Η Κασσώπη βρίσκεται πολύ κοντά στο Ζάλογγο, μία απότομη πλαγιά στο χωριό Καμαρίνα της Περιφερειακής Ενότητας Πρέβεζας, όπου το 1803 μετά τη συνθηκολόγηση των Σουλιωτών με τον Αλή Πασά, Σουλιώτισσες χορεύοντας πιασμένες χέρι - χέρι και πετώντας πρώτα τα παιδιά τους στο γκρεμό τα ακολούθησαν τραγουδώντας.
Ιστορία
Η Κασσώπη βρίσκεται πολύ κοντά στο Ζάλογγο μία απότομη πλαγιά, στο χωριό Καμαρίνα του νομού Πρεβέζης, όπου το 1803 μετά τη συνθηκολόγηση των Σουλιωτών με τον Αλή Πασά, Σουλιώτισσες χορεύοντας πιασμένες χέρι - χέρι και πετώντας πρώτα τα παιδιά τους στο γκρεμό τα ακολούθησαν τραγουδώντας. Η Κασσώπη, πρωτεύουσα της Κασσωπαίας, κτίστηκε πριν τα μέσα του 4ου αι. π.Χ. (340 π.Χ), σε φυσικά οχυρή θέση, σε ένα οροπέδιο με υψόμετρο 550-650 μ., στις πλαγιές του Ζαλόγγου, με σκοπό να προστατεύσει από την εκμετάλλευση των Ηλείων αποίκων, την εύφορη πεδιάδα που απλωνόταν νοτιότερα. Η μεγάλη ακμή της πόλης σημειώνεται τον 3ο αι. π.Χ., όταν κτίζονται τα μεγάλα δημόσια κτήρια και ανοικοδομούνται πολλά σπίτια. Η πόλη είχε δικό της νομισματοκοπείο.Οι απόψεις για τη χρονολογία ίδρυσης της Κασσώπης διίστανται. Μία άποψη φέρει την Κασσώπη να ιδρύεται στον 8ο – 7ο αιώνα π.Χ. από Αρκάδες και Ηλείους εποίκους και άλλη άποψη τον 4ο αιώνα π.Χ. από Κασσωπαίους, κλάδο των Θεσπρωτών. Η άποψη του Υπουργείου Πολιτισμού (Ελλάδα) είναι ότι «η Κασσώπη, πρωτεύουσα της Κασσωπαίας, κτίστηκε πριν τα μέσα του 4ου αι. π.Χ. (340 π.Χ), σε φυσικά οχυρή θέση, σε ένα οροπέδιο με υψόμετρο 550-650 μ., στις πλαγιές του Ζαλόγγου, με σκοπό να προστατεύσει από την εκμετάλλευση των Ηλείων αποίκων, την εύφορη πεδιάδα που απλωνόταν νοτιότερα».. Η αλήθεια είναι κάπου ενδιάμεσα. Πιθανώς παλιότερα, αλλά έλαβε τη μεγάλη ανάπτυξη και αίγλη της τον 4ο αιώνα π.Χ.. Ο Στέφανος Βυζάντιος, συγγραφέας της εποχής του 6ου αιώνα μ.Χ., αναφέρει την Κασσώπη στο βιβλίο του «Εθνικά»: «Πόλις εν Μολοσσοίς επώνυμος τη Κασσωπαία Χώρα». Οι περισσότεροι αρχαίοι συγγραφείς αναφέρονται με τον ευρύτερο όρο Κασσωπαία χώρα και όχι τόσο στην πόλη Κασσώπη. Εξαίρεση αποτελεί ο Διόδωρος Σικελιώτης (80-20 π.Χ.) στο βιβλίο του «Ιστορική Βιβλιοθήκη ΙΧ, 88» πού αναφέρει «Κασσώπη, πόλη με το όνομα τούτο εις τον Ηπειρωτικό χώρο» και ο προαναφερθείς Στέφανος Βυζάντιος.
