Ο Βαβρίας ή Βάβριος ήταν συγγραφέας έμμετρων μύθων που άκμασε περί το 200 μ.Χ. και έγραψε στην ελληνική γλώσσα.
Ελάχιστα πράγματα γνωρίζουμε για τον ίδιο τον Βαβρία. Δεν είναι γνωστό αν ήταν Ρωμαίος ή Έλληνας. Πιθανολογείται από μερικούς ότι κατοικούσε στη Συρία. Μάλλον ήταν εξελληνισμένος Ρωμαίος, όπως διαφαίνεται από τον τύπο του ονόματος και τη λατινικής δομής στιχουργική του. Αποσπάσματα μύθων του πρωτοαναφέρονται σε κείμενα του 3ου αιώνα μ.Χ.. Στους ίδιους τους μύθους δεν υπάρχουν χρονολογικές ενδείξεις.
Ο Αίσωπος ήταν αρχαίος Έλληνας μυθοποιός και μυθογράφος. Θεωρείται ιδρυτής του λογοτεχνικού είδους που σήμερα ονομάζεται παραβολή ή αλληγορία. Για τη ζωή του δεν υπάρχουν ακριβείς και συγκεκριμένες πληροφορίες, από πολλούς μάλιστα αμφισβητείται ακόμη και η ύπαρξή του.
Είναι ο διασημότερος από τους αρχαίους μυθοποιούς, αναμφισβήτητος πατέρας του αρχαίου μύθου. Θεωρείται επίσης ο κορυφαίος της λεγόμενης διδακτικής μυθολογίας. Δεν έγραψε κανέναν από τους μύθους αλλά τους διηγόταν προφορικά.
Πρωταγωνιστές στους μύθους του Αισώπου είναι, κατά το πλείστον, ορισμένα ζώα, όπως η αλεπού, ο λύκος, το λιοντάρι, το ελάφι κ.ά. Κυρίως είναι διάλογοι μεταξύ ζώων που μιλούν κι ενεργούν σαν άνθρωποι, ενώ υπάρχουν και μερικοί με ανθρώπους ή θεούς. Πρόκειται για μικρά οικιακά αφηγήματα, διατυπωμένα με μεγάλη συντομία. Ο χαρακτήρας τους είναι ηθικοδιδακτικός, συμβολικός κι αλληγορικός. Οι Μύθοι αυτοί έχουν ιδιαίτερη χάρη, θαυμαστή απλότητα κι άφταστη διδακτικότητα. Είναι παρμένοι από τη καθημερινή ζωή και τη φύση. Είχε τη μοναδική ικανότητα να δίνει στα ζώα ανθρώπινες ιδιότητες, ψυχή και λαλιά, σε τέτοιο βαθμό που να θεωρείς ότι οι μύθοι του ήταν κάποτε η πραγματικότητα και όλα αυτά που διηγείται έχουν συμβεί. Βασικό χαρακτηριστικό των διηγήσεών του ήταν το επιμύθιο το οποίο ήταν εύληπτο για τα παιδιά και το λαό.
Οι Αισώπειοι Μύθοι γράφτηκαν σε πεζό λόγο. Ως γνωστό, μέχρι τότε, μόνον ο έμμετρος λόγος, η ποίηση, θεωρούνταν το μοναδικό εκφραστικό είδος για τους συγγραφείς. Συνεπώς μπορεί να θεωρηθεί κι ως πρωτοπόρος στο είδος του. Ιδεολογία τους είναι η αποδοκιμασία του κακού στις πιο αντιπροσωπευτικές μορφές του: της βίας, της απάτης, της αυθαιρεσίας, της προδοσίας, της ματαιοδοξίας, της αλαζονείας, της ψευδολογίας, της πλεονεξίας, της πονηριάς. Η αποδοκιμασία επιχειρείται άλλοτε με αναφορά στη Θεία δίκη, άλλοτε με πειστικές υποδείξεις, πιο συχνά όμως με τη διαπίστωση του παραλογισμού του κακού, με τη γελοιοποίηση του καθώς και με τη φιλοσοφική ενατένιση της ζωής.
Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, ο Αίσωπος ήταν πολύ γνωστός «λογοποιός». Εκτός από τους μύθους γνώριζε και διηγούνταν πολλά αστεία κι ανέκδοτα. 'Άλλοι υποστηρίζουν ότι δε δημιούργησε μύθους αλλά τους συγκέντρωσε, τους συμπλήρωσε και τους τελειοποίησε. Αυτοί προέρχονταν είτε από τους αρχαιότερους Έλληνες είτε από άλλους λαούς, όπως οι Φρύγες. Δεν αποκλείεται βέβαια να επινόησε κι ο ίδιος μερικούς απ' αυτούς. Πάντως, τους χρησιμοποίησε πολύ στη ζωή του, με τόση δεξιότητα κι επιτυχία, ώστε να συνδεθεί τελικά το όνομά του μ' αυτούς.
Λέγεται πως διηγόταν τους μύθους του αυτούς όχι μόνο στη διάρκεια της ζωής του αλλά και με σκοπό να υποστηρίξει την αθωότητά του στο δικαστήριο. Μέσα τους διακρίνεται το ευρύ, παρατηρητικό του πνεύμα κι η ικανότητά του να διδάσκει με μικρές, απλές ιστορίες, που πάντα έχουν στο τέλος κάποιο ηθικό δίδαγμα. Συνήθιζε με την παρατηρητικότητα και τη βαθιά σοφία του να πλάθει τέτοιες ιστορίες και να τις λέει γύρω του. Με τον καιρό απέκτησε μεγάλη φήμη κι όλοι έτρεχαν κοντά του για να ακούσουν κάποιο μύθο του σχετικά με κάποιο πρόβλημα τους. Σιγά σιγά οι μύθοι του άρχισαν να μεταδίδονται από στόμα σε στόμα μεταξύ των ανθρώπων, μέχρι την ελληνιστική εποχή οπότε συγκεντρώθηκαν για πρώτη φορά.
Ο Βάβριος θεωρούσε τον εαυτό του δημιουργό νέου λογοτεχνικού είδους — φαίνεται πως αγνοούσε την ύπαρξη του Φαίδρου, ο οποίος εκατό και πλέον χρόνια νωρίτερα είχε μεταφέρει σε ιαμβικό στίχο μερικούς μύθους του Αισώπου, αλλά στη λατινική γλώσσα, πράγμα που αγνοούσαν οι Έλληνες. Στον δεύτερο πρόλογο της συλλογής του ο Βαβρίας, αφού τονίζει ότι ο Αίσωπος ήταν ο πρώτος συγγραφέας μύθων, γράφει: «και εγώ δίνω στη Μούσα τον νέο μυθίαμβο». Βέβαια και ο Σωκράτης (βλ. Φαίδων 61 Β), όταν βρισκόταν στη φυλακή, είχε μεταφέρει σε στίχους μύθους του Αισώπου, δύο στίχους του μάλιστα παραθέτει ο Διογένης ο Λαέρτιος. Αλλά ο Βάβριος είναι ο γνωστότερος και συστηματικότερος μεταπλάστης των μύθων αυτών σε έμμετρη ελληνική γλώσσα, καθώς η σχετική συλλογή που φέρεται ότι έγραψε ο Δημήτριος ο Φαληρέας χάθηκε.
Στους στίχους του, ο Βαβρίας χρησιμοποιεί το ιαμβικό τρίμετρο, αλλά στον τελευταίο «πόδα» θέτει «σπονδείον» αντί για ίαμβο, οπότε το μέτρο ονομάζεται και χωλίαμβος, μέτρο που είχαν χρησιμοποιήσει οι προγενέστεροι Ιππώναξ και Καλλίμαχος. Είναι μέτρο που αρμόζει στη διήγηση, και για τον λόγο αυτό καταλληλότατο για το λογοτεχνικό είδος στο οποίο επιδόθηκε ο Βαβρίας. Οι στίχοι του έχουν ωραίο ύφος που ανακλά θαυμάσια την απλότητα της καθημερινής ομιλίας. Ο κάθε μύθος του έχει το πολύ 30 στίχους, εκτός από τον «Λιοντάρι, αλεπού και ελάφι», που είναι πολύ εκτενέστερος.
Εκδόσεις
Ελάχιστα πράγματα γνωρίζουμε για τον ίδιο τον Βαβρία. Δεν είναι γνωστό αν ήταν Ρωμαίος ή Έλληνας. Πιθανολογείται από μερικούς ότι κατοικούσε στη Συρία. Μάλλον ήταν εξελληνισμένος Ρωμαίος, όπως διαφαίνεται από τον τύπο του ονόματος και τη λατινικής δομής στιχουργική του. Αποσπάσματα μύθων του πρωτοαναφέρονται σε κείμενα του 3ου αιώνα μ.Χ.. Στους ίδιους τους μύθους δεν υπάρχουν χρονολογικές ενδείξεις.
Ο Αίσωπος ήταν αρχαίος Έλληνας μυθοποιός και μυθογράφος. Θεωρείται ιδρυτής του λογοτεχνικού είδους που σήμερα ονομάζεται παραβολή ή αλληγορία. Για τη ζωή του δεν υπάρχουν ακριβείς και συγκεκριμένες πληροφορίες, από πολλούς μάλιστα αμφισβητείται ακόμη και η ύπαρξή του.
Είναι ο διασημότερος από τους αρχαίους μυθοποιούς, αναμφισβήτητος πατέρας του αρχαίου μύθου. Θεωρείται επίσης ο κορυφαίος της λεγόμενης διδακτικής μυθολογίας. Δεν έγραψε κανέναν από τους μύθους αλλά τους διηγόταν προφορικά.
Πρωταγωνιστές στους μύθους του Αισώπου είναι, κατά το πλείστον, ορισμένα ζώα, όπως η αλεπού, ο λύκος, το λιοντάρι, το ελάφι κ.ά. Κυρίως είναι διάλογοι μεταξύ ζώων που μιλούν κι ενεργούν σαν άνθρωποι, ενώ υπάρχουν και μερικοί με ανθρώπους ή θεούς. Πρόκειται για μικρά οικιακά αφηγήματα, διατυπωμένα με μεγάλη συντομία. Ο χαρακτήρας τους είναι ηθικοδιδακτικός, συμβολικός κι αλληγορικός. Οι Μύθοι αυτοί έχουν ιδιαίτερη χάρη, θαυμαστή απλότητα κι άφταστη διδακτικότητα. Είναι παρμένοι από τη καθημερινή ζωή και τη φύση. Είχε τη μοναδική ικανότητα να δίνει στα ζώα ανθρώπινες ιδιότητες, ψυχή και λαλιά, σε τέτοιο βαθμό που να θεωρείς ότι οι μύθοι του ήταν κάποτε η πραγματικότητα και όλα αυτά που διηγείται έχουν συμβεί. Βασικό χαρακτηριστικό των διηγήσεών του ήταν το επιμύθιο το οποίο ήταν εύληπτο για τα παιδιά και το λαό.
