυτοκρατορικά χρόνια, χώρος αιματηρών θεαμάτων σύμφωνα με τα ήθη της εποχής.

Το ιερό ανασκάφθηκε από την Αγγλική Αρχαιολογική Σχολή των Αθηνών (1906-1910). Μπορούμε σήμερα να διακρίνουμε τρία διαφορετικά μέρη του: Το μεγάλο ρωμαϊκό οικοδόμημα (στα αυτοκρατορικά χρόνια το τέμενος της Ορθίας είχα πάρει  τη μορφή κυκλικού αμφιθεάτρου, όπου ο ναός κατείχε τη θέση της σκηνής), τα λείψανα ενός βωμού στο κέντρο του χώρου και ένα μέρος του ναού δυτικό. Ο ναός είναι κτίσμα του 6ου αιώνα π.Χ. κατασκευασμένος με αδούλευτες πέτρες.

Κάτω από αυτόν βρίσκεται μικρότερος, παλαιότερος ναός, πιθανόν του 9ου αιώνα π.Χ. Η παρουσία του επιβλητικού αμφιθεάτρου φανερώνει πως πολύς κόσμος συνέρρεε εκεί για να παρακολουθήσει τις ιδιότυπες ιεροπραξίες προς τιμή της Ορθίας Άρτεμης.

Από το πλήθος των επιγραφών που βρέθηκαν στο χώρο του ναού φαίνεται πως η θεά Ορθία συνδεόταν με την αγωγή των παιδιών της Σπάρτης, ηλικίας μικρότερης των 13 ετών.

Μενελάιον
Στο λόφο του προφήτη Ηλία λίγα χιλιόμετρα ανατολικά από τη Σπάρτη και απέναντι από τον Ευρώτα συναντούμε ένα από τα πιο σπουδαία ιερά της Σπάρτης, ένα χώρο με πολύτιμα μυκηναϊκά λείψανα. Η Θεράπνη είναι η δεύτερη μετά τις Αμύκλες προϊστορική θέση που κατοικούνταν από την πρώιμη εποχή του χαλκού. Το όνομα Θεράπνη πήρε από την κόρη του Λέλεγα.

Σε μικρή απόσταση δυτικά της μυκηναϊκής εγκατάστασης της Θεράπνης κατασκευάστηκε στα ιστορικά χρόνια το επιβλητικό ιερό στο οποίο λατρεύονταν ως Θεοί ο Μενέλαος και η Ελένη. Η ανασκαφή που έκανε η Αγγλική Σχολή έφερε στο φως ένα πραγματικά περίεργο οικοδόμημα. Πρόκειται για ένα μεγάλο πυραμιδοειδές βάθρο που υψώνεται στην κορυφή του λόφου και σχηματίζει ένα είδος βάσης για το ναό, κατασκευασμένο με μεγάλες πέτρες, καλά δουλεμένες. Σώζεται ακόμη το βάθρο αυτό, χωρίς να ξέρουμε ως σήμερα τη σημασία του.

Το ιερό αυτό είχε διαδεχθεί ένα πολύ παλαιότερο. Στα χρόνια του Παυσανία πίστευαν πως μέσα σε αυτό ήταν θαμμένος ο Μενέλαος και η Ελένη, που θεωρούνταν θεοί και τιμόνταν στη Θεράπνη με θυσίες.