Το υψόμετρο της Κασσώπης είναι 550-620m και η θέση της είναι στρατηγική, με άριστη θέα και υγιεινό κλίμα. Βόρεια και δυτικά προστατεύεται από τις βουνοκορφές Ανεμόμυλος και Κιτέπι μαζί με τους κάθετους γκρεμούς του όρους Ζάλογγο, αποκαλούμενους στεφάνια. Οι προσβάσιμες πλευρές της ακρόπολης της Κασσώπης προστατεύονται με τείχος. Στην αρχαία Κασσώπη αναφέρονται και μεταγενέστεροι συγγραφείς περιηγητές, όπως ο Γερμανός Conrad Bursian (1830-1883), που μας γράφει «η Κασσώπη είναι κτισμένη σε μια φυσική οχυρή θέση, κάτω από βραχώδη έξαρση». Επίσης την επισκέφθηκαν και γράφουν γι αυτήν ο συνταγματάρχης Ληκ και ο Γάλλος Φρανσουά Πουκεβίλ. Η σημασία της Κασσώπης αρχίζει να αναφαίνεται στον 4ο αιώνα π.Χ., οπότε και φτάνει στο απόγειο της δόξας της παράλληλα με την κοντινή πόλη Αμβρακία (απέχουν 50 Km). Χάρις στη στρατηγική της θέση είχε μικτή οικονομία: κτηνοτροφία στο βουνό, γεωργία στον κάμπο και αλιεία στη θάλασσα. Πέραν αυτού η περιοχή είχε πολλά δάση και με την ξυλεία της Κασσώπης κατασκευάζονταν πλοία μέχρι και τον 19ο αιώνα μ.Χ. Ο περιηγητής Κυριάκος από την Ανκόνα γράφει πώς το έτος 1435 που επισκέφθηκε την Κασσώπη «βρήκε ένα μεγάλο δάσος από βελανιδιές και χρυσόξυλο», ένα είδος πουρνάρι από το οποίο με κατεργασία έπαιρναν το πρινοκόκι, ή κρεμεζί, ή κικνίδι, βαφή της υφαντουργίας. Η Κασσώπη, πέραν της κτηνοτροφίας, αλιείας και γεωργίας, στράφηκε τον 3ο αιώνα π.Χ. προς τη βιοτεχνία και το ναυτιλιακό εμπόριο. Τα καράβια των Κασσωπαίων όργωναν τη Μεσόγειο θάλασσα και διακινούσαν στην Καρχηδόνα, στη Ρώμη, στο Βρινδήσιο (σημερινό Μπρίντιζι), στη Μασσαλία, στο Γιβραλτάρ, στα παράλια της Αδριατικής, στα νησιά του Αιγαίου, στα Μικρασιατικά παράλια, στα παράλια του Εύξεινου Πόντου και στην Αίγυπτο με προϊόντα της Ηπείρου όπως κρασί, λάδι, ελιές, φρούτα, ξηρούς καρπούς και υφάσματα.. Τα τελευταία χρόνια γίνονται σημαντικές αρχαιολογικές ανακαλύψεις σχετικά με τις σχέσεις των Ηπειρωτών με τους προγόνους των Ρωμαίων, τους Ετρούσκους, με τους οποίους φαίνεται οι Ηπειρώτες είχαν εμπορικές σχέσεις από τον 8ο και 7ο αιώνα π.Χ..
Στον Πελοποννησιακό Πόλεμο η Κασσώπη τάχθηκε με την πλευρά των Σπαρτιατών, ενώ οι άλλοι Ηπειρώτες συντάχθηκαν με τους Αθηναίους. Έτσι αργότερα ο βασιλιάς Φίλιππος Β' της Μακεδονίας, σε συμφωνία με τους φίλους του Ηπειρώτες Μολοσσούς κυρίευσε την Κασσώπη, την Πανδοσία, το Βουχέτιον, τις Βατίες και την Ελάτρεια και τις παραχώρησε ως δώρο στον βασιλέα των Μολοσσών Αλέξανδρο Α', αδελφό της συζύγου του, Μυρτάλης Ολυμπιάδας. Υπενθυμίζεται ότι ο Αλέξανδρος Α' παντρεύτηκε την ανεψιά του, Κλεοπάτρα, αδελφή του Μεγάλου Αλεξάνδρου, και την ίδια ημέρα αυτού του γάμου δολοφονήθηκε ο Φίλιππος Β' από τον Παυσανία.