Οι Αισώπειοι Μύθοι γράφτηκαν σε πεζό λόγο. Ως γνωστό, μέχρι τότε, μόνον ο έμμετρος λόγος, η ποίηση, θεωρούνταν το μοναδικό εκφραστικό είδος για τους συγγραφείς. Συνεπώς μπορεί να θεωρηθεί κι ως πρωτοπόρος στο είδος του. Ιδεολογία τους είναι η αποδοκιμασία του κακού στις πιο αντιπροσωπευτικές μορφές του: της βίας, της απάτης, της αυθαιρεσίας, της προδοσίας, της ματαιοδοξίας, της αλαζονείας, της ψευδολογίας, της πλεονεξίας, της πονηριάς. Η αποδοκιμασία επιχειρείται άλλοτε με αναφορά στη Θεία δίκη, άλλοτε με πειστικές υποδείξεις, πιο συχνά όμως με τη διαπίστωση του παραλογισμού του κακού, με τη γελοιοποίηση του καθώς και με τη φιλοσοφική ενατένιση της ζωής.
Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, ο Αίσωπος ήταν πολύ γνωστός «λογοποιός». Εκτός από τους μύθους γνώριζε και διηγούνταν πολλά αστεία κι ανέκδοτα. 'Άλλοι υποστηρίζουν ότι δε δημιούργησε μύθους αλλά τους συγκέντρωσε, τους συμπλήρωσε και τους τελειοποίησε. Αυτοί προέρχονταν είτε από τους αρχαιότερους Έλληνες είτε από άλλους λαούς, όπως οι Φρύγες. Δεν αποκλείεται βέβαια να επινόησε κι ο ίδιος μερικούς απ' αυτούς. Πάντως, τους χρησιμοποίησε πολύ στη ζωή του, με τόση δεξιότητα κι επιτυχία, ώστε να συνδεθεί τελικά το όνομά του μ' αυτούς.
Λέγεται πως διηγόταν τους μύθους του αυτούς όχι μόνο στη διάρκεια της ζωής του αλλά και με σκοπό να υποστηρίξει την αθωότητά του στο δικαστήριο. Μέσα τους διακρίνεται το ευρύ, παρατηρητικό του πνεύμα κι η ικανότητά του να διδάσκει με μικρές, απλές ιστορίες, που πάντα έχουν στο τέλος κάποιο ηθικό δίδαγμα. Συνήθιζε με την παρατηρητικότητα και τη βαθιά σοφία του να πλάθει τέτοιες ιστορίες και να τις λέει γύρω του. Με τον καιρό απέκτησε μεγάλη φήμη κι όλοι έτρεχαν κοντά του για να ακούσουν κάποιο μύθο του σχετικά με κάποιο πρόβλημα τους. Σιγά σιγά οι μύθοι του άρχισαν να μεταδίδονται από στόμα σε στόμα μεταξύ των ανθρώπων, μέχρι την ελληνιστική εποχή οπότε συγκεντρώθηκαν για πρώτη φορά.
Επιλογή μύθων του Αισώπου σε πεζό λόγο εξέδωσε ο Δημήτριος ο Φαληρεύς στα τέλη του 4ου αιώνα π.Χ. Η συλλογή αυτή δε σώζεται και μόνο ποιητικές επεξεργασίες του Βαβρίου στα ελληνικά, του Φαίδρου στα λατινικά κι άλλων, διέσωσαν το υλικό της επιτομής εκείνης. Όλες οι σωζόμενες σήμερα συλλογές είναι πολύ μεταγενέστερες και προέρχονται από τον 1ο ή 2ο αιώνα κι έπειτα. Οι μύθοι του έχουν συγκεντρωθεί σε «Συλλογή Αισώπειων Μύθων».
Πρώτη φορά εκτυπώθηκαν στο Μιλάνο το 1479 μ.Χ., στην Βενετία το 1525 και 1543 από την οικογένεια τυπογράφων Damiano di Santa Maria ενώ ακολούθησε μία έκδοση στο Παρίσι το 1547. Ο Κοραής τους τύπωσε το 1810 στο Παρίσι κι ακολούθησε κριτική έκδοση το 1852 στη Λειψία από τον Χαλμ. Έκτοτε πολλές εκδόσεις παρουσιάστηκαν κι οι Μύθοι πιστεύεται πως έχουν διαβαστεί παγκοσμίως σχεδόν όσο κι η Βίβλος. Η πιο πρόσφατη έκδοση τους έγινε από τον βρετανικό εκδοτικό οίκο Penguin (1997) σε 50.000 αντίτυπα. Η απόδοση τους στη νέα ελληνική γλώσσα έγινε από τους Ανδρόνικο Νούκιο και Γεώργιο Αιτωλό, που έζησαν τον 16ο αιώνα.
Υπό το όνομα του Αισώπου υπάρχει ένα επίγραμμα στην Παλατινή Ανθολογία (Χ 123).
Οι μύθοι του Βαβρία φαίνεται ότι μεταφράσθηκαν στη συριακή γλώσσα από τον Συντίπα. Λέγεται ότι από τη συριακή αυτή εκδοχή τους ξαναμετάφρασε στην ελληνική ο αυτοαποκαλούμενος «των γραμματικών έσχατος» Μιχαήλ Ανδρεόπουλος στα τέλη του 11ου αιώνα. Πιο πριν (9ος αι.) ο γραμματικός και ποιητής Ιγνάτιος ο διάκονος είχε παραφράσει 53 μυθιάμβους του Βαβρία σε τετράστιχα, και από την παράφραση αυτή μάλλον μεταδόθηκαν στη νεότερη Ευρώπη οι μύθοι του Αισώπου. Κατά τη βυζαντινή εποχή οι μύθοι του Βαβρία δίνονταν στα παιδιά γραμμένοι σε πινακίδια αλειμμένα με κερί ως ηθικοπλαστικό ανάγνωσμα. Ο λόγιος Μάξιμος Πλανούδης (περ. 1300 μ.Χ.) τους είχε αναλύσει σε πεζό λόγο. Μετά, περιέπεσαν σε αφάνεια.
Στη νεότερη εποχή, πρώτος ο Knoch (1835) συγκέντρωσε όσα χειρόγραφα μυθιάμβων υπήρχαν στις βιβλιοθήκες Βατικανού, Φλωρεντίας και Οξφόρδης, και εξέδωσε συλλογή με 20 μύθους και 59 αποσπάσματα. Το 1843 ο Έλληνας Μηνάς Μινωίδης ανακάλυψε σε κώδικα του Αγίου Όρους 123 μύθους του Βαβρία σε αλφαβητική σειρά των αρχικών λέξεων μέχρι περίπου τη μέση του «Ο». Αναλυτικότερα:
Το 1840 ο Γάλλος φιλόλογος και υπουργός παιδείας Α. Βιλμάν ανέθεσε στον Μινωίδη (που ζούσε στο Παρίσι) να πάει στην Ελλάδα και να ερευνήσει για να βρει παλαιά χειρόγραφα. Στο Άγιο Όρος ο Μινωίδης ανακάλυψε πράγματι το παραπάνω χειρόγραφο του 10ου αιώνα σε περγαμηνή. Καθώς δεν μπορούσε να το αποκτήσει, το αντέγραψε και έφερε το κείμενο στο Παρίσι. Σε αυτό βασίσθηκε η έκδοση του J.F. Boissonade (1844-1848). Σε δεύτερο ταξίδι στην Ελλάδα, ο Μινωίδης κατόρθωσε να αποσπάσει το χειρόγραφο, επειδή όμως η Βασιλική Βιβλιοθήκη των Παρισίων αρνήθηκε να το αγοράσει στην τιμή που ζητούσε, το πούλησε στο Βρετανικό Μουσείο, όπου και φυλάσσεται σήμερα.
Μετά τους 123 αυτούς μύθους του Βαβρία, βρέθηκαν άλλοι 12 σε κώδικα του Βατικανού, ακόμα 4 από κηροπίνακες της Παλμύρας και από 1 από τον ψευδο-Δωσίθεο και τον Natalis Comes. Εκτός από αυτούς σώζονται και παραφράσεις σε πεζό λόγο, όπου όμως διακρίνεται η δομή σε στίχους, π.χ. αυτή της Οξφόρδης (Paraphrasis Bodleina) χρησιμεύει για έλεγχο των χειρογράφων. Από τις μεταγενέστερες εκδόσεις ξεχωρίζει η κριτική του O. Crusius (Teubner, Λειψία 1896) με σημαντικά προλεγόμενα.
Σύμφωνα με το Λεξικό της Σούδας ο Βαβρίας συνέγραψε δέκα βιβλία με μυθιάμβους (μύθους γραμμένους σε ιαμβικό μέτρο). Το έργο του γενικώς είναι συλλογή από ποιητικούς μύθους, που στην πλειονότητά τους έχουν αντληθεί από αρχαίες συλλογές Αισώπειων μύθων σε πεζό λόγο. Σε αυτούς, ο Βαβρίας έχει προσθέσει και μερικούς δικής του εμπνεύσεως ή δανεισμένους από άλλες πηγές (Ηρόδοτος, Ξενοφών). Το περιεχόμενο των μύθων είναι σαφώς διδακτικό και ηθοπλαστικό, αλλά τα ρητά-«ηθικά διδάγματα» με τα οποία τελειώνει ο κάθε μύθος (άλλοτε πεζά, άλλοτε έμμετρα) μάλλον είναι μεταγενέστερες προσθήκες.Πρώτη φορά εκτυπώθηκαν στο Μιλάνο το 1479 μ.Χ., στην Βενετία το 1525 και 1543 από την οικογένεια τυπογράφων Damiano di Santa Maria ενώ ακολούθησε μία έκδοση στο Παρίσι το 1547. Ο Κοραής τους τύπωσε το 1810 στο Παρίσι κι ακολούθησε κριτική έκδοση το 1852 στη Λειψία από τον Χαλμ. Έκτοτε πολλές εκδόσεις παρουσιάστηκαν κι οι Μύθοι πιστεύεται πως έχουν διαβαστεί παγκοσμίως σχεδόν όσο κι η Βίβλος. Η πιο πρόσφατη έκδοση τους έγινε από τον βρετανικό εκδοτικό οίκο Penguin (1997) σε 50.000 αντίτυπα. Η απόδοση τους στη νέα ελληνική γλώσσα έγινε από τους Ανδρόνικο Νούκιο και Γεώργιο Αιτωλό, που έζησαν τον 16ο αιώνα.