Sources / Bibliography / Photos 

Cartledge 2002, p. 91
Cartledge 2002, p. 174
Cartledge 2002, p. 192
Morris, Ian (December 2005), The growth of Greek cities in the first millennium BC. v.1, Princeton/Stanford Working Papers in Classics
http://books.google.dk/books?id=oafCBYBbMRgC&pg=PA22&dq=ancient+sparta+population+of+50,000&hl=da&sa=X&ei=CiiCU_j0L8avOd2HgcgL&ved=0CDEQ6AEwAA#v=onepage&q=ancient%20sparta%20population%20of%2050%2C000&f=false
Δοντάς Γ., "Χρονικά", ΑΔ 19, Β3 1964 (1966), σ. 325
Παπανικόλα-Μπακιρτζή Δ. (επιμ.), Ώρες Βυζαντίου: έργα και ημέρες στο Βυζάντιο. Καθημερινή ζωή στο Βυζάντιο: κατάλογος έκθεσης: Θεσσαλονίκη, Λευκός Πύργος, Οκτώβριος 2001- Ιανουάριος 2002, Αθήνα 2002, 433
Παπανικόλα-Μπακιρτζή Δ. (επιμ.), Ώρες Βυζαντίου: έργα και ημέρες στο Βυζάντιο. Καθημερινή ζωή στο Βυζάντιο: κατάλογος έκθεσης: Θεσσαλονίκη, Λευκός Πύργος, Οκτώβριος 2001- Ιανουάριος 2002, Αθήνα 2002, 333
Wilson, Nigel Guy, ed. (2006). Encyclopedia Of Ancient Greece. Routledge (UK). pp. 214–215. ISBN 0-415-97334-1.
"The Linear B word ra-ke-da-mi-ni-jo". Palaeolexicon. Word study tool of Ancient languages.
"TH 229 Fq (305)". "TH Fq 258 (305)". "TH 275 Fq (305)". "TH 253 Fq (305)". "TH 284 Fq (305)". "TH 325 Fq (305)". "TH 339 Fq (305)". "TH 382 Fq (305)". "TH 227 Gp (306)". "MY 603 Ge + frr. (58a)". "MY 604 Ge (58a)". DĀMOS Database of Mycenaean at Oslo. University of Oslo.
Thompson, Rupert (2010). "Mycenaean Greek". In Bakker, Egbert J. A Companion to the Ancient Greek Language. Blackwell Companions to the Ancient World. Wiley-Blackwell. p. 223. ISBN 978-1-4051-5326-3.
Raymoure, K.A. "ra-ke-da-no". Minoan Linear A & Mycenaean Linear B. Deaditerranean.
Jasanoff, Jay H.; Nussbaum, Alan (1996). Lefkowitz, Mary R.; Rogers Maclean, Guy, eds. Black Athena Revisited. The University of North Carolina Press. p. 193. ISBN 0807845558.
LIddell & Scott 1940, Λακεδαιμόνιος, s.v. Λακεδαίμων.
Lacedaemonius, s.v. Lacedaemon. Charlton T. Lewis and Charles Short. A Latin Dictionary on Perseus Project.
LIddell & Scott 1940, Σπάρτη.
Liddell & Scott 1940, Λακεδαίμων.
MacBean, Alexander; Johnson, Samuel (1773). "Lacedaemon". A Dictionary of Ancient Geography [etc.] London: G. Robinson [etc.].
Autenrieth 1891, Λακεδαίμων.
Schmidt, Maurice, ed. (1863). "s.v. Ἀγιάδαι". Hesychii Alexandrini Lexicon (in Greek). Jena: Frederick Mauk.. At the Internet Archive
Wiener, Leo (1920). Contributions toward a History of Arabico-Gothic Culture. V. III: Tacitus' Germania & Other Forgeries. Philadelphia: Innes & Sones. p. 20.
Diodorus Siculus, Library, 19.70.2.
Cartledge 2002, p. 4
Pausanias 1918, Description of Greece, ΙΙΙ.1.2.
Thucydides, i. 10
Herodot, Book I, 56.3
Cartledge 2002, p. 28
Ehrenberg 2004, p. 31
Ehrenberg 2004, p. 36
Ehrenberg 2004, p. 33
"A Historical Commentary on Thucydides"—David Cartwright, p. 176
Green 1998, p. 10
Britannica ed. 2006, "Sparta"
"Dictionary of Ancient&Medieval Warfare"—Matthew Bennett, p. 86
"The Oxford Illustrated History of Greece and the Hellenistic World" p. 141, John Boardman, Jasper Griffin, Oswyn Murray
Fine, The Ancient Greeks, 556-9
Agis III