Ο στρατηγός Λυκίσκος κατέλαβε αυτές τις πόλεις και εγκατέστησε Μακεδονικές φρουρές. Από τη στιγμή αυτή όλη η Ήπειρος συντάσσεται με την Μακεδονική πολιτική και σημαντικό εκστρατευτικό σώμα Ηπειρωτών συμμετέχει στους μακροχρόνιους πολέμους του Μεγάλου Αλεξάνδρου της Ασίας. Έχει καταγραφεί το έτος 1980 -1985 το εξής γεγονός: όταν γυρίσθηκαν τα πρώτα ντοκιμαντέρ στην ορεινή περιοχή του Πακιστάν, όπου ζει η φυλή των Καλάς (Kalash), απόγονων Ελλήνων στρατιωτών του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ένας ηλικιωμένος άνδρας Καλάς δήλωσε ότι «θυμάται από την προφορική παράδοση ότι οι πρόγονοί του κατάγονταν από μια μακρινή ορεινή περιοχή, άπειρο χώρα (Ήπειρος), που είχε πολλά βουνά και ποτάμια που ένα το έλεγαν Τσίαμι (Θύαμις = Καλαμάς) και το άλλο πήγαινε στον Κάτω Κόσμο (Αχέρων)». Βουδιστικά κείμενα, όπως το «Majjihima Nakaya», αναφέρονται σε «Κράτος Ελλήνων» την εποχή του Βούδα τον 6ο π.Χ. αιώνα στον Καύκασο (Ινδοκούς), εκεί που σήμερα ζουν οι Καλάς. Εξάλλου η πόλη Κανταχάρ λεγόταν Ισκανταχάρ από το Μέγα Αλέξανδρο. Οι σημερινοί Καλάς αποκαλούν τον Μέγα Αλέξανδρο «Σικαντέρ Αζάμ». Προφανώς ο διθάλαμος Μακεδονικός Τάφος ευγενούς μέλους της κοινωνίας που σώζεται σήμερα στην Κασσώπη ανήκει σε αυτή τη χρονική περίοδο της Μακεδονικής κυριαρχίας. Ο Φίλιππος Β' το έτος 343 π.Χ. διέλυσε την Συμπολιτεία των Ελαϊτών, μέλος της οποίας ήταν η Κασσώπη και η πόλη έγινε μέλος Αμφικτυονίας των πλησίον πόλεων, με κέντρο το ιερό της θεάς Αφροδίτης, το οποίο είναι κτισμένο σε απόσταση 300m ανατολικά της Κασσώπης. Λίγο αργότερα, μετά το θάνατο του βασιλιά των Μολοσσών Αλέξανδρου Α', δημιουργείται η Ηπειρωτική Συμμαχία (329-325 π.Χ.) και η Κασσώπη συμμετέχει, μάλιστα οι συνεδριάσεις των ηγετών γίνονται εδώ στο μικρό Ωδείον. Η μεγάλη ακμή της πόλης σημειώνεται τον 3ο αιώνα π.Χ., οπότε κτίζονται τα μεγάλα δημόσια κτήρια και ανοικοδομούνται πολλά σπίτια. Η πόλη είχε δικό της νομισματοκοπείο. Το νόμισμα της Κασσώπης απεικόνιζε τον Δία και αετό σε κεραυνό. Η πόλη διατηρούσε πολιτική αγορά, πρυτανεία, δύο θέατρα, ξενώνα, ναούς λατρείας της Αφροδίτης και του Σωτήρος Διός. Γύρω στο 220 π.Χ., η Κασσώπη εντάχτηκε στην Αιτωλική Συμπολιτεία και συνέχισε ομαλά την πορεία της μέχρι το έτος 168-167 π.Χ., οπότε καταστράφηκε από τις λεγεώνες του Ρωμαίου ύπατου Αιμίλιου Παύλου. Αργότερα κατοικήθηκε ξανά μέχρι τη Ναυμαχία του Ακτίου το έτος 31 π.Χ., οπότε με διαταγή του Οκταβιανού οι κάτοικοι αναγκάσθηκαν να μετακομίσουν στη νέα πόλη της νίκης, τη Νικόπολη Ηπείρου. Όμως μικρός οικισμός παρέμεινε εν ζωή μέχρι το 100 μ.Χ.