Υπό το όνομα του Αισώπου υπάρχει ένα επίγραμμα στην Παλατινή Ανθολογία (Χ 123).
Οι μύθοι του Βαβρία φαίνεται ότι μεταφράσθηκαν στη συριακή γλώσσα από τον Συντίπα. Λέγεται ότι από τη συριακή αυτή εκδοχή τους ξαναμετάφρασε στην ελληνική ο αυτοαποκαλούμενος «των γραμματικών έσχατος» Μιχαήλ Ανδρεόπουλος στα τέλη του 11ου αιώνα. Πιο πριν (9ος αι.) ο γραμματικός και ποιητής Ιγνάτιος ο διάκονος είχε παραφράσει 53 μυθιάμβους του Βαβρία σε τετράστιχα, και από την παράφραση αυτή μάλλον μεταδόθηκαν στη νεότερη Ευρώπη οι μύθοι του Αισώπου. Κατά τη βυζαντινή εποχή οι μύθοι του Βαβρία δίνονταν στα παιδιά γραμμένοι σε πινακίδια αλειμμένα με κερί ως ηθικοπλαστικό ανάγνωσμα. Ο λόγιος Μάξιμος Πλανούδης (περ. 1300 μ.Χ.) τους είχε αναλύσει σε πεζό λόγο. Μετά, περιέπεσαν σε αφάνεια.
Στη νεότερη εποχή, πρώτος ο Knoch (1835) συγκέντρωσε όσα χειρόγραφα μυθιάμβων υπήρχαν στις βιβλιοθήκες Βατικανού, Φλωρεντίας και Οξφόρδης, και εξέδωσε συλλογή με 20 μύθους και 59 αποσπάσματα. Το 1843 ο Έλληνας Μηνάς Μινωίδης ανακάλυψε σε κώδικα του Αγίου Όρους 123 μύθους του Βαβρία σε αλφαβητική σειρά των αρχικών λέξεων μέχρι περίπου τη μέση του «Ο». Αναλυτικότερα:
Το 1840 ο Γάλλος φιλόλογος και υπουργός παιδείας Α. Βιλμάν ανέθεσε στον Μινωίδη (που ζούσε στο Παρίσι) να πάει στην Ελλάδα και να ερευνήσει για να βρει παλαιά χειρόγραφα. Στο Άγιο Όρος ο Μινωίδης ανακάλυψε πράγματι το παραπάνω χειρόγραφο του 10ου αιώνα σε περγαμηνή. Καθώς δεν μπορούσε να το αποκτήσει, το αντέγραψε και έφερε το κείμενο στο Παρίσι. Σε αυτό βασίσθηκε η έκδοση του J.F. Boissonade (1844-1848). Σε δεύτερο ταξίδι στην Ελλάδα, ο Μινωίδης κατόρθωσε να αποσπάσει το χειρόγραφο, επειδή όμως η Βασιλική Βιβλιοθήκη των Παρισίων αρνήθηκε να το αγοράσει στην τιμή που ζητούσε, το πούλησε στο Βρετανικό Μουσείο, όπου και φυλάσσεται σήμερα.
Μετά τους 123 αυτούς μύθους του Βαβρία, βρέθηκαν άλλοι 12 σε κώδικα του Βατικανού, ακόμα 4 από κηροπίνακες της Παλμύρας και από 1 από τον ψευδο-Δωσίθεο και τον Natalis Comes. Εκτός από αυτούς σώζονται και παραφράσεις σε πεζό λόγο, όπου όμως διακρίνεται η δομή σε στίχους, π.χ. αυτή της Οξφόρδης (Paraphrasis Bodleina) χρησιμεύει για έλεγχο των χειρογράφων. Από τις μεταγενέστερες εκδόσεις ξεχωρίζει η κριτική του O. Crusius (Teubner, Λειψία 1896) με σημαντικά προλεγόμενα.
Ο Βάβριος θεωρούσε τον εαυτό του δημιουργό νέου λογοτεχνικού είδους — φαίνεται πως αγνοούσε την ύπαρξη του Φαίδρου, ο οποίος εκατό και πλέον χρόνια νωρίτερα είχε μεταφέρει σε ιαμβικό στίχο μερικούς μύθους του Αισώπου, αλλά στη λατινική γλώσσα, πράγμα που αγνοούσαν οι Έλληνες. Στον δεύτερο πρόλογο της συλλογής του ο Βαβρίας, αφού τονίζει ότι ο Αίσωπος ήταν ο πρώτος συγγραφέας μύθων, γράφει: «και εγώ δίνω στη Μούσα τον νέο μυθίαμβο». Βέβαια και ο Σωκράτης (βλ. Φαίδων 61 Β), όταν βρισκόταν στη φυλακή, είχε μεταφέρει σε στίχους μύθους του Αισώπου, δύο στίχους του μάλιστα παραθέτει ο Διογένης ο Λαέρτιος. Αλλά ο Βάβριος είναι ο γνωστότερος και συστηματικότερος μεταπλάστης των μύθων αυτών σε έμμετρη ελληνική γλώσσα, καθώς η σχετική συλλογή που φέρεται ότι έγραψε ο Δημήτριος ο Φαληρέας χάθηκε.
Στους στίχους του, ο Βαβρίας χρησιμοποιεί το ιαμβικό τρίμετρο, αλλά στον τελευταίο «πόδα» θέτει «σπονδείον» αντί για ίαμβο, οπότε το μέτρο ονομάζεται και χωλίαμβος, μέτρο που είχαν χρησιμοποιήσει οι προγενέστεροι Ιππώναξ και Καλλίμαχος. Είναι μέτρο που αρμόζει στη διήγηση, και για τον λόγο αυτό καταλληλότατο για το λογοτεχνικό είδος στο οποίο επιδόθηκε ο Βαβρίας. Οι στίχοι του έχουν ωραίο ύφος που ανακλά θαυμάσια την απλότητα της καθημερινής ομιλίας. Ο κάθε μύθος του έχει το πολύ 30 στίχους, εκτός από τον «Λιοντάρι, αλεπού και ελάφι», που είναι πολύ εκτενέστερος.
Κατὰ τὴν ἔκδοσιν τοῦ Émile Chambry
Aesopi fabulae, 2 vol., Paris, Les Belles Lettres, 1925-1926
Aesopi fabulae, 2 vol., Paris, Les Belles Lettres, 1925-1926
Α' – Ἀγαθὰ καὶ κακά
Β' – Ἀγαλματοπώλης
Γ' – Ἀετὸς καὶ ἀλώπηξ
Δ' – Ἀετὸς καὶ κάνθαρος
Ε' – Ἀετὸς καὶ κολοιὸς καὶ ποιμήν
ΣΤ' – Ἀετὸς τὰ πτερὰ τιλθείς καὶ ἀλώπηξ
Ζ' – Ἀετὸς τοξευθείς
Η' – Ἀηδὼν καὶ ἱέραξ
Θ' – Ἀηδὼν καὶ χελιδών
Ι' – Ἀθηναῖος χρεωφειλέτης
ΙΑ' – Αἰθίοψ
ΙΒ' – Αἴλουρος καὶ ἀλεκτρυών
ΙΓ' – Αἴλουρος καὶ μύες
ΙΔ' – Αἴλουρος καὶ ὄρνιθες
ΙΕ' – Αἴξ καὶ αἰγοβοσκός
ΙΣΤ' – Αἶξ καὶ ὄνος
ΙΖ' – Αἰπόλος καὶ αἶγες ἄγριαι
ΙΗ' – Αἰσχρὰ δούλη καὶ Ἀφροδίτη
ΙΘ' – Αἴσωπος ἐν ναυπηγίῳ
Κ' – Ἀλέκτορες δύο καὶ ἀετός
ΚΑ' – Ἀλεκτρυόνες καὶ πέρδιξ