Agis III, by E. Badian © 1967 - Jstor
Diodorus, World History
Diodorus, World History, 17.62.1-63.4;tr. C.B. Welles
Alexander the Great and his time By Agnes Savill Page 44 ISBN 0-88029-591-0
Davies 1998, pp. 133.
Plutarch 1874, De garrulitate, 17.
Plutarch 1891, De garrulitate, 17; in Greek.
Cicero (1918). "II.34". In Pohlenz, M. Tusculanae Disputationes (in Latin). Leipzig: Teubner. At the Perseus Project.
Michell, Humfrey (1964). Sparta. Cambridge University Press. p. 175.
Cartledge 2002, p. 89
The Encyclopædia Britannica: A Dictionary of Arts, Sciences, Literature and ... - Page 611. primary and secondary source
The Encyclopædia Britannica: A Dictionary of Arts, Sciences, Literature and ... - Page 611. primary secondary source
The Greeks at War By Philip De Souza, Waldemar Heckel, Lloyd Llewellyn-Jones, Victor Davis Hanson
The Politics By Aristotle, Thomas Alan Sinclair, Trevor J. Saunders
A companion to Greek studies By Leonard Whibley
σύντροφος in Liddell and Scott.
The Greek World By Anton Powell
Ancient Greece By Sarah B. Pomeroy, Stanley M. Burstein, Walter Donlan, Jennifer Tolbert Roberts
Herodotus (IX, 28–29)
Xenophon, Hellenica, III, 3, 5
West 1999, p. 24
Cartledge 2002, p. 141
Cartledge 2002, p. 140
Ehrenberg 2004, p. 159
Thucydides (IV, 80); the Greek is ambiguous
Cartledge 2002, p. 211
Thucydides (VII, 27)
Talbert, p.26.
Apud Athenaeus, 14, 647d = FGH 106 F 2. Trans. by Cartledge, p.305.
Life of Lycurgus 28, 8-10. See also, Life of Demetrios, 1, 5; Constitution of the Lacedemonians 30; De Cohibenda Ira 6; De Commmunibus Notitiis 19.
(Plutarch, Life of Lycurgus 28, 7)
Powell 2001, p. 254
Thucydides (Book IV 80.4).
Classical historian Anton Powell has recorded a similar story from 1980s El Salvador. Cf. Powell, 2001, p. 256
Cartledge 2002, pp. 153–155
Cartledge 2002, p. 158,178
"Population Patterns in Late Archaic and Classical Sparta" by Thomas Figueira, Transactions of the American Philological Association 116 (1986), p.165-213
Paul Cartledge, "Sparta and Lakonia," Routledge, London, 1979, pp.154-159
Conrad Stibbe, "Das Andere Sparta," Verlag Philipp von Zabern, Mainz, 1996, pp. 111-127
Excel HSC Ancient History By Peter Roberts, ISBN 1-74125-178-8, ISBN 978-1-74125-178-4
Greene, Robert (2000), The 48 Laws of Power, Penguin Books, p. 420, ISBN 0-14-028019-7
Conrad Stibbe, Das Andere Sparta, Verlag Philipp von Zabern, Mainz, 1996
A.H.M. Jones, "Sparta," Basel Blackwell and Mott Ltd.,1967,pp.40-43
Stephen Hodkinson, Property and Wealth in Classical Sparta, The Classical Press of Wales, Swansea, 2000. See also Paul Cartledge's discussion of property in Sparta in "Sparta and Lakonia," pp. 142-144.
Social Conflict in Ancient Greece By Alexander Fuks, ISBN 965-223-466-4, ISBN 978-965-223-466-7
Cartledge 2001, p. 84
Plutarch 2005, p. 20
Buxton 2001, p. 201
Ancient Sparta – Research Program of Keadas Cavern Theodoros K. Pitsios
Plutarch, Lycurgus 27.2-3. However this may be conflating later practice with that of the classical period. See Not the Classical Ideal: Athens and the Construction of the Other in Greek Art ed. Beth Cohen, p.263, note 33, 2000, Brill.