Στον Πελοποννησιακό Πόλεμο η Κασσώπη τάχθηκε με την πλευρά των Σπαρτιατών, ενώ οι άλλοι Ηπειρώτες συντάχθηκαν με τους Αθηναίους. Έτσι αργότερα ο βασιλιάς Φίλιππος Β' της Μακεδονίας, σε συμφωνία με τους φίλους του Ηπειρώτες Μολοσσούς κυρίευσε την Κασσώπη, την Πανδοσία, το Βουχέτιον, τις Βατίες και την Ελάτρεια και τις παραχώρησε ως δώρο στον βασιλέα των Μολοσσών Αλέξανδρο Α', αδελφό της συζύγου του, Μυρτάλης Ολυμπιάδας. Υπενθυμίζεται ότι ο Αλέξανδρος Α' παντρεύτηκε την ανεψιά του, Κλεοπάτρα, αδελφή του Μεγάλου Αλεξάνδρου, και την ίδια ημέρα αυτού του γάμου δολοφονήθηκε ο Φίλιππος Β' από τον Παυσανία.
Ο στρατηγός Λυκίσκος κατέλαβε αυτές τις πόλεις και εγκατέστησε Μακεδονικές φρουρές. Από τη στιγμή αυτή όλη η Ήπειρος συντάσσεται με την Μακεδονική πολιτική και σημαντικό εκστρατευτικό σώμα Ηπειρωτών συμμετέχει στους μακροχρόνιους πολέμους του Μεγάλου Αλεξάνδρου της Ασίας. Έχει καταγραφεί το έτος 1980 -1985 το εξής γεγονός: όταν γυρίσθηκαν τα πρώτα ντοκιμαντέρ στην ορεινή περιοχή του Πακιστάν, όπου ζει η φυλή των Καλάς (Kalash), απόγονων Ελλήνων στρατιωτών του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ένας ηλικιωμένος άνδρας Καλάς δήλωσε ότι «θυμάται από την προφορική παράδοση ότι οι πρόγονοί του κατάγονταν από μια μακρινή ορεινή περιοχή, άπειρο χώρα (Ήπειρος), που είχε πολλά βουνά και ποτάμια που ένα το έλεγαν Τσίαμι (Θύαμις = Καλαμάς) και το άλλο πήγαινε στον Κάτω Κόσμο (Αχέρων)». Βουδιστικά κείμενα, όπως το «Majjihima Nakaya», αναφέρονται σε «Κράτος Ελλήνων» την εποχή του Βούδα τον 6ο π.Χ. αιώνα στον Καύκασο (Ινδοκούς), εκεί που σήμερα ζουν οι Καλάς. Εξάλλου η πόλη Κανταχάρ λεγόταν Ισκανταχάρ από το Μέγα Αλέξανδρο. Οι σημερινοί Καλάς αποκαλούν τον Μέγα Αλέξανδρο «Σικαντέρ Αζάμ». Προφανώς ο διθάλαμος Μακεδονικός Τάφος ευγενούς μέλους της κοινωνίας που σώζεται σήμερα στην Κασσώπη ανήκει σε αυτή τη χρονική περίοδο της Μακεδονικής κυριαρχίας. Ο Φίλιππος Β' το έτος 343 π.Χ. διέλυσε την Συμπολιτεία των Ελαϊτών, μέλος της οποίας ήταν η Κασσώπη και η πόλη έγινε μέλος Αμφικτυονίας των πλησίον πόλεων, με κέντρο το ιερό της θεάς Αφροδίτης, το οποίο είναι κτισμένο σε απόσταση 300m ανατολικά της Κασσώπης. Λίγο αργότερα, μετά το θάνατο του βασιλιά των Μολοσσών Αλέξανδρου Α', δημιουργείται η Ηπειρωτική Συμμαχία (329-325 π.Χ.) και η Κασσώπη συμμετέχει, μάλιστα οι συνεδριάσεις των ηγετών γίνονται εδώ στο μικρό Ωδείον. Η μεγάλη ακμή της πόλης σημειώνεται τον 3ο αιώνα π.Χ., οπότε κτίζονται τα μεγάλα δημόσια κτήρια και ανοικοδομούνται πολλά σπίτια. Η πόλη είχε δικό της νομισματοκοπείο. Το νόμισμα της Κασσώπης απεικόνιζε τον Δία και αετό σε κεραυνό. Η πόλη διατηρούσε πολιτική αγορά, πρυτανεία, δύο θέατρα, ξενώνα, ναούς λατρείας της Αφροδίτης και του Σωτήρος Διός. Γύρω στο 220 π.Χ., η Κασσώπη εντάχτηκε στην Αιτωλική Συμπολιτεία και συνέχισε ομαλά την πορεία της μέχρι το έτος 168-167 π.Χ., οπότε καταστράφηκε από τις λεγεώνες του Ρωμαίου ύπατου Αιμίλιου Παύλου. Αργότερα κατοικήθηκε ξανά μέχρι τη Ναυμαχία του Ακτίου το έτος 31 π.Χ., οπότε με διαταγή του Οκταβιανού οι κάτοικοι αναγκάσθηκαν να μετακομίσουν στη νέα πόλη της νίκης, τη Νικόπολη Ηπείρου. Όμως μικρός οικισμός παρέμεινε εν ζωή μέχρι το 100 μ.Χ.