ΚΒ' – Ἁλιεῖς καὶ θύννος
ΚΓ' – Ἁλιεῖς λίθον ἀγρεύσαντες
ΚΔ' – Ἁλιεὺς αὐλῶν
ΚΕ' – Ἁλιεὺς καὶ ἰχθύες μεγάλοι καὶ βραχεῖς
ΚΣΤ' – Ἁλιεὺς καὶ σμαρίς
ΚΖ' – Ἁλιεὺς ὕδωρ τύπτων
ΚΗ' – Ἁλκύων
ΚΘ' – Ἀλώπεκες ἐπὶ τῷ Μαιάνδρῳ
Λ' – Ἀλώπηξ ἐξογκωθεῖσα τὴν γαστέρα
ΛΑ' – Ἀλώπηξ καὶ βάτος
ΛΒ' – Ἀλώπηξ καὶ βότρυς
ΛΓ' – Ἀλώπηξ καὶ δράκων
ΛΔ' – Ἀλώπηξ καὶ δρυτόμος
ΛΕ' – Ἀλώπηξ καὶ κροκόδειλος
ΛΣΤ' – Ἀλώπηξ καὶ κύων
ΛΖ' – Ἀλώπηξ καὶ πάρδαλις
ΛΗ' – Ἀλώπηξ καὶ πίθηκος βασιλεὺς αἱρεθείς
ΛΘ' – Ἀλώπηξ καὶ πίθηκος περὶ εὐγενείας ἐρίζοντες
Μ' – Ἀλώπηξ καὶ τράγος
ΜΑ' – Ἀλώπηξ κόλουρος
ΜΒ' – Ἀλώπηξ μηδέποτε θεασαμένη λέοντα
ΜΓ' – Ἀλώπηξ πρὸς μορμολύκειον
ΜΔ' – Ἄνδρες δύο περὶ θεῶν ἐρίζοντες
ΜΕ' – Ἀνδροφόνος
ΜΣΤ' – Ἀνὴρ ἀδύνατα ἐπαγγελλόμενος
ΜΖ' – Ἀνὴρ δειλὸς καὶ κόρακες
ΜΗ' – Ἀνὴρ δηχθεὶς ὑπὸ μύρμηκος καὶ Ἑρμῆς
ΜΘ' – Ἀνὴρ καὶ γυνὴ ἀργαλέα
Ν' – Ἀνὴρ κακοπράγμων
ΝΑ' – Ἀνὴρ ἔχιν ἀνελόμενος
ΝΒ' – Ἀνὴρ μεσοπόλιος καὶ ἑταῖραι
ΝΓ' – Ἀνὴρ ναυαγός
ΝΔ' – Ἀνὴρ πηρός
ΝΕ' – Ἀνὴρ φέναξ
ΝΣΤ' – Ἀνθρακεὺς καὶ γναφεύς
ΝΖ' – Ἄνθρωποι καὶ Ζεὺς
ΝΗ' – Ἄνθρωπος καὶ ἀλώπηξ
ΝΘ' – Ἄνθρωπος καὶ λέων συνοδεύοντες
Ξ' – Ἄνθρωπος καὶ σάτυρος
ΞΑ' – Ἄνθρωπος καταθραύσας ἄγαλμα
ΞΒ' – Ἄνθρωπος λέοντα χρυσοῦν εὑρών
ΞΓ' – Ἄρκτος καὶ ἀλώπηξ
ΞΔ' – Ἀρότης καὶ λύκος
ΞΕ' – Ἀστρολόγος
ΞΣΤ' – Βάτραχοι αἰτοῦντες βασιλέα
ΞΖ' – Βάτραχοι γείτονες
ΞΗ' – Βάτραχοι ἐν λίμνῃ
ΞΘ' – Βάτραχος ἰατρός καὶ ἀλώπηξ
Ο' – Βόες καὶ ἄξων
ΟΑ' – Βόες τρεῖς καὶ λέων
ΟΒ' – Βοηλάτης καὶ Ἡρακλῆς
ΟΓ' – Βουκόλος καὶ λέων
ΟΔ' – Βορέας καὶ Ἥλιος
ΟΕ' – Βωταλὶς καὶ νυκτερίς
ΟΣΤ' – Γαλῆ καὶ Ἀφροδίτη
ΟΖ' – Γαλῆ καὶ ῥίνη
ΟΗ' – Γέρων καὶ θάνατος
ΟΘ' – Γεωργὸς καὶ ἀετός
Π' – Γεωργὸς καὶ κύνες
ΠΑ' – Γεωργὸς καὶ ὄφις τὸν παῖδα αὐτοῦ ἀποκτείνας
ΠΒ' – Γεωργὸς καὶ ὄφις ὑπὸ κρύους πεπηγώς
ΠΓ' – Γεωργὸς καὶ παῖδες αὐτοῦ
ΠΔ' – Γεωργὸς καὶ τύχη
ΠΕ' – Γεωργὸς καὶ φυτόν
ΠΣΤ' – Γεωργοῦ παῖδες στασιάζοντες
ΠΖ' – Γραῦς καὶ ἰατρός
ΠΗ' – Γυνὴ καὶ ἀνὴρ μέθυσος
ΠΘ' Γυνὴ καὶ θεράπαιναι
Ϟ' – Γυνὴ καὶ ὄρνις
ϞΑ' – Γυνὴ μάγος
ϞΒ' – Δάμαλις καὶ βοῦς
ϞΓ' – Δειλὸς κυνηγὸς καὶ δρυτόμος
ϞΔ' – Δέλφαξ καὶ πρόβατα
ϞΕ' – Δελφῖνες καὶ φάλαιναι καὶ κωβιός
ϞΣΤ – Δημάδης ὁ ῥήτωρ
ϞΖ' – Διογένης καὶ φαλακρός
ϞΗ' – Διογένης ὁδοιπορῶν
ϞΘ' – Δρύες καὶ Ζεὺς
Ρ' – Δρυτόμοι καὶ πεύκη
ΡΑ' – Ἐλάτη καὶ βάτος
ΡΒ' – Ἔλαφος ἐπὶ νάματος καὶ λέων
ΡΓ' – Ἔλαφος καὶ ἄμπελος
ΡΔ' – Ἔλαφος καὶ λέων ἐν σπηλαίῳ
ΡΕ' – Ἔλαφος πηρωθεῖσα
ΡΣΤ' – Ἔριφος ἐπὶ δώματος ἑστὼς καὶ λύκος
ΡΖ' – Ἔριφος καὶ λύκος αὐλῶν
ΡΗ' – Ἑρμῆς καὶ ἀγαλματοποιός
ΡΘ' – Ἑρμῆς καὶ γῆ
ΡΙ' – Ἑρμῆς καὶ Τειρεσίας
ΡΙΑ – Ἑρμῆς καὶ τεχνῖται
ΡΙΒ' – Ἑρμοῦ ἅμαξα καὶ Ἄραβες
ΡΙΓ' – Εὔνουχος καὶ ἱερεύς
ΡΙΔ' – Ἐχθροὶ δύο
ΡΙΕ' – Ἔχις καὶ ἀλώπηξ
ΡΙΣΤ' – Ἔχις καὶ ῥίνη
ΡΙΖ' – Ἔχις καὶ ὕδρος
ΡΙΗ' – Ζεὺς καὶ αἰσχύνη
ΡΙΘ' – Ζεὺς καὶ ἀλώπηξ
ΡΚ' – Ζεὺς καὶ ἄνθρωποι
ΡΚΑ' – Ζεὺς καὶ Ἀπόλλων
ΡΚΒ' – Ζεὺς καὶ ὄφις
ΡΚΓ' – Ζεὺς καὶ πίθος ἀγαθῶν
ΡΚΔ' – Ζεὺς καὶ Προμηθεὺς καὶ Ἀθηνᾶ καὶ Μῶμος
ΡΚΕ' – Ζεὺς καὶ χελώνη
ΡΚΣΤ' – Ζεὺς κριτής
ΡΚΖ' – Ἥλιος καὶ βάτραχοι
ΡΚΗ' – Ἡμίονος
ΡΚΘ' – Ἡρακλῆς καὶ Ἀθηνᾶ
ΡΛ' – Ἡρακλῆς καὶ Πλοῦτος
ΡΛΑ' – Ἥρως
ΡΛΒ' – Θύννος καὶ δελφίς
ΡΛΓ' – Ἰατρὸς ἄτεχνος
ΡΛΔ' – Ἰατρὸς καὶ νοσῶν
ΡΛΕ' – Ἰκτῖνος καὶ ὄφις
ΡΛΣΤ' – Ἰκτῖνος χρεμετίζων
ΡΛΖ' – Ἰξευτὴς καὶ ἀσπίς
ΡΛΗ' – Ἴππος γέρων
ΡΛΘ' – Ἴππος καὶ βοῦς καὶ κύων καὶ ἄνθρωπος
ΡΜ' – Ἴππος καὶ ἱπποκόμος
ΡΜΑ' – Ἴππος καὶ ὄνος
ΡΜΒ' – Ἴππος καὶ στρατιώτης
ΡΜΓ' – Κάλαμος καὶ ἐλαία
ΡΜΔ' – Κάμηλος ἀφοδεύσασα ἐν ποταμῷ
ΡΜΕ' – Κάμηλος καὶ ἐλέφας καὶ πίθηκος
ΡΜΣΤ' – Κάμηλος καὶ Ζεύς
ΡΜΖ' – Κάμηλος ὀρχουμένη
ΡΜΗ' – Κάμηλος τὸ πρῶτον ὀφθείς
ΡΜΘ' – Κάνθαροι δύο
ΡΝ' – Καρκῖνος καὶ ἀλώπηξ
ΡΝΑ' – Καρκῖνος καὶ μήτηρ
ΡΝΒ' – Καρύα
ΡΝΓ' – Κάστωρ
ΡΝΔ' – Κηπουρὸς ἀρδεύων λάχανα
ΡΝΕ' – Κηπουρὸς καὶ κύων
ΡΝΣΤ' – Κιθαρῳδός
ΡΝΖ' – Κίχλα
ΡΝΗ' – Κλέπται καὶ ἀλεκτρυών
ΡΝΘ' – Κοιλία καὶ πόδες
ΡΞ' – Κολοιὸς καὶ ἀλώπηξ
ΡΞΑ' – Κολοιὸς καὶ κόρακες
ΡΞΒ' – Κολοιὸς καὶ ὄρνεα
ΡΞΓ' – Κολοιὸς καὶ περιστεραί
ΡΞΔ' – Κολοιὸς φυγάς
ΡΞΕ' – Κόραξ καὶ ἀλώπηξ
ΡΞΣΤ' – Κόραξ καὶ Ἑρμῆς
ΡΞΖ' – Κόραξ καὶ ὄφις
ΡΞΗ' – Κόραξ νοσῶν
ΡΞΘ' – Κορυδαλός
ΡΟ' – Κορώνη καὶ κόραξ
ΡΟΑ' – Κορώνη καὶ κύων
ΡΟΒ' – Κοχλίαι
ΡΟΓ' – Κύκνος ἀντὶ χηνὸς ἀπαχθείς
ΡΟΔ' – Κύκνος καὶ δεσπότης
ΡΟΕ' – Κύνες δύο
ΡΟΣΤ' – Κύνες λιμώττουσαι
ΡΟΖ' – Κυνόδηκτος
ΡΟΗ' – Κύων ἑστιώμενος
ΡΟΘ' – Κύων θηρευτικὸς καὶ κύνες
ΡΠ' – Κύων καὶ ἀλεκτρυὼν καὶ ἀλώπηξ
ΡΠΑ' – Κύων καὶ κόχλος
ΡΠΒ' – Κύων καὶ λαγωός
ΡΠΓ' – Κύων καὶ μάγειρος
ΡΠΔ' – Κύων κοιμώμενος καὶ λύκος
ΡΠΕ' – Κύων κρέας φέρουσα
ΡΠΣΤ' – Κύων κωδωνοφορῶν