Xenophon, Spartan Society, 2
Cartledge 2001, p. 85
Cartledge 2001, pp. 91–105
Cartledge 2001, p. 88
Cartledge 2001, pp. 83–84
E. David (1984). Aristophanes and Athenian Society of the Early Fourth Century B.C. Brill Archive. ISBN 9004070621.
Idiomorfi’ Publications
http://www.exploresparta.gr
Thomas F. Scanlon "The Dispersion of Pederasty and the Athletic Revolution in Sixth-Century BC Greece", Same-Sex Desire and Love in Greco-Roman Antiquity and in the Classical Tradition of the West, pp. 64-70. PMID 16338890
Erich Bethe,Die Dorische Knabenliebe: ihre Ethik und ihre Ideen (The Doric pederasty: their ethics and their ideas), Sauerländer, 1907, 441, 444. ISBN 978-3921495773
Plutarch, The Life of Lycurgus, 18
Athenaeus of Naucratis, The Deipnosophists, XIII: Concerning Women
Readers Companion Military Hist p. 438—Cowley
Adcock 1957, pp. 8–9
http://national-pride.org
Plutarch 2004, p. 465
Helena P. Schrader (2011). "Sons and Mothers". ΣPARTA: Journal of Ancient Spartan and Greek History (Markoulakis Publications) 7 (4). ISSN 1751-0007. Retrieved September 14, 2013. (subscription required)
Forrest 1968, p. 53
W. Lindsay Wheeler (2007). "Doric Crete and Sparta, the Home of Greek Philosophy". ΣPARTA: Journal of Ancient Spartan and Greek History (Markoulakis Publications) 3 (2). ISSN 1751-0007. Retrieved September 14, 2013.
Sarah B. Pomeroy (2002). Spartan Women. Oxford University Press. ISBN 0-19-8030002. Retrieved September 14, 2013.[page needed]
The Greeks, H. D. F. Kitto, ISBN 0-202-30910-X, 9780202309101
Plutarch, The Life of Lycurgus
Pomeroy 2002, p. 42
Xenophon, Spartan Society, 1
Susan Blundell, "Women in Ancient Greece," British Museum Press, London, 1999
Guttentag and Secord, 1983; Finley, 1982; Pomeroy, 1975
Pomeroy 2002, p. 34
Powell 2001, p. 248
Blundell 1995, p. 154
Powell 2001, p. 246
Maria Dettenhofer, "Die Frauen von Sparta," Reine Männer Sache, Munich, Deutscher Taschenbuch Verlag, 1994, p.25.
Pomeroy, 1975
Pomeroy, Sarah B. Goddess, Whores, Wives, and Slaves: Women in Classical Antiquity. New York: Schocken Books, 1995 p. 60-62
"Gorgo and Spartan Women". Web.archive.org. 2009-10-27. Archived from the original on 2009-10-27. Retrieved 2011-08-10.
Helena Schrader (2010-07-11). "Sparta Reconsidered—Spartan Women". Elysiumgates.com. Retrieved 2011-08-10.
Plutarch 2004, p. 457
Mueller:Dorians II, 192
Žižek, Slavoj. "The True Hollywood Left". www.lacan.com.
The Making of Israeli Militarism, By Uri Ben-Eliezer, Indiana University Press, 1998, page 63
Land and Power: The Zionist Resort to Force, 1881-1948, By Anita Shapira, Stanford University Press 1999, 300
"Professor Ben Kiernan, ''Hitler, Pol Pot, and Hutu Power: Distinguishing Themes of Genocidal Ideology'', Holocaust and the United Nations Discussion Paper". Un.org. Retrieved 2011-08-10.
Webster Dictionary Davies, Norman (1997) [1996]. Europe: a History. Random House. ISBN 0712666338.
Adcock, F.E. (1957), The Greek and Macedonian Art of War, Berkeley: University of California Press, ISBN 0-520-00005-6