Περιγραφή
Η Κασσώπη, πρωτεύουσα της Κασσωπαίας, κτίστηκε πριν τα μέσα του 4ου αι. π.Χ. σε φυσικά οχυρή θέση, σε ένα ευρύχωρο οροπέδιο με υψόμετρο 550-650 μ., στις πλαγιές του Ζαλόγγου.
Η μεγάλη ακμή της πόλης σημειώνεται τον 3ο αι. π.Χ., όταν κτίζονται τα μεγάλα δημόσια κτίρια και η περιοχή της Αγοράς αποκτά μνημειακή μορφή. Η ίδρυση της πόλης ήταν το αποτέλεσμα του συνοικισμού διάσπαρτων οικισμών της περιοχής. Κάποια πρώιμα ευρήματα υποδεικνύουν ότι πιθανόν στη θέση της πόλης να προϋπήρχε κάποιος μικρότερος οικισμός. Η Κασσώπη απέκτησε οικονομική δύναμη με το εμπόριο, την κτηνοτροφία και τα προϊόντα της εύφορης πεδιάδας του Αχέροντα. Η πόλη είχε δικό της νομισματοκοπείο. Η πόλη διατηρούσε πολιτική αγορά, πρυτανείο, δύο θέατρα, ξενώνα ή εμπορική αγορά, ναό λατρείας της θεάς Αφροδίτης. Η ευημερία της πόλης διήρκεσε μέχρι το 168 π.Χ. Το 167 π.Χ. καταστράφηκε από τους Ρωμαίους με επικεφαλής τον Αιμίλιο Παύλο και εγκαταλείφτηκε οριστικά με τη μετοίκιση των κατοίκων της στη Νικόπολη, στο τέλος του 1ου αι. π.Χ.
Ο Καθηγητής Σ. Δάκαρης διεξήγαγε ανασκαφική έρευνα στην Κασσώπη για λογαριασμό της Αρχαιολογικής Εταιρείας, στο διάστημα 1952-55. Αργότερα οι ανασκαφές συνεχίστηκαν από το 1977-78 έως το 1983, με συνεργασία του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων με το Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο. Κατά τα έτη 2000-2006 η ΙΒ΄ Εφορεία Προϊστορικών & Κλασικών Αρχαιοτήτων - αρμόδια τότε για το Νομό Πρέβεζας - πραγματοποίησε εργασίες ανάδειξης στον αρχαιολογικό χώρο της Κασσώπης, με σκοπό να βελτιωθούν σε τέτοιο βαθμό οι υποδομές του χώρου ώστε να καταστεί επισκέψιμος. Σήμερα, η ΛΓ΄ Εφορεία Προϊστορικών & Κλασικών Αρχαιοτήτων Πρέβεζας - Άρτας, στο πλαίσιο του ενταγμένου στο ΕΣΠΑ έργου «Βελτίωση δρόμου πρόσβασης και επέκταση δικτύου διαδρομών επισκεπτών του αρχαιολογικού χώρου Κασσώπης», πραγματοποιεί εργασίες εν γένει ανάδειξης του χώρου.
Το κείμενο παραχωρήθηκε από τη ΛΓ΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων
Ο Καθηγητής Σ. Δάκαρης διεξήγαγε ανασκαφική έρευνα στην Κασσώπη για λογαριασμό της Αρχαιολογικής Εταιρείας, στο διάστημα 1952-55. Αργότερα οι ανασκαφές συνεχίστηκαν από το 1977-78 έως το 1983, με συνεργασία του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων με το Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο. Κατά τα έτη 2000-2006 η ΙΒ΄ Εφορεία Προϊστορικών & Κλασικών Αρχαιοτήτων - αρμόδια τότε για το Νομό Πρέβεζας - πραγματοποίησε εργασίες ανάδειξης στον αρχαιολογικό χώρο της Κασσώπης, με σκοπό να βελτιωθούν σε τέτοιο βαθμό οι υποδομές του χώρου ώστε να καταστεί επισκέψιμος. Σήμερα, η ΛΓ΄ Εφορεία Προϊστορικών & Κλασικών Αρχαιοτήτων Πρέβεζας - Άρτας, στο πλαίσιο του ενταγμένου στο ΕΣΠΑ έργου «Βελτίωση δρόμου πρόσβασης και επέκταση δικτύου διαδρομών επισκεπτών του αρχαιολογικού χώρου Κασσώπης», πραγματοποιεί εργασίες εν γένει ανάδειξης του χώρου.