ΡΠΖ' – Κύων λέοντα διώκων καὶ ἀλώπηξ
ΡΠΗ' – Κώνωψ καὶ λέων
ΡΠΘ' – Κώνωψ καὶ ταῦρος
Ρϟ' – Λαγωοὶ καὶ ἀλώπεκες
ΡϟΑ' – Λαγωοὶ καὶ βάτραχοι
ΡϟΒ' – Λαγωὸς καὶ ἀλώπηξ
ΡϟΓ' – Λάρος καὶ ἰκτῖνος
ΡϟΔ' – Λέαινα καὶ ἀλώπηξ
ΡϟΕ' – Λέοντος βασιλεία
ΡϟΣΤ' – Λέων γηράσας καὶ ἀλώπηξ
ΡϟΖ' – Λέων ἐγκλεισθεὶς καὶ γεωργός
ΡϟΗ' – Λέων ἐρασθεὶς καὶ γεωργός
ΡϟΘ' – Λέων καὶ ἀλώπηξ καὶ ἔλαφος
Σ' – Λέων καὶ ἄρκτος καὶ ἀλώπηξ
ΣΑ' – Λέων καὶ βάτραχος
ΣΒ' – Λέων καὶ δελφίς
ΣΓ' – Λέων καὶ κάπρος
ΣΔ' – Λέων καὶ λαγωός
ΣΕ' – Λέων καὶ λύκος καὶ ἀλώπηξ
ΣΣΤ' – Λέων καὶ μῦς ἀντευεργέτης
ΣΖ' – Λέων καὶ ὄναγρος
ΣΗ' – Λέων καὶ ὄνος ὅμου θηρεύοντες
ΣΘ' – Λέων καὶ ὄνος καὶ ἄλωπηξ
ΣΙ' – Λέων καὶ Προμηθεὺς καὶ ἐλέφας
ΣΙΑ' – Λέων καὶ ταῦρος
ΣΙΒ' – Λέων λυσσῶν καὶ ἔλαφος
ΣΙΓ' – Λέων μῦν φοβηθεὶς καὶ ἀλώπηξ
ΣΙΔ' – Λῃστὴς καὶ συκάμινος
ΣΙΕ' – Λύκοι καὶ κύνες ἀλλήλοις πολεμοῦντες
ΣΙΣΤ' – Λύκοι καὶ κύνες πρὸς αὐτοὺς καταλλαγέντες
ΣΙΖ' – Λύκοι καὶ πρόβατα
ΣΙΗ' – Λύκοι καὶ πρόβατα καὶ κριός
ΣΙΘ' – Λύκος διὰ τὴν ἑαυτοῦ σκιὰν γαυρωθεὶς καὶ λέων
ΣΚ' – Λύκος καὶ αἴξ
ΣΚΑ' – Λύκος καὶ ἀρήν
ΣΚΒ' – Λύκος καὶ ἀρνίον εἰς ἱερὸν καταφυγόν
ΣΚΓ' – Λύκος καὶ γραῦς
ΣΚΔ' – Λύκος καὶ ἐρωδιός
ΣΚΕ' – Λύκος καὶ ἵππος
ΣΚΣΤ' – Λύκος καὶ κύων
ΣΚΖ' – Λύκος καὶ λέων
ΣΚΗ' – Λύκος καὶ ὄνος
ΣΚΘ' – Λύκος καὶ ποιμήν
ΣΛ' – Λύκος κεκορεσμένος καὶ πρόβατον
ΣΛΑ' – Λύκος τετρωμένος καὶ πρόβατον
ΣΛΒ' – Λύχνος
ΣΛΓ' – Μάντις
ΣΛΔ' – Μέλισσαι καὶ Ζεύς
ΣΛΕ' – Μελισσουργός
ΣΛΣΤ' – Μηναγύρται
ΣΛΖ' – Μύες καὶ γαλαῖ
ΣΛΗ' – Μυῖα
ΣΛΘ' – Μυῖαι
ΣΜ' – Μύρμηξ
ΣΜΑ' – Μύρμηξ καὶ κάνθαρος
ΣΜΒ' – Μύρμηξ καὶ περιστερά
ΣΜΓ' – Μῦς ἀρουραῖος καὶ μῦς ἀστικός
ΣΜΔ' – Μῦς καὶ βάτραχος
ΣΜΕ' – Ναυαγὸς καὶ θάλασσα
ΣΜΣΤ' – Νεανίσκοι καὶ μάγειρος
ΣΜΖ' – Νεβρὸς καὶ ἔλαφος
ΣΜΗ' – Νέος ἄσωτος καὶ χελιδών
ΣΜΘ' – Νοσῶν καὶ ἰατρός
ΣΝ' – Νυκτερὶς καὶ βάτος καὶ αἴθυια
ΣΝΑ' – Νυκτερὶς καὶ γαλαῖ
ΣΝΒ' – Ξύλα καὶ ἐλαία
ΣΝΓ' – Ξυλευόμενος καὶ Ἑρμῆς
ΣΝΔ' – Ὁδοιπόροι καὶ ἄρκτος
ΣΝΕ' – Ὁδοιπόροι καὶ κόραξ
ΣΝΣΤ' – Ὁδοιπόροι καὶ πέλεκυς
ΣΝΖ' – Ὁδοιπόροι καὶ πλάτανος
ΣΝΗ' – Ὁδοιπόροι καὶ φρύγανα
ΣΝΘ' – Ὁδοιπόρος καὶ Ἀλήθεια
ΣΞ' – Ὁδοιπόρος καὶ Ἑρμῆς
ΣΞΑ' – Παῖς καὶ Τύχη
ΣΞΒ' – Ὄνοι πρὸς τὸν Δία
ΣΞΓ' – Ὄνον ἀγοράζων
ΣΞΔ' – Ὄνος ἄγριος καὶ ὄνος ἥμερος
ΣΞΕ' – Ὄνος ἅλας βαστάζων
ΣΞΣΤ' – Ὄνος βαστάζων ἄγαλμα
ΣΞΖ' – Ὄνος ἐνδυσάμενος λεοντῆν καὶ ἀλώπηξ
ΣΞΗ' – Ὄνος ἵππον μακαρίζων
ΣΞΘ' – Ὄνος καὶ ἀλεκτρυὼν καὶ λέων
ΣΟ' – Ὄνος καὶ ἀλώπηξ καὶ λέων
ΣΟΑ' – Ὄνος καὶ βάτραχοι
ΣΟΒ' – Ὄνος καὶ ἡμίονος ἐξ ἴσου ἐμπεφορτισμένοι
ΣΟΓ' – Ὄνος καὶ κηπουρός
ΣΟΔ' – Ὄνος καὶ κόραξ καὶ λύκος
ΣΟΕ' – Ὄνος καὶ κύων
ΣΟΣΤ' – Όνος και κύων συνοδοιπορούντες
ΣΟΖ' – Ὄνος καὶ ὀνηλάτης
ΣΟΗ' – Ὄνος καὶ τέττιγες
ΣΟΘ' – Ὄνος νομιζόμενος λέων εἶναι
ΣΠ' – Ὄνος παλιούρους ἐσθίων καὶ ἀλώπηξ
ΣΠΑ' – Ὄνος πατήσας σκόλοπα καὶ λύκος
ΣΠΒ' – Ὀρνιθοθήρας καὶ ἄγριαι καὶ ἥμεραι περιστεραί
ΣΠΓ' – Ὀρνιθοθήρας καὶ κορύδαλος
ΣΠΔ' – Γεωργὸς καὶ πελαργός
ΣΠΕ' – Ὀρνιθοθήρας καὶ πέρδιξ
ΣΠΣΤ' – Ὄρνις καὶ χελιδών
ΣΠΖ' – Ὄρνις χρυσοτόκος
ΣΠΗ' – Οὐρὰ καὶ μέλη ὄφεως
ΣΠΘ' – Ὄφις καὶ γαλῆ καὶ μύες
Σϟ' – Ὄφις καὶ καρκῖνος
ΣϟΑ' – Ὄφις πατούμενος καὶ Ζεύς
ΣϟΒ' – Παιδίον ἐσθίον σπλάγχνα
ΣϟΓ' – Παῖς ἀκρίδας θηρεύων καὶ σκορπίος
ΣϟΔ' – Παῖς καὶ κόραξ
ΣϟΕ' – Παῖς καὶ λέων γεγραμμένος
ΣϟΣΤ' – Παῖς κλέπτης καὶ μήτηρ
ΣϟΖ' – Παῖς λουόμενος
ΣϟΗ' – Παρακαταθήκην εἰληφὼς καὶ Ὅρκος
ΣϟΘ' – Μήτηρ καὶ θυγατέρες
Τ' – Πέρδιξ καὶ ἄνθρωπος
ΤΑ' – Περιστερὰ διψῶσα
ΤΒ' – Περιστερὰ καὶ κορώνη
ΤΓ' – Πῆραι δύο
ΤΔ' – Πίθηκος καὶ ἁλιεῖς
ΤΕ' – Πίθηκος καὶ δελφίς
ΤΣΤ' – Πίθηκος καὶ κάμηλος
ΤΖ' – Μιμώ
ΤΗ' – Πλέοντες
ΤΘ' – Πλούσιος καὶ βυρσοδέψης
ΤΙ' – Πλούσιος καὶ θρηνῳδοί
ΤΙΑ' – Ποιμὴν καὶ θάλασσα
ΤΙΒ' – Ποιμὴν καὶ σκύλαξ
ΤΙΓ' – Ποιμὴν καὶ λυκιδεῖς
ΤΙΔ' – Ποιμὴν καὶ λύκος σὺν κυσὶ τρεφόμενος
ΤΙΕ' – Ποιμὴν καὶ λύκου σκύμνος
ΤΙΣΤ' – Ποιμὴν καὶ πρόβατα
ΤΙΖ' – Ποιμὴν λύκον εἰς μάνδραν εἰσάγων καὶ κύων
ΤΙΗ' – Ποιμὴν παίζων
ΤΙΘ' – Πόλεμος καὶ Ὕβρις
ΤΚ' – Ποταμὸς καὶ βύρσα
ΤΚΑ' – Χήρα καὶ πρόβατον
ΤΚΒ' – Προμηθεὺς καὶ ἄνθρωποι
ΤΚΓ' – Ῥόδον καὶ ἀμάραντον
ΤΚΔ' – Ῥοιὰ καὶ μηλέα καὶ ἐλαία καὶ βάτος
ΤΚΕ' – Σαλπιγκτής
ΤΚΣΤ' – Σπάλαξ καὶ μήτηρ
ΤΚΖ' – Σῦς ἄγριος καὶ ἀλώπηξ
ΤΚΗ' – Σῦς ἄγριος καὶ ἵππος καὶ κυνηγέτης
ΤΚΘ' – Σῦς καὶ κύων ἀλλήλαις λοιδορούμεναι
ΤΛ' – Σφῆκες καὶ πέρδικες καὶ γεωργός
ΤΛΑ' – Σφὴξ καὶ ὄφις
ΤΛΒ' – Ταῦρος καὶ τράγος
ΤΛΓ' – Ταὼν καὶ γέρανος
ΤΛΔ' – Ταὼς καὶ κολοιός
ΤΛΕ' – Τέττιξ καὶ ἀλώπηξ
ΤΛΣΤ' – Τέττιξ καὶ μύρμηκες
ΤΛΖ' – Τοῖχος καὶ πάλος
ΤΛΗ' – Τοξότης καὶ λέων
ΤΛΘ' – Τράγος καὶ ἄμπελος
ΤΜ' – Ὕαιναι