Autenrieth, Georg (1891). A Homeric Dictionary for Schools and Colleges. New York: Harper and Brothers.
Bradford, Ernle (2004), Thermopylae: The Battle for the West, New York: Da Capo Press, ISBN 0-306-81360-2
Buxton, Richard (1999), From Myth to Reason?: Studies in the Development of Greek Thought, Oxford: Clarendon Press, ISBN 0-7534-5110-7
Cartledge, Paul (2002), Sparta and Lakonia: A Regional History 1300 to 362 BC (2 ed.), Oxford: Routledge, ISBN 0-415-26276-3
Cartledge, Paul (2001), Spartan Reflections, London: Duckworth, ISBN 0-7156-2966-2
Cartledge, Paul. "What have the Spartans Done for us?: Sparta's Contribution to Western Civilization", Greece & Rome, Vol. 51, Issue 2 (2004), pp. 164–179.
Cartledge, Paul; Spawforth, Antony (2001), Hellenistic and Roman Sparta (2 ed.), Oxford: Routledge, ISBN 0-415-26277-1
Ehrenberg, Victor (1973), From Solon to Socrates: Greek History and Civilisation between the 6th and 5th centuries BC (2 ed.), London: Routledge, ISBN 0-415-04024-8
Forrest, W.G. (1968), A History of Sparta, 950–192 B.C., New York: W. W. Norton & Co.
Green, Peter (1998), The Greco-Persian Wars (2 ed.), Berkeley: University of California Press, ISBN 0-520-20313-5
http://www.britannica.com/
Liddell, Henry George; Scott, Robert (1940). Jones, Henry Stuart, ed. A Greek-English Lexicon. Oxford: Clarendon Press..
Morris, Ian (1992), Death-Ritual and Social Structure in Classical Antiquity, Cambridge: Cambridge University Press, ISBN 0-521-37611-4
Pomeroy, Sarah B. (2002), Spartan Women, Oxford: Oxford University Press, ISBN 978-0-19-513067-6
Powell, Anton (2001), Athens and Sparta: Constructing Greek Political and Social History from 478 BC (2 ed.), London: Routledge, ISBN 0-415-26280-1
Pausanias (1918). Description of Greece. with an English Translation by W.H.S. Jones, Litt.D., and H.A. Ormerod, M.A., in 4 Volumes. Cambridge, MA; London.
Plutarch (1874), Plutarch's Morals, Plutarch, Translated from the Greek by several hands. Corrected and revised by. William W. Goodwin, PH. D., Boston, Cambridge
Plutarch (1891), Bernardakis, Gregorius N., ed., Moralia, Plutarch (in Greek), Leipzig: Teubner
Plutarch (2005), Richard J.A. Talbert, ed., On Sparta (2 ed.), London: Penguin Books, ISBN 0-14-044943-4
http://www.ancientmilitary.com/
Plutarch (2004), Frank Cole Babbitt, ed., Moralia Vol. III, Loeb Classical Library, Cambridge: Harvard University Press, ISBN 0-674-99270-9
http://hellas.teipir.gr
Thompson, F. Hugh (2002), The Archaeology of Greek and Roman Slavery, London: Duckworth, ISBN 0-7156-3195-0
http://www.wikipedia.org/
Thucydides (1974), M.I. Finley, Rex Warner, ed., History of the Peloponnesian War, London: Penguin Books, ISBN 0-14-044039-9
West, M.L. (1999), Greek Lyric Poetry, Oxford: Oxford University Press, ISBN 978-0-19-954039-6

Chisholm, Hugh, ed. (1911). Encyclopædia Britannica (11th ed.). Cambridge University Press.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΙΑΜΑΤΙΚΩΝ ΛΟΥΤΡΩΝ ΚΑΙ Η ΜΕΤΕΞΕΛΙΞΗ ΤΟΥΣ ΣΕ SPA

Τα νερά των φυσικών ή ιαματικών πηγών είναι νερά, που πηγάζουν μέσα από πετρώματα και βράχους που βγαίνουν από τα έγκατα της γης. Είναι εμπλ...