Το κείμενο παραχωρήθηκε από τη ΛΓ΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων
Μέσα στο πολυγωνικό τείχος της αρχαίας Κασσώπης πρωτεύουσας της Κασσωπαίας χώρας, πάχους περίπου 3,50 μ., υπήρχαν περίπου 600 διώροφα σπίτια σε οικόπεδα των 230 τετραγωνικών μέτρων. Όλα διέθεταν μεσημβρινό προσανατολισμό και άρτια κατασκευή και λειτουργικότητα, με κοινό αποχετευτικό διάδρομο και εκπληκτικής κατασκευής σκεπασμένο υπόνομο. Η Κασσώπη ήταν κτισμένη κατά το Ιπποδάμειο σύστημα και διέθετε 20 παράλληλους δρόμους (τους ''στενωπούς'', πλάτους 4,20 μ.), που μεταξύ τους απείχαν 30 μ., και διασταυρώνονταν με τους πλατύτερους δρόμους (τις ''πλατείες'', πλάτους 6 μ.), σχηματίζοντας 60 περίπου οικοδομικά τετράγωνα.
Η διαμόρφωση της επηρεάστηκε από το παλαιότερο πρότυπο πόλεως στην περιοχή, την Αμβρακία.
Στον χώρο δέσποζαν το ωδείο, το θέατρο, το πρυτανείο ή καταγώγειο. Το τελευταίο ήταν ένα οικοδόμημα διαστάσεων 30 x 30 μ., διώροφο στις τρεις πλευρές και μονώροφο στην τέταρτη για να μην κρύβει τον ήλιο. Το θέατρο της Κασσώπης κατασκευάστηκε τον 3ο αιώνα π.Χ. είχε χωρητικότητα περίπου 2.500 ατόμων και ίσως χρησιμοποιήθηκε και ως βουλευτήριο. Ήταν το μικρότερο από τα δύο συνολικά θέατρα που υπήρχαν στην πόλη. Το άλλο, που ήταν και το μεγαλύτερο, λόγω φυσικών φθορών είναι σήμερα κατεστραμμένο. Το ''πρυτανείο - δυτική στοά'' βρίσκεται στη δυτική πλευρά της αγοράς. Αποτελείται από μία περίστυλη αυλή με 3 x 4 δωρικούς κίονες. Γύρω από την αυλή, διατάσσονται 6 χώροι. Στα ανατολικά υπήρχε στοά με 13 δωρικούς κίονες. Μπροστά εκτείνεται ορθογώνιος υπαίθριος χώρος (τέμενος) με βάθρα και βωμούς. Το συγκρότημα καταστράφηκε το 167 π.Χ.
Η ''βόρεια στοά'' της αγοράς κατασκευάστηκε την περίοδο του Ηπειρωτικού Κοινού (234/3-168 π.Χ.). Έχει λίθινη πολυγωνική κρηπίδα και η ανωδομία της ήταν πλίνθινη με ξυλοδεσιές. Η βόρεια πλευρά ενισχύεται με 17 αντιρήδες. Στο εσωτερικό υπήρχε κιονοστοιχία με 13 ιωνικούς κίονες. Στην πρόσοψη της ''βόρειας στοάς'' αποκαλύφτηκαν 21 λίθινα βάθρα με επιγραφές του 3ου-2ου αι. π.Χ.