ΤΜΑ' – Ὕαινα καὶ ἀλώπηξ
ΤΜΒ' – Ὗς καὶ κύων περὶ εὐτοκίας
ΤΜΓ' – Φαλακρὸς ἱππεύς
ΤΜΔ' – Φιλάργυρος
ΤΜΕ' – Χαλκεὺς καὶ κυνάριον
ΤΜΣΤ' – Χειμὼν καὶ ἔαρ
ΤΜΖ' – Χελιδὼν καὶ δράκων
ΤΜΗ' – Χελιδὼν καὶ κορώνη περὶ κάλλους φιλονεικοῦσαι
ΤΜΘ' – Χελιδὼν καὶ ὄρνιθες
ΤΝ' – Χελιδὼν κομπάζουσα καὶ κορώνη
ΤΝΑ' – Χελώνη καὶ ἀετός
ΤΝΒ' – Χελώνη καὶ λαγωός
ΤΝΓ' – Χῆνες καὶ γέρανοι
ΤΝΔ' – Χύτραι
ΤΝΕ' – Πέρδιξ καὶ γαλῆ
ΤΝΣΤ' – Ψύλλα καὶ ἀνήρ
ΤΝΖ' – Ψύλλα καὶ ἄνθρωπος
ΤΝΗ' – Ψύλλα καὶ βοῦς
Β' – Ἀγαλματοπώλης
Γ' – Ἀετὸς καὶ ἀλώπηξ
Δ' – Ἀετὸς καὶ κάνθαρος
Ε' – Ἀετὸς καὶ κολοιὸς καὶ ποιμήν
ΣΤ' – Ἀετὸς τὰ πτερὰ τιλθείς καὶ ἀλώπηξ
Ζ' – Ἀετὸς τοξευθείς
Η' – Ἀηδὼν καὶ ἱέραξ
Θ' – Ἀηδὼν καὶ χελιδών
Ι' – Ἀθηναῖος χρεωφειλέτης
ΙΑ' – Αἰθίοψ
ΙΒ' – Αἴλουρος καὶ ἀλεκτρυών
ΙΓ' – Αἴλουρος καὶ μύες
ΙΔ' – Αἴλουρος καὶ ὄρνιθες
ΙΕ' – Αἴξ καὶ αἰγοβοσκός
ΙΣΤ' – Αἶξ καὶ ὄνος
ΙΖ' – Αἰπόλος καὶ αἶγες ἄγριαι
ΙΗ' – Αἰσχρὰ δούλη καὶ Ἀφροδίτη
ΙΘ' – Αἴσωπος ἐν ναυπηγίῳ
Κ' – Ἀλέκτορες δύο καὶ ἀετός
ΚΑ' – Ἀλεκτρυόνες καὶ πέρδιξ
ΚΒ' – Ἁλιεῖς καὶ θύννος
ΚΓ' – Ἁλιεῖς λίθον ἀγρεύσαντες
ΚΔ' – Ἁλιεὺς αὐλῶν
ΚΕ' – Ἁλιεὺς καὶ ἰχθύες μεγάλοι καὶ βραχεῖς
ΚΣΤ' – Ἁλιεὺς καὶ σμαρίς
ΚΖ' – Ἁλιεὺς ὕδωρ τύπτων
ΚΗ' – Ἁλκύων
ΚΘ' – Ἀλώπεκες ἐπὶ τῷ Μαιάνδρῳ
Λ' – Ἀλώπηξ ἐξογκωθεῖσα τὴν γαστέρα
ΛΑ' – Ἀλώπηξ καὶ βάτος
ΛΒ' – Ἀλώπηξ καὶ βότρυς
ΛΓ' – Ἀλώπηξ καὶ δράκων
ΛΔ' – Ἀλώπηξ καὶ δρυτόμος
ΛΕ' – Ἀλώπηξ καὶ κροκόδειλος
ΛΣΤ' – Ἀλώπηξ καὶ κύων
ΛΖ' – Ἀλώπηξ καὶ πάρδαλις
ΛΗ' – Ἀλώπηξ καὶ πίθηκος βασιλεὺς αἱρεθείς
ΛΘ' – Ἀλώπηξ καὶ πίθηκος περὶ εὐγενείας ἐρίζοντες
Μ' – Ἀλώπηξ καὶ τράγος
ΜΑ' – Ἀλώπηξ κόλουρος
ΜΒ' – Ἀλώπηξ μηδέποτε θεασαμένη λέοντα
ΜΓ' – Ἀλώπηξ πρὸς μορμολύκειον
ΜΔ' – Ἄνδρες δύο περὶ θεῶν ἐρίζοντες
ΜΕ' – Ἀνδροφόνος
ΜΣΤ' – Ἀνὴρ ἀδύνατα ἐπαγγελλόμενος
ΜΖ' – Ἀνὴρ δειλὸς καὶ κόρακες
ΜΗ' – Ἀνὴρ δηχθεὶς ὑπὸ μύρμηκος καὶ Ἑρμῆς
ΜΘ' – Ἀνὴρ καὶ γυνὴ ἀργαλέα
Ν' – Ἀνὴρ κακοπράγμων
ΝΑ' – Ἀνὴρ ἔχιν ἀνελόμενος
ΝΒ' – Ἀνὴρ μεσοπόλιος καὶ ἑταῖραι
ΝΓ' – Ἀνὴρ ναυαγός
ΝΔ' – Ἀνὴρ πηρός
ΝΕ' – Ἀνὴρ φέναξ
ΝΣΤ' – Ἀνθρακεὺς καὶ γναφεύς
ΝΖ' – Ἄνθρωποι καὶ Ζεὺς
ΝΗ' – Ἄνθρωπος καὶ ἀλώπηξ
ΝΘ' – Ἄνθρωπος καὶ λέων συνοδεύοντες
Ξ' – Ἄνθρωπος καὶ σάτυρος
ΞΑ' – Ἄνθρωπος καταθραύσας ἄγαλμα
ΞΒ' – Ἄνθρωπος λέοντα χρυσοῦν εὑρών
ΞΓ' – Ἄρκτος καὶ ἀλώπηξ
ΞΔ' – Ἀρότης καὶ λύκος
ΞΕ' – Ἀστρολόγος
ΞΣΤ' – Βάτραχοι αἰτοῦντες βασιλέα
ΞΖ' – Βάτραχοι γείτονες
ΞΗ' – Βάτραχοι ἐν λίμνῃ
ΞΘ' – Βάτραχος ἰατρός καὶ ἀλώπηξ
Ο' – Βόες καὶ ἄξων
ΟΑ' – Βόες τρεῖς καὶ λέων
ΟΒ' – Βοηλάτης καὶ Ἡρακλῆς
ΟΓ' – Βουκόλος καὶ λέων
ΟΔ' – Βορέας καὶ Ἥλιος
ΟΕ' – Βωταλὶς καὶ νυκτερίς
ΟΣΤ' – Γαλῆ καὶ Ἀφροδίτη
ΟΖ' – Γαλῆ καὶ ῥίνη
ΟΗ' – Γέρων καὶ θάνατος
ΟΘ' – Γεωργὸς καὶ ἀετός
Π' – Γεωργὸς καὶ κύνες
ΠΑ' – Γεωργὸς καὶ ὄφις τὸν παῖδα αὐτοῦ ἀποκτείνας
ΠΒ' – Γεωργὸς καὶ ὄφις ὑπὸ κρύους πεπηγώς
ΠΓ' – Γεωργὸς καὶ παῖδες αὐτοῦ
ΠΔ' – Γεωργὸς καὶ τύχη
ΠΕ' – Γεωργὸς καὶ φυτόν
ΠΣΤ' – Γεωργοῦ παῖδες στασιάζοντες
ΠΖ' – Γραῦς καὶ ἰατρός
ΠΗ' – Γυνὴ καὶ ἀνὴρ μέθυσος
ΠΘ' Γυνὴ καὶ θεράπαιναι
Ϟ' – Γυνὴ καὶ ὄρνις
ϞΑ' – Γυνὴ μάγος
ϞΒ' – Δάμαλις καὶ βοῦς
ϞΓ' – Δειλὸς κυνηγὸς καὶ δρυτόμος
ϞΔ' – Δέλφαξ καὶ πρόβατα
ϞΕ' – Δελφῖνες καὶ φάλαιναι καὶ κωβιός
ϞΣΤ – Δημάδης ὁ ῥήτωρ
ϞΖ' – Διογένης καὶ φαλακρός
ϞΗ' – Διογένης ὁδοιπορῶν
ϞΘ' – Δρύες καὶ Ζεὺς
Ρ' – Δρυτόμοι καὶ πεύκη
ΡΑ' – Ἐλάτη καὶ βάτος
ΡΒ' – Ἔλαφος ἐπὶ νάματος καὶ λέων
ΡΓ' – Ἔλαφος καὶ ἄμπελος
ΡΔ' – Ἔλαφος καὶ λέων ἐν σπηλαίῳ
ΡΕ' – Ἔλαφος πηρωθεῖσα
ΡΣΤ' – Ἔριφος ἐπὶ δώματος ἑστὼς καὶ λύκος
ΡΖ' – Ἔριφος καὶ λύκος αὐλῶν
ΡΗ' – Ἑρμῆς καὶ ἀγαλματοποιός
ΡΘ' – Ἑρμῆς καὶ γῆ
ΡΙ' – Ἑρμῆς καὶ Τειρεσίας
ΡΙΑ – Ἑρμῆς καὶ τεχνῖται
ΡΙΒ' – Ἑρμοῦ ἅμαξα καὶ Ἄραβες
ΡΙΓ' – Εὔνουχος καὶ ἱερεύς
ΡΙΔ' – Ἐχθροὶ δύο
ΡΙΕ' – Ἔχις καὶ ἀλώπηξ
ΡΙΣΤ' – Ἔχις καὶ ῥίνη
ΡΙΖ' – Ἔχις καὶ ὕδρος
ΡΙΗ' – Ζεὺς καὶ αἰσχύνη
ΡΙΘ' – Ζεὺς καὶ ἀλώπηξ
ΡΚ' – Ζεὺς καὶ ἄνθρωποι
ΡΚΑ' – Ζεὺς καὶ Ἀπόλλων
ΡΚΒ' – Ζεὺς καὶ ὄφις
ΡΚΓ' – Ζεὺς καὶ πίθος ἀγαθῶν
ΡΚΔ' – Ζεὺς καὶ Προμηθεὺς καὶ Ἀθηνᾶ καὶ Μῶμος
ΡΚΕ' – Ζεὺς καὶ χελώνη
ΡΚΣΤ' – Ζεὺς κριτής
ΡΚΖ' – Ἥλιος καὶ βάτραχοι
ΡΚΗ' – Ἡμίονος
ΡΚΘ' – Ἡρακλῆς καὶ Ἀθηνᾶ
ΡΛ' – Ἡρακλῆς καὶ Πλοῦτος
ΡΛΑ' – Ἥρως
ΡΛΒ' – Θύννος καὶ δελφίς
ΡΛΓ' – Ἰατρὸς ἄτεχνος
ΡΛΔ' – Ἰατρὸς καὶ νοσῶν
ΡΛΕ' – Ἰκτῖνος καὶ ὄφις
ΡΛΣΤ' – Ἰκτῖνος χρεμετίζων
ΡΛΖ' – Ἰξευτὴς καὶ ἀσπίς
ΡΛΗ' – Ἴππος γέρων
ΡΛΘ' – Ἴππος καὶ βοῦς καὶ κύων καὶ ἄνθρωπος
ΡΜ' – Ἴππος καὶ ἱπποκόμος
ΡΜΑ' – Ἴππος καὶ ὄνος
ΡΜΒ' – Ἴππος καὶ στρατιώτης
ΡΜΓ' – Κάλαμος καὶ ἐλαία
ΡΜΔ' – Κάμηλος ἀφοδεύσασα ἐν ποταμῷ
ΡΜΕ' – Κάμηλος καὶ ἐλέφας καὶ πίθηκος