Στον χώρο δέσποζαν το ωδείο, το θέατρο, το πρυτανείο ή καταγώγειο. Το τελευταίο ήταν ένα οικοδόμημα διαστάσεων 30 x 30 μ., διώροφο στις τρεις πλευρές και μονώροφο στην τέταρτη για να μην κρύβει τον ήλιο. Το θέατρο της Κασσώπης κατασκευάστηκε τον 3ο αιώνα π.Χ. είχε χωρητικότητα περίπου 2.500 ατόμων και ίσως χρησιμοποιήθηκε και ως βουλευτήριο. Ήταν το μικρότερο από τα δύο συνολικά θέατρα που υπήρχαν στην πόλη. Το άλλο, που ήταν και το μεγαλύτερο, λόγω φυσικών φθορών είναι σήμερα κατεστραμμένο. Το ''πρυτανείο - δυτική στοά'' βρίσκεται στη δυτική πλευρά της αγοράς. Αποτελείται από μία περίστυλη αυλή με 3 x 4 δωρικούς κίονες. Γύρω από την αυλή, διατάσσονται 6 χώροι. Στα ανατολικά υπήρχε στοά με 13 δωρικούς κίονες. Μπροστά εκτείνεται ορθογώνιος υπαίθριος χώρος (τέμενος) με βάθρα και βωμούς. Το συγκρότημα καταστράφηκε το 167 π.Χ.
Η ''βόρεια στοά'' της αγοράς κατασκευάστηκε την περίοδο του Ηπειρωτικού Κοινού (234/3-168 π.Χ.). Έχει λίθινη πολυγωνική κρηπίδα και η ανωδομία της ήταν πλίνθινη με ξυλοδεσιές. Η βόρεια πλευρά ενισχύεται με 17 αντιρήδες. Στο εσωτερικό υπήρχε κιονοστοιχία με 13 ιωνικούς κίονες. Στην πρόσοψη της ''βόρειας στοάς'' αποκαλύφτηκαν 21 λίθινα βάθρα με επιγραφές του 3ου-2ου αι. π.Χ.
Η θέση της αγοράς και του δημόσιου χώρου της Κασσώπης είχε άμεση επαφή με την κύρια οδό και με την πύλη του τείχους, θέση που ευνοεί την άνετη πρόσβαση των κατοίκων της υπαίθρου στο χώρο της λειτουργίας του Κοινού.
Το ''καταγώγιο'' ήταν ένα δημόσιο κτήριο, ξενώνας ή εμπορική αγορά. Αποτελείται από μία ορθογώνια κεντρική αυλή, που περιβάλλεται από τέσσερεις στοές με 7 x 8 οκτάπλευρους πεσσούς με δωρικά κιονόκρανα. Πίσω από τις στοές είναι παραταγμένοι χώροι που δεν επικοινωνούν μεταξύ τους, αλλά μόνο με τις στοές. Υπήρχε και δεύτερος όροφος με εξώστη. Κάτω από το ελληνιστικό καταγώγιο υπήρχε παλαιότερο κτήριο του 4ου αι. π.Χ. Τέλος, μια από τις ιδιωτικές οικίες (''Σπίτι''), που βρίσκεται βορειοανατολικά του Καταγωγίου, αποτελείται από κεντρική αυλή με το προαύλιο, τον ανδρώνα, τον οίκο με το μαγειρείο, τον λουτρώνα και βοηθητικούς χώρους. Καταστράφηκε το 167 π.Χ. και επισκευάστηκε λίγο αργότερα πρόχειρα.
Το ''καταγώγιο'' ήταν ένα δημόσιο κτήριο, ξενώνας ή εμπορική αγορά. Αποτελείται από μία ορθογώνια κεντρική αυλή, που περιβάλλεται από τέσσερεις στοές με 7 x 8 οκτάπλευρους πεσσούς με δωρικά κιονόκρανα. Πίσω από τις στοές είναι παραταγμένοι χώροι που δεν επικοινωνούν μεταξύ τους, αλλά μόνο με τις στοές. Υπήρχε και δεύτερος όροφος με εξώστη. Κάτω από το ελληνιστικό καταγώγιο υπήρχε παλαιότερο κτήριο του 4ου αι. π.Χ. Τέλος, μια από τις ιδιωτικές οικίες (''Σπίτι''), που βρίσκεται βορειοανατολικά του Καταγωγίου, αποτελείται από κεντρική αυλή με το προαύλιο, τον ανδρώνα, τον οίκο με το μαγειρείο, τον λουτρώνα και βοηθητικούς χώρους. Καταστράφηκε το 167 π.Χ. και επισκευάστηκε λίγο αργότερα πρόχειρα.
Μνημεία
Τείχη Κασσώπης
Εμπορική Αγορά ή Καταγώγιο
Αγορά Κασσώπης/ Θέατρο/Πρυτάνειον/Στοά/Ωδείον
Πρυτάνειον
Στοά
Το Ωδείον της Κασσώπης
Στράβων: «Γεωγραφικά» Ζ,7.5.6, 323-324.
Στέφανος Βυζάντιος: «Εθνικά».
Υπουργείο Πολιτισμού: Ιστοσελίδα για την Κασσώπη.
Δάκαρης Σωτήριος: «Κασσώπη, Νεώτερες ανασκαφές 1977-1983», έκδοση Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, 1989.
Χαράλαμπος Γκούβας: «Η Ιστορία του Νομού Πρέβεζας», εκδόσεις ιδρύματος Μουσείο Τεχνών και Επιστημών Πρέβεζας ISBN 978-960-87328-2-7Η
Δάκαρης Σωτήριος, Aρχαιολογικές ανασκαφές στήν Αρχαία Κασσώπη, 1989
W. Hoepfner, E.L.Schwander, 1986, 1994
Σκύλαξ: «Περίπλους»
Στράβων, «Γεωγραφικά» Ζ,7.56, 323-324
Χαράλαμπος Γκούβας: «Η Ιστορία του Νομού Πρέβεζας», εκδόσεις ιδρύματος Μουσείο Τεχνών και Επιστημών Πρέβεζας ISBN 978-960-87328-2-7
Ιστοσελίδα Οδδυσέας του ΥΠΠΟ, 2008
Στέφανος Βυζάντιος: «Εθνικά»
Etruscans: ντοκιμαντέρ History Channel, 2008
Δημήτρης Μανωλεσάκης, 1982
W.Hoepfner και E.L.Schwandner, 1983, 1986, 1994
Θεόφιλος Σπυράκος, 2007
πινακίδα ΙΒ' εφορείας Αρχαιοτήτων
Ελένη Παγκρατίου, 2008.
Magnus Manske http://commons.wikimedia.org/wiki/User:File_Upload_Bot_%28Magnus_Manske%29
Tamba52 http://commons.wikimedia.org/wiki/User:Tamba52
Citypeek http://commons.wikimedia.org/wiki/User:Citypeek
http://www.wikipedia.org/
http://odysseus.culture.gr
http://www.wikimedia.org/
http://www.gtp.gr
Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο: «Πινακίδα κάτοψη της αρχαίας Κασσώπης».
Bonfante L.: «Etruscan Life and Afterlife», Wayne State University Press, London 1986.
ΕΤ1: «Η φυλή των Καλάς, στό Πακιστάν», ντοκιμαντέρ σκηνοθέτη Δημήτρη Μανωλεσάκη, 1982.
Etruscans: ντοκιμαντέρ History Channel, 2008.
Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων: «Η φυλή των Καλάς».
«Η παρουσία των Ελλήνων στην ινδική ήπειρο». Εκδοτική Αθηνών: Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Αθήνα 1972.
W.Hoepfner και E.L.Schwandner: «Ancient Kassope Plan», 1983.
W. Hoepfner, E.L.Schwander (in Zusamenarbeit mit Sotirios Dakaris, Konstantina Gravani und Athanassios Tsingas, mit Beitragen von Konstantina Gravani, Mando Oikonomidou Karamesini und Joachim Boassneck): “Kassope, Berich uber Ausgrabungen einer spatklassischen Streifenstadt in Nordwestgriechenland, Haus und Stadt im klassischen Griechenland, Wohnen in der klassischen Polis”, Band I, Munchen, 1986 und 1994.
Θεοδώρα Κοντογιάννη: «Συνοπτικός Οδηγός για την Κασσώπη», Ιωάννινα 2006.
Ελένη Παγκρατίου: «Κασσώπη», Ιστοσελίδα Νομαρχίας Πρέβεζας, 2008.
Χαράλαμπος Γκούβας: «Η Αρχαία Κασσώπη, μια ξενάγηση», άρθρο, στην εφημερίδα Τοπική Φωνή, 2005.
Θεόφιλος Σπυράκος: «Ιστορία και αρχαιότητες της Ηπείρου», Αθήνα, 2007.
Χαράλαμπος Γκούβας: «Η Ιστορία του Νομού Πρέβεζας», εκδόσεις ιδρύματος Μουσείο Τεχνών και Επιστημών Πρέβεζας
http://www.greece.com
http://www.panoramio.com/user/1316065 Νίκος Γρηγορόπουλος