ΡΜΣΤ' – Κάμηλος καὶ Ζεύς
ΡΜΖ' – Κάμηλος ὀρχουμένη
ΡΜΗ' – Κάμηλος τὸ πρῶτον ὀφθείς
ΡΜΘ' – Κάνθαροι δύο
ΡΝ' – Καρκῖνος καὶ ἀλώπηξ
ΡΝΑ' – Καρκῖνος καὶ μήτηρ
ΡΝΒ' – Καρύα
ΡΝΓ' – Κάστωρ
ΡΝΔ' – Κηπουρὸς ἀρδεύων λάχανα
ΡΝΕ' – Κηπουρὸς καὶ κύων
ΡΝΣΤ' – Κιθαρῳδός
ΡΝΖ' – Κίχλα
ΡΝΗ' – Κλέπται καὶ ἀλεκτρυών
ΡΝΘ' – Κοιλία καὶ πόδες
ΡΞ' – Κολοιὸς καὶ ἀλώπηξ
ΡΞΑ' – Κολοιὸς καὶ κόρακες
ΡΞΒ' – Κολοιὸς καὶ ὄρνεα
ΡΞΓ' – Κολοιὸς καὶ περιστεραί
ΡΞΔ' – Κολοιὸς φυγάς
ΡΞΕ' – Κόραξ καὶ ἀλώπηξ
ΡΞΣΤ' – Κόραξ καὶ Ἑρμῆς
ΡΞΖ' – Κόραξ καὶ ὄφις
ΡΞΗ' – Κόραξ νοσῶν
ΡΞΘ' – Κορυδαλός
ΡΟ' – Κορώνη καὶ κόραξ
ΡΟΑ' – Κορώνη καὶ κύων
ΡΟΒ' – Κοχλίαι
ΡΟΓ' – Κύκνος ἀντὶ χηνὸς ἀπαχθείς
ΡΟΔ' – Κύκνος καὶ δεσπότης
ΡΟΕ' – Κύνες δύο
ΡΟΣΤ' – Κύνες λιμώττουσαι
ΡΟΖ' – Κυνόδηκτος
ΡΟΗ' – Κύων ἑστιώμενος
ΡΟΘ' – Κύων θηρευτικὸς καὶ κύνες
ΡΠ' – Κύων καὶ ἀλεκτρυὼν καὶ ἀλώπηξ
ΡΠΑ' – Κύων καὶ κόχλος
ΡΠΒ' – Κύων καὶ λαγωός
ΡΠΓ' – Κύων καὶ μάγειρος
ΡΠΔ' – Κύων κοιμώμενος καὶ λύκος
ΡΠΕ' – Κύων κρέας φέρουσα
ΡΠΣΤ' – Κύων κωδωνοφορῶν
ΡΠΖ' – Κύων λέοντα διώκων καὶ ἀλώπηξ
ΡΠΗ' – Κώνωψ καὶ λέων
ΡΠΘ' – Κώνωψ καὶ ταῦρος
Ρϟ' – Λαγωοὶ καὶ ἀλώπεκες
ΡϟΑ' – Λαγωοὶ καὶ βάτραχοι
ΡϟΒ' – Λαγωὸς καὶ ἀλώπηξ
ΡϟΓ' – Λάρος καὶ ἰκτῖνος
ΡϟΔ' – Λέαινα καὶ ἀλώπηξ
ΡϟΕ' – Λέοντος βασιλεία
ΡϟΣΤ' – Λέων γηράσας καὶ ἀλώπηξ
ΡϟΖ' – Λέων ἐγκλεισθεὶς καὶ γεωργός
ΡϟΗ' – Λέων ἐρασθεὶς καὶ γεωργός
ΡϟΘ' – Λέων καὶ ἀλώπηξ καὶ ἔλαφος
Σ' – Λέων καὶ ἄρκτος καὶ ἀλώπηξ
ΣΑ' – Λέων καὶ βάτραχος
ΣΒ' – Λέων καὶ δελφίς
ΣΓ' – Λέων καὶ κάπρος
ΣΔ' – Λέων καὶ λαγωός
ΣΕ' – Λέων καὶ λύκος καὶ ἀλώπηξ
ΣΣΤ' – Λέων καὶ μῦς ἀντευεργέτης
ΣΖ' – Λέων καὶ ὄναγρος
ΣΗ' – Λέων καὶ ὄνος ὅμου θηρεύοντες
ΣΘ' – Λέων καὶ ὄνος καὶ ἄλωπηξ
ΣΙ' – Λέων καὶ Προμηθεὺς καὶ ἐλέφας
ΣΙΑ' – Λέων καὶ ταῦρος
ΣΙΒ' – Λέων λυσσῶν καὶ ἔλαφος
ΣΙΓ' – Λέων μῦν φοβηθεὶς καὶ ἀλώπηξ
ΣΙΔ' – Λῃστὴς καὶ συκάμινος
ΣΙΕ' – Λύκοι καὶ κύνες ἀλλήλοις πολεμοῦντες
ΣΙΣΤ' – Λύκοι καὶ κύνες πρὸς αὐτοὺς καταλλαγέντες
ΣΙΖ' – Λύκοι καὶ πρόβατα
ΣΙΗ' – Λύκοι καὶ πρόβατα καὶ κριός
ΣΙΘ' – Λύκος διὰ τὴν ἑαυτοῦ σκιὰν γαυρωθεὶς καὶ λέων
ΣΚ' – Λύκος καὶ αἴξ
ΣΚΑ' – Λύκος καὶ ἀρήν
ΣΚΒ' – Λύκος καὶ ἀρνίον εἰς ἱερὸν καταφυγόν
ΣΚΓ' – Λύκος καὶ γραῦς
ΣΚΔ' – Λύκος καὶ ἐρωδιός
ΣΚΕ' – Λύκος καὶ ἵππος
ΣΚΣΤ' – Λύκος καὶ κύων
ΣΚΖ' – Λύκος καὶ λέων
ΣΚΗ' – Λύκος καὶ ὄνος
ΣΚΘ' – Λύκος καὶ ποιμήν
ΣΛ' – Λύκος κεκορεσμένος καὶ πρόβατον
ΣΛΑ' – Λύκος τετρωμένος καὶ πρόβατον
ΣΛΒ' – Λύχνος
ΣΛΓ' – Μάντις
ΣΛΔ' – Μέλισσαι καὶ Ζεύς
ΣΛΕ' – Μελισσουργός
ΣΛΣΤ' – Μηναγύρται
ΣΛΖ' – Μύες καὶ γαλαῖ
ΣΛΗ' – Μυῖα
ΣΛΘ' – Μυῖαι
ΣΜ' – Μύρμηξ
ΣΜΑ' – Μύρμηξ καὶ κάνθαρος
ΣΜΒ' – Μύρμηξ καὶ περιστερά
ΣΜΓ' – Μῦς ἀρουραῖος καὶ μῦς ἀστικός
ΣΜΔ' – Μῦς καὶ βάτραχος
ΣΜΕ' – Ναυαγὸς καὶ θάλασσα
ΣΜΣΤ' – Νεανίσκοι καὶ μάγειρος
ΣΜΖ' – Νεβρὸς καὶ ἔλαφος
ΣΜΗ' – Νέος ἄσωτος καὶ χελιδών
ΣΜΘ' – Νοσῶν καὶ ἰατρός
ΣΝ' – Νυκτερὶς καὶ βάτος καὶ αἴθυια
ΣΝΑ' – Νυκτερὶς καὶ γαλαῖ
ΣΝΒ' – Ξύλα καὶ ἐλαία
ΣΝΓ' – Ξυλευόμενος καὶ Ἑρμῆς
ΣΝΔ' – Ὁδοιπόροι καὶ ἄρκτος
ΣΝΕ' – Ὁδοιπόροι καὶ κόραξ
ΣΝΣΤ' – Ὁδοιπόροι καὶ πέλεκυς
ΣΝΖ' – Ὁδοιπόροι καὶ πλάτανος
ΣΝΗ' – Ὁδοιπόροι καὶ φρύγανα
ΣΝΘ' – Ὁδοιπόρος καὶ Ἀλήθεια
ΣΞ' – Ὁδοιπόρος καὶ Ἑρμῆς
ΣΞΑ' – Παῖς καὶ Τύχη
ΣΞΒ' – Ὄνοι πρὸς τὸν Δία
ΣΞΓ' – Ὄνον ἀγοράζων
ΣΞΔ' – Ὄνος ἄγριος καὶ ὄνος ἥμερος
ΣΞΕ' – Ὄνος ἅλας βαστάζων
ΣΞΣΤ' – Ὄνος βαστάζων ἄγαλμα
ΣΞΖ' – Ὄνος ἐνδυσάμενος λεοντῆν καὶ ἀλώπηξ
ΣΞΗ' – Ὄνος ἵππον μακαρίζων
ΣΞΘ' – Ὄνος καὶ ἀλεκτρυὼν καὶ λέων
ΣΟ' – Ὄνος καὶ ἀλώπηξ καὶ λέων
ΣΟΑ' – Ὄνος καὶ βάτραχοι
ΣΟΒ' – Ὄνος καὶ ἡμίονος ἐξ ἴσου ἐμπεφορτισμένοι
ΣΟΓ' – Ὄνος καὶ κηπουρός
ΣΟΔ' – Ὄνος καὶ κόραξ καὶ λύκος
ΣΟΕ' – Ὄνος καὶ κύων
ΣΟΣΤ' – Όνος και κύων συνοδοιπορούντες
ΣΟΖ' – Ὄνος καὶ ὀνηλάτης
ΣΟΗ' – Ὄνος καὶ τέττιγες
ΣΟΘ' – Ὄνος νομιζόμενος λέων εἶναι
ΣΠ' – Ὄνος παλιούρους ἐσθίων καὶ ἀλώπηξ
ΣΠΑ' – Ὄνος πατήσας σκόλοπα καὶ λύκος
ΣΠΒ' – Ὀρνιθοθήρας καὶ ἄγριαι καὶ ἥμεραι περιστεραί
ΣΠΓ' – Ὀρνιθοθήρας καὶ κορύδαλος
ΣΠΔ' – Γεωργὸς καὶ πελαργός
ΣΠΕ' – Ὀρνιθοθήρας καὶ πέρδιξ
ΣΠΣΤ' – Ὄρνις καὶ χελιδών
ΣΠΖ' – Ὄρνις χρυσοτόκος
ΣΠΗ' – Οὐρὰ καὶ μέλη ὄφεως
ΣΠΘ' – Ὄφις καὶ γαλῆ καὶ μύες
Σϟ' – Ὄφις καὶ καρκῖνος
ΣϟΑ' – Ὄφις πατούμενος καὶ Ζεύς
ΣϟΒ' – Παιδίον ἐσθίον σπλάγχνα
ΣϟΓ' – Παῖς ἀκρίδας θηρεύων καὶ σκορπίος
ΣϟΔ' – Παῖς καὶ κόραξ
ΣϟΕ' – Παῖς καὶ λέων γεγραμμένος
ΣϟΣΤ' – Παῖς κλέπτης καὶ μήτηρ
ΣϟΖ' – Παῖς λουόμενος
ΣϟΗ' – Παρακαταθήκην εἰληφὼς καὶ Ὅρκος
ΣϟΘ' – Μήτηρ καὶ θυγατέρες
Τ' – Πέρδιξ καὶ ἄνθρωπος
ΤΑ' – Περιστερὰ διψῶσα
ΤΒ' – Περιστερὰ καὶ κορώνη
ΤΓ' – Πῆραι δύο
ΤΔ' – Πίθηκος καὶ ἁλιεῖς
ΤΕ' – Πίθηκος καὶ δελφίς
ΤΣΤ' – Πίθηκος καὶ κάμηλος
ΤΖ' – Μιμώ
ΤΗ' – Πλέοντες
ΤΘ' – Πλούσιος καὶ βυρσοδέψης
ΤΙ' – Πλούσιος καὶ θρηνῳδοί
ΤΙΑ' – Ποιμὴν καὶ θάλασσα
ΤΙΒ' – Ποιμὴν καὶ σκύλαξ
ΤΙΓ' – Ποιμὴν καὶ λυκιδεῖς
ΤΙΔ' – Ποιμὴν καὶ λύκος σὺν κυσὶ τρεφόμενος
ΤΙΕ' – Ποιμὴν καὶ λύκου σκύμνος
ΤΙΣΤ' – Ποιμὴν καὶ πρόβατα
ΤΙΖ' – Ποιμὴν λύκον εἰς μάνδραν εἰσάγων καὶ κύων
ΤΙΗ' – Ποιμὴν παίζων
ΤΙΘ' – Πόλεμος καὶ Ὕβρις
ΤΚ' – Ποταμὸς καὶ βύρσα
ΤΚΑ' – Χήρα καὶ πρόβατον
ΤΚΒ' – Προμηθεὺς καὶ ἄνθρωποι
ΤΚΓ' – Ῥόδον καὶ ἀμάραντον
ΤΚΔ' – Ῥοιὰ καὶ μηλέα καὶ ἐλαία καὶ βάτος
ΤΚΕ' – Σαλπιγκτής
ΤΚΣΤ' – Σπάλαξ καὶ μήτηρ
ΤΚΖ' – Σῦς ἄγριος καὶ ἀλώπηξ
ΤΚΗ' – Σῦς ἄγριος καὶ ἵππος καὶ κυνηγέτης
ΤΚΘ' – Σῦς καὶ κύων ἀλλήλαις λοιδορούμεναι
ΤΛ' – Σφῆκες καὶ πέρδικες καὶ γεωργός
ΤΛΑ' – Σφὴξ καὶ ὄφις
ΤΛΒ' – Ταῦρος καὶ τράγος
ΤΛΓ' – Ταὼν καὶ γέρανος
ΤΛΔ' – Ταὼς καὶ κολοιός
ΤΛΕ' – Τέττιξ καὶ ἀλώπηξ
ΤΛΣΤ' – Τέττιξ καὶ μύρμηκες
ΤΛΖ' – Τοῖχος καὶ πάλος
ΤΛΗ' – Τοξότης καὶ λέων
ΤΛΘ' – Τράγος καὶ ἄμπελος
ΤΜ' – Ὕαιναι
ΤΜΑ' – Ὕαινα καὶ ἀλώπηξ
ΤΜΒ' – Ὗς καὶ κύων περὶ εὐτοκίας
ΤΜΓ' – Φαλακρὸς ἱππεύς
ΤΜΔ' – Φιλάργυρος
ΤΜΕ' – Χαλκεὺς καὶ κυνάριον
ΤΜΣΤ' – Χειμὼν καὶ ἔαρ
ΤΜΖ' – Χελιδὼν καὶ δράκων
ΤΜΗ' – Χελιδὼν καὶ κορώνη περὶ κάλλους φιλονεικοῦσαι
ΤΜΘ' – Χελιδὼν καὶ ὄρνιθες
ΤΝ' – Χελιδὼν κομπάζουσα καὶ κορώνη
ΤΝΑ' – Χελώνη καὶ ἀετός
ΤΝΒ' – Χελώνη καὶ λαγωός
ΤΝΓ' – Χῆνες καὶ γέρανοι
ΤΝΔ' – Χύτραι
ΤΝΕ' – Πέρδιξ καὶ γαλῆ
ΤΝΣΤ' – Ψύλλα καὶ ἀνήρ
ΤΝΖ' – Ψύλλα καὶ ἄνθρωπος
ΤΝΗ' – Ψύλλα καὶ βοῦς
Εκδόσεις
Boissonade (1844)
Lachmann (1845)
Schneider (1853)
Johann Adam Hartung (1858, edition and German translation)
Eberhard (1876)
Gitlbauer (1882)
Rutherford (1883)
Knoll, Fabularum Babrianarum Paraphrasis Bodleiana (1877)
Feuillet (1890)
Desrousseaux (1890)
Passerat (1892)
Croiset (1892)
Crusius (1897).
Mantels, Über die Fabeln des B. (1840)
Crusius, De Babrii Aetate (1879)
Ficus, De Babrii Vita (1889)
J Weiner, Quaestiones Babrianae (1891)
Conington, Miscellaneous Writings, ii. 460-491
Marchiano, Babrio (1899)
Fusci, Babrio (1901)
Christoffersson, Studia de Fabvlis Babrianis (1901).
Early translations in English were made by Davies (1860) and in French by Levêque (1890), and in many other languages. More contemporary translations are by Denison B. Hull (University of Chicago Press) and Ben E. Perry (Harvard University Press).
In 1941, Heritage Press produced a "fine book" edition of Aesop, translated and adapted by Munro Leaf as juvenalia and lavishly illustrated by Robert Lawson.
In 1998, Penguin Classics released a new translation by Olivia and Robert Temple entitled, Aesop: The Complete Fables in reference to the fact that some previous translations were partial. Working from the Chambry text published in 1927, the Temple translation includes 358 fables; Robert Temple acknowledges on page xxiv that scholars will in all likelihood challenge the "Aesopian" origin of some of them.
Lachmann (1845)
Schneider (1853)
Johann Adam Hartung (1858, edition and German translation)
Eberhard (1876)
Gitlbauer (1882)
Rutherford (1883)
Knoll, Fabularum Babrianarum Paraphrasis Bodleiana (1877)
Feuillet (1890)
Desrousseaux (1890)
Passerat (1892)
Croiset (1892)
Crusius (1897).
Mantels, Über die Fabeln des B. (1840)
Crusius, De Babrii Aetate (1879)
Ficus, De Babrii Vita (1889)
J Weiner, Quaestiones Babrianae (1891)
Conington, Miscellaneous Writings, ii. 460-491
Marchiano, Babrio (1899)
Fusci, Babrio (1901)
Christoffersson, Studia de Fabvlis Babrianis (1901).
Early translations in English were made by Davies (1860) and in French by Levêque (1890), and in many other languages. More contemporary translations are by Denison B. Hull (University of Chicago Press) and Ben E. Perry (Harvard University Press).
In 1941, Heritage Press produced a "fine book" edition of Aesop, translated and adapted by Munro Leaf as juvenalia and lavishly illustrated by Robert Lawson.
In 1998, Penguin Classics released a new translation by Olivia and Robert Temple entitled, Aesop: The Complete Fables in reference to the fact that some previous translations were partial. Working from the Chambry text published in 1927, the Temple translation includes 358 fables; Robert Temple acknowledges on page xxiv that scholars will in all likelihood challenge the "Aesopian" origin of some of them.